Σε ρεαλιστική βάση τίθεται πλέον το πρόγραμμα των αποκρατικοποιήσεων, οι οποίες απαλλάσσονται πλέον από τον «στεγνά» εισπρακτικό χαρακτήρα που είχαν ως τώρα και αποκτούν περισσότερο αναπτυξιακό χαρακτήρα και προοπτική για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.
Έναν ολόκληρο χρόνο μετά τις προκλητικές και προφανώς ανεδαφικές απαιτήσεις της Τρόικα και του κυρίου Σερβάας Ντερόουζ που ήταν επικεφαλής τότε του κλιμακίου της Κομισιόν, για να μπορέσει η Ελλάδα να εισπράξει 50 δισ. από αποκρατικοποιήσεις ως το 2015 η Τρόικα δέχτηκε επιτέλους, μετά από διαπραγμάτευση με την ηγεσία του Ταμείου Αποκρατικοποιήσεων, ότι πρέπει να αναθεωρήσει τη στάση της και να λάβει τέλος το επικίνδυνο για τη χώρα και το ευρώ «παραμύθι» αυτό.
Παρά τις έντονες και προκλητικές απαιτήσεις των εκπροσώπων των δανειστών απέναντι σε όλους σχεδόν τους Έλληνες αξιωματούχους με τους οποίους “διαπραγματεύτηκαν” τις προηγούμενες δέκα μέρες στην Αθήνα, η Τρόικα πείστηκε ότι ο στόχος αλλά και οι οικονομικές συνθήκες δεν επιτρέπουν πλέον τέτοιες φαντασιώσεις. Για πρώτη φορά στην μετά-Μνημόνιο-εποχή, η Τρόικα κάμφθηκε στις απαιτήσεις της και χωρίς να απαιτήσει –επί τους παρόντος- άλλα ανταλλάγματα ή ισοδύναμα μέτρα, αποδέχτηκε ότι ως το 2015 θα μπορέσουν να εισπραχθούν περί τα 19 δισ. αντί για 50. Ο στόχος των 50 δισ. παραμένει πλέον αλλά με ορίζοντα το 2020 (ή όποτε λήξει τελικώς το δανειακό πρόγραμμα).
Στη βάση αυτή, χαλαρώνει η πίεση των δανειστών για ξεπούλημα όσο-όσο των περιουσιακών στοιχείων του δημοσίου. Από την άλλη, η τραγική καθυστέρηση κάθε αποκρατικοποίησης επί υπουργίας Παπακωνσταντίνου, συνέβαλε στην ολοκληρωτική απαξίωση των περιουσιακών στοιχείων του κράτους. Δεδομένου και ότι η οικονομική συγκυρία κατά την προσεχή διετία αναμένεται να είναι δυσχερής για τουλάχιστον την ερχόμενη διετία, η Τρόικα δέχτηκε μιαν … άλλου τύπου ιεράρχηση των αποκρατικοποιήσεων, όχι σε εισπρακτική βάση πλέον που θα έβγαζε «στο σφυρί» το όποιο φιλέτο και όποτε το ζητούσε κάποιος επενδυτής, αλλά σε μια πιο αναπτυξιακή λογική, στο όνομα της απελευθέρωσης των αγορών και του περιορισμού του τεράστιου κράτους.
Σε κάθε περίπτωση βεβαίως το «στοίχημα» των 19 δισ. θεωρείται μεγάλο και δύσκολο, ειδικά την περίοδο 2012-2013. Μένει να αποδειχθεί αν η ελληνική κυβέρνηση και η διοίκηση του Ταμείου θα μπορέσει να εκμεταλλευτεί πράγματι την πίστωση χρόνου που εξασφάλισε, καθώς και αν θα μπορέσει να πρυτανεύσει και το κριτήριο της προοπτικής που έχει μια οικονομοτεχνική προσφορά, πέραν από το καθαρό “εισπρακτικό” κριτήριο του τιμήματος που θα εισπράξει το δημόσιο, το οποίο δεν εγγυάται βεβαίως από μόνο του την επωφελή για το σύνολο της εθνικής οικονομίας διαχείριση και αξιοποίηση των (συχνά προβληματικών) περιουσιακών στοιχείων του δημοσίου.