Επιστημονικό Διήμερο με τίτλο «Κτίριο και Ενέργεια» πραγματοποιήθηκε στην Ξάνθη, στο αμφιθέατρο του Κεντρικού συγκροτήματος της Πολυτεχνικής Σχολής Δ.Π.Θ.
Η εκδήλωση ήταν μία συνδιοργάνωση της Πολυτεχνικής Σχολής Ξάνθης του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, του ΤΕΕ-Θράκης και του ΤΕΕ-Ανατολικής Μακεδονίας, και πραγματοποιήθηκε με αφορμή την αυξητική τάση που παρουσιάζει η κατανάλωση ενάργειας στον κτιριακό τομέα στην Ελλάδα. Τονίστηκε ότι η δυνατότητες εξοικονόμησης ενέργειας είναι ιδιαίτερα μεγάλες και μπορούν να αναδειχθούν και να αξιοποιηθούν σε μεγάλο βαθμό με την εφαρμογή κατάλληλων μέτρων. Στόχος αυτής της πρωτοβουλίας ήταν η ενημέρωση του Τεχνικού και Επιστημονικού Κόσμου, των φορέων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, των υποψήφιων επενδυτών και των αντίστοιχων επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στο χώρο.
Η προσέλευση του κοινού ήταν εξαιρετικά υψηλή καθότι το παρακολούθησαν περισσότερα από 420 άτομα, μεταξύ των οποίων συνάδελφοι μηχανικοί, επαγγελματίες, φοιτητές αλλά και απλοί καταναλωτές καθώς το θέμα «Ενέργεια» στην εποχή που διανύουμε παρουσιάζει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον.
Χαιρετισμούς απεύθυναν ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Ξάνθης και Περιθωρίου κ.κ. Παντελεήμων, ο Κοσμήτορας της Πολυτεχνικής Σχολής Αναπληρωτής Καθηγητής κ. Χ. Κουκουρλής, ο Βουλευτής ΠΑΣΟΚ Ξάνθης κ. Δημήτρης Σαλτούρος, ο Περιφερειακός Σύμβουλος κ. Δημήτρης Χαϊτίδης εκπρόσωπος του Αντιπεριφερειάρχη Ξάνθης κ. Φώτη Καραλίδη, εκπρόσωπος της 20ής Τεθωρακισμένης Μεραρχίας Λοχαγός Μηχανικού κ. Λουκάς Μόδεστος, και η εκπρόσωπος του Δ’ Σ.Σ. Διοίκησης Μηχανικού κα Γαρυφαλιά Γιαννακοπούλου, Αρχιτέκτων Μηχανικός.
Στις εισηγήσεις αναπτύχθηκαν οι τελευταίες εξελίξεις, οι τεχνολογίες και τα καινοτόμα προϊόντα για την αποτελεσματική εφαρμογή του ΚΕΝΑΚ και την προετοιμασία για το κτίριο «σχεδόν μηδενικής κατανάλωσης ενέργειας» το οποίο και είναι ο νομοθετημένος στόχος της χώρας για το 2020. Η θεματολογία κινήθηκε σε τρία επίπεδα, την εφαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας, τις νέες εφαρμοσμένες λύσις και τις τεχνολογικά ώριμες νέες επιστημονικές προσεγγίσεις.
Νίκος Παπαθανασίου : «Η κατοικία στην Ελλάδα καταναλώνει 70%~80% περισσότερη ενέργεια από την κατοικία στην Δανία, κυρίως λόγω χρήσης ενεργοβόρων συστημάτων και έλλειψης σωστής μόνωσης»
Ο πρόεδρος του ΤΕΕ Θράκης κατά τη διάρκεια του χαιρετισμού του σημείωσε πως «Η παγκόσμια μετεγκατάσταση των ανθρώπων από την ύπαιθρο στις πόλεις που παρατηρείται από το τέλος του 2ου παγκοσμίου πολέμου, οδήγησε οι πόλεις να απορροφούν τα ¾ της παγκόσμιας κατανάλωσης ενέργειας και να είναι υπεύθυνες επίσης για τα ¾ της παραγομένης παγκόσμιας ρύπανσης απομυζώντας σε ιλιγγιώδεις ρυθμούς τους διαθέσιμους φυσικούς πόρους.
Η παραπάνω κατάσταση προκαλεί αλόγιστη κατανάλωση των φυσικών αποθεμάτων του πλανήτη με συνέπεια την διατάραξη της οικολογικής ισορροπίας, γεγονός που οδήγησε τις ανεπτυγμένες χώρες της Ευρώπης, πριν σχεδόν είκοσι χρόνια, στην θέσπιση σειράς μέτρων που προωθούν την βιώσιμο και αειφόρο ανάπτυξη η οποία ικανοποιεί τις ανθρώπινες ανάγκες περιορίζοντας όμως ταυτόχρονα την υπερεκμετάλευση των φυσικών πόρων.
Εκτός όμως από τις συνέπειες στο περιβάλλον, στην οργάνωση των πόλεων και στον σχεδιασμό των κτηρίων και τεχνικών κατασκευών θα πρέπει να λαμβάνονται ισότιμα υπόψη και άλλες δύο παράμετροι:
Ο άνθρωπος και η κοινωνία γενικότερα, με την δυνατότητα παροχής κατοικίας με συνθήκες ποιοτικής διαβίωσης δίχως αποκλεισμούς ατόμων και κοινωνικών ομάδων, αλλά και η οικονομία στην κατασκευή και την συντήρηση των κτιρίων και των υποδομών που σήμερα αναδεικνύεται ο καθοριστικός παράγοντας για την λήψη αποφάσεων υλοποίησης των έργων.
Ιδιαίτερα επειδή στην χώρα μας διαπιστώνεται:
Ότι ο κτιριακός τομέας καταναλώνει το 1/3 περίπου των συνολικών ενεργειακών πόρων στη χώρα, συμβάλλοντας κατά 40% στις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα.
Η κατοικία στην Ελλάδα καταναλώνει 70%~80% περισσότερη ενέργεια από την κατοικία στην Δανία, κυρίως λόγω χρήσης ενεργοβόρων συστημάτων και έλλειψης σωστής μόνωσης.
Όλες οι προσπάθειες εξοικονόμησης ενέργειας στην χώρα μας μέχρι πρόσφατα αποτύγχαναν, επειδή δεν είχε θεσμοθετηθεί ένα σαφές πρόγραμμα, εστιασμένο στον μεγαλύτερο καταναλωτή ενέργειας που είναι τα κτίρια.
Με την θέσπιση του Ν.3661/2008 και του την έγκριση του Κ.Εν.Α.Κ. το 2010 διαμορφώθηκε για πρώτη φορά ένα ολοκληρωμένο νομοθετικό πλαίσιο που αφορά την Ενεργειακή Απόδοση των κτηρίων, στο οποίο μεταξύ άλλων, καθορίζονται οι ελάχιστες τεχνικές προδιαγραφές και απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης των νέων και ριζικά ανακαινιζόμενων καθώς και η μεθοδολογία υπολογισμού της ενεργειακής απόδοσης των κτηρίων.
Ο βιοκλιματικός σχεδιασμός των κτιρίων δεν απευθύνεται μόνο στα άτομα που ανήκουν στις εύρωστες οικονομικά τάξεις, αλλά έχει δυνατότητα εφαρμογής σε οποιαδήποτε κατασκευή, όπως έχει αποδείξει η μέχρι σήμερα εμπειρία σε μεγάλο αριθμό κτιρίων και κτιριακών μονάδων, επειδή η οικονομική επιβάρυνση στην κατασκευή δεν είναι υπερβολική ούτε δυσβάστακτη.
Αντίθετα εκτιμάται ότι δεν υπερβαίνει το10% περίπου του συνολικού κόστους της κατασκευής ενώ δύναται να συμβάλει σε εξοικονόμηση μέχρι και 50% της ενέργειας που καταναλώνεται .
Άποψη του ΤΕΕ-Θράκης είναι ότι ειδικά για τους διπλωματούχους μηχανικούς, οι εξετάσεις πιστοποίησης ενεργειακού επιθεωρητή θα πρέπει να περιορισθούν μόνο στους εν ενεργεία μηχανικούς που δεν έχουν διδαχθεί την απαιτούμενη γνώση, ενώ ταυτόχρονα η απαιτούμενη ύλη θα πρέπει να εισαχθεί στο πρόγραμμα σπουδών των πολυτεχνικών σχολών και η άσκηση της ιδιότητας του ενεργειακού επιθεωρητή να αποκτάται από τους μηχανικούς μετά τις εξετάσεις άσκησης επαγγέλματος από το ΤΕΕ.
Επίσης η οικονομική κρίση και η βιώσιμη και αειφόρος ανάπτυξη των πόλεων επιβάλλουν στην Πολιτεία και κυρίως στους ΟΤΑ αλλαγή πολεοδομικής πολιτικής, στους δε μηχανικούς και το ΤΕΕ την ανάληψη της επιστημονικής τους ευθύνης στον βαθμό εμπλοκής τους στα ζητήματα αυτά.
Συγκεκριμένα θα πρέπει να τεθεί φραγμός στις αδικαιολόγητες και άσκοπες οριζόντιες επεκτάσεις των πόλεων που στην πλειονότητά τους υποκινούνται είτε από πολιτικά πελατειακές σχέσεις είτε από άτομα που επενδύουν στην κερδοσκοπία της γης. Αυτές όχι μόνο δεν δικαιολογούνται από τα αριθμητικά και στατιστικά δεδομένα και τις υφιστάμενες πληθυσμιακές δυνατότητες των πόλεων, αλλά επωμίζουν τους προϋπολογισμούς των ΟΤΑ και της Πολιτείας με δυσβάστακτο κόστος για υποδομές και υπηρεσίες και κυριότερα αποδυναμώνουν την συνεκτικότητα της Κοινωνίας με την κτιριακή πολυδιασπορά, δημιουργώντας ταυτόχρονα συνθήκες ανασφαλούς διαμονής στους κατοίκους των πόλεων».