Με την ψήφιση κειμένου πολιτικής απόφασης ολοκληρώθηκαν οι διήμερες εργασίες της Κεντρικής Επιτροπής της ΔΗΜΑΡ με αντικείμενο τον προγραμματισμό δράσης και τις τρέχουσες πολιτικές εξελίξεις. Το κείμενο εγκρίθηκε κατά πλειοψηφία, καθώς υπήρξαν 16 λευκά, ενώ κατατέθηκε κείμενο από στελέχη του «Αριστερού Δικτύου», το οποίο όμως δεν τέθηκε σε ψηφοφορία.
Αποτιμώντας την πρώτη φάση της συγκυβέρνησης, η πολιτική απόφαση που ψηφίστηκε αναγνωρίζει ότι «έγινε ένα καθοριστικό βήμα για την παραμονή της χώρας στο ευρώ» και ότι «μπορούμε να δώσουμε σήμερα από καλύτερες θέσεις τη μάχη της σταθεροποίησης και της συντεταγμένης κοινωνικής προσαρμογής».
Παράλληλα, όμως, αναγνωρίζεται ότι «τα χαρακτηριστικά της ακολουθούμενης πολιτικής δεν εντάσσονται εξ ολοκλήρου στο πλαίσιο της δικής μας πολιτικής πρότασης» και, όπως τονίζεται, «διεκδικούμε η συμμετοχή της ΔΗΜΑΡ στην κυβέρνηση να έχει αντίκρισμα στις εφαρμοζόμενες πολιτικές και να εκφράζεται με συγκεκριμένα αποτελέσματα προς όφελος της κοινωνίας».
«Διατυπώνουμε τις διαφορές μας σε πολιτικές που ασκούνται και πρακτικές που εφαρμόζονται, με στόχο τον έλεγχο και τη βελτίωση της ασκούμενης πολιτικής» αναφέρει το κείμενο, ενώ η ΔΗΜΑΡ δηλώνει ότι βρίσκεται στον αντίποδα λογικών σύμφωνα με τις οποίες «η πολιτική αντιπαράθεση εκπίπτει σε μια σύγκρουση ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ που δεν αφορά την ουσία της πολιτικής και επιχειρεί να ξαναδημιουργήσει το στερεότυπο του δικομματισμού».
Σε σχέση με τις κινητοποιήσεις, η Κεντρική Επιτροπή τονίζει ότι αυτές γίνονται «στο έδαφος πραγματικών προβλημάτων» και υπογραμμίζει ότι «η τεχνητή ένταση και η επίδειξη ‘πυγμής’ δεν είναι η συνταγή για την αντιμετώπιση των ουσιαστικών προβλημάτων των εργαζομένων. Ο διάλογος μαζί τους, με στόχο να βρίσκονται κάθε φορά συγκεκριμένες λύσεις, είναι αναγκαίος δρόμος».
Η ΔΗΜΑΡ επαναλαβάνει ότι «η ελληνική κοινωνία δεν αντέχει κανένα πρόσθετο επιβαρυντικό μέτρο», θέτει σε πρώτη προτεραιότητα το «δίχτυ κοινωνικής προστασίας» και την ελάφρυνση του οικογενειακού προϋπολογισμού. Στόχος είναι, όπως αναφέρει, να ενεργοποιηθεί η ρήτρα θετικής απόκλισης, ώστε «το 70% των επιπλέον εσόδων να διοχετευτεί σε μέτρα προς όφελος των κοινωνικών ομάδων που υποφέρουν».
Το κείμενο που ψηφίστηκε σημειώνει ότι «η ανάπτυξη είναι το κρίσιμο μέγεθος» και ότι η αναγνώριση του «λάθους» από το ΔΝΤ διευκολύνει μία ρεαλιστική τροποποίηση του προγράμματος «με τη διεκδίκηση περισσότερων αναπτυξιακών πόρων, διαγραφή μέρους του χρέους προς τον επίσημο τομέα (ΕΚΤ, κεντρικές τράπεζες), μείωση των υφεσιακών μέτρων, προγράμματα κοινωνικής στήριξης».
Εξάλλου εκφράζεται «αποτροπιασμός και ανησυχία» για τις πράξεις ρατσιστικής βίας και προστίθεται: «Καθήκον μας είναι η υποστήριξη των δικαιωμάτων όλων των πολιτών συμπεριλαμβανομένων και των μεταναστών. Οι όποιες αλλαγές στο νόμο για την απόδοση της ελληνικής ιθαγένειας πρέπει να είναι συμβατές με τη Διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου και τα ισχύοντα σε χώρες της ΕΕ. Απαγορευτικές διατάξεις, οι οποίες περιστέλλουν ή και εξαφανίζουν το δικαίωμα θα μας βρουν αντίθετους».
Σε καθαρά πολιτικό επίπεδο, η πολιτική απόφαση επαναλαμβάνει ότι στόχος της ΔΗΜΑΡ είναι η «ανασυγκρότηση του χώρου του δημοκρατικού σοσιαλισμού» και η δημιουργία προϋποθέσεων για τη συγκρότηση «μιας συμμαχίας ευρύτερων δυνάμεων της δημοκρατικής αριστεράς, της πολιτικής οικολογίας και δυνάμεων της σοσιαλδημοκρατίας που αρνούνται καθεστηκυίες πολιτικές και πρακτικές οι οποίες εφαρμόστηκαν τα προηγούμενα χρόνια που μας οδήγησαν στην κρίση».
Το κείμενο των «διαφωνούντων»
Με το κείμενο που κατέθεσαν τα μέλη του «Αριστερού Δικτύου» στην Κεντρική Επιτροπή προειδοποιούν «δεν πρόκειται να λειτουργήσουμε ως κολυμβήθρα του Σιλωάμ για το πολιτικό προσωπικό του σοσιαλδημοκρατικού χώρου που επιμερίζεται σοβαρές ευθύνες για τη σημερινή κατάσταση της χώρας» και χαρακτηρίζουν ως άτοπη «κάθε συζήτηση για επανίδρυση του κόμματος μας».
Τα ίδια στελέχη εκτιμούν ότι η παρούσα κυβέρνηση «δεν μπορεί να έχει ορίζοντα τετραετίας δεδομένου ότι πρόκειται για κυβέρνηση ειδικού σκοπού και ότι η Νέα Δημοκρατία δεν αποτελεί στρατηγικό εταίρο της ΔΗΜΑΡ».
Επίσης, τονίζουν πως «το δόγμα ‘νόμος και τάξη’ της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη σε ουδεμία περίπτωση μπορεί να γίνει αποδεκτό ως πυρήνας πολιτικής. Αν κάποιοι από αυτούς αδυνατούν να εναρμονιστούν με την προγραμματική συμφωνία θα πρέπει να αποπεμφθούν».
«Οφείλουμε να καταθέσουμε τη δική μας πολιτική ατζέντα και να μην ασκούμε πολιτική διαμέσου επιφυλάξεων και αστερίσκων» προσθέτουν οιδιαφωνούντεςε της ΔΗΜΑΡ, προειδοποιώντας ότι «αν συνεχιστούν οι σημερινές πολιτικές δημιουργείται μια Ελλάδα η οποία δεν έχει σχέση με τα ιδανικά της Αριστεράς και ένα κράτος το οποίο θα το βρούμε σύντομα απέναντί μας και πάλι».
Τα στελέχη του Αριστερού Δικτύου υπενθυμίζουν, τέλος, το σύνθημα του κόμματος «για την παραμονή της χώρας στην ευρωζώνη με την οικονομία ζωντανή και την κοινωνία όρθια» σημειώνοντας: «Με τις ασκούμενες πολιτικές όμως η οικονομία δεν παραμένει ζωντανή και πολλώ δεν μάλλον η κοινωνία όρθια. Είναι μεγάλες οι αποκλίσεις της ασκούμενης κυβερνητικής πολιτικής από το πλαίσιο της προγραμματικής συμφωνίας των τριών κομμάτων, χωρίς κατ ανάγκη αυτό να οφείλεται στις απαιτήσεις των Ευρωπαίων εταίρων μας».