Ο κίνδυνος του υψηλού πληθωρισμού είναι σημαντικότερος απ’ αυτόν της ύφεσης, δηλώνει ο πρόεδρος της ΕΚΤ, Ζαν-Κλοντ Τρισέ, ενώ άλλοι σημαίνοντες παράγοντες της παγκόσμιας οικονομίας, όπως η γενική διευθύντρια του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ, τονίζουν ότι η πολιτική επιτοκίων θα πρέπει να προσαρμόζεται στις ανάγκες της οικονομίας, την ίδια ώρα όλο και περισσότεροι εκτιμούν ότι η δεύτερη παγκόσμια ύφεση μετά το 2008 είναι προ των πυλών.
Κατά την πρόσφατη ομιλία του σε εκδήλωση της αμερικανικής Fed, στην Ουάσινγκτον, ο κ. Τρισέ κλήθηκε να σχολιάσει τη θέση που εξέφρασε νωρίτερα η κ. Λαγκάρντ, σύμφωνα με την οποία ο κίνδυνος της ύφεσης είναι πολύ σοβαρότερος από τον κίνδυνο του πληθωρισμού και συνεπώς η νομισματική πολιτική είναι κάτι που πρέπει να μπορεί να προσαρμόζεται.
«Θεωρούμε ότι το πολύ στέρεο αγκυροβόλιο των εκτιμήσεών μας για τον πληθωρισμό είναι ένας από τους σημαντικότερους πόρους μας. Είναι κάτι που θεωρούμε απολύτως ουσιώδες για την εμπιστοσύνη», είπε ο κ. Τρισέ.
Αυτή η εμπιστοσύνη είναι κάτι που βοηθά σε δύσκολες συνθήκες, συμβάλλοντας στην διατήρηση της μεγέθυνσης της οικονομίας, προσέθεσε.
Στην ομιλία του, ο κ. Τρισέ δεν αναφέρθηκε στην κρίση χρέους της Ευρωζώνης, αλλά είπε ότι η ΕΚΤ θα προσαρμόσει τις πολιτικές της στα συγκεκριμένα προβλήματα που αντιμετωπίζει.
Κυρίως, επικεντρώθηκε σε γενικά θέματα γύρω από την μακροπρόθεσμη οικονομική ανάπτυξη.
«Η χρήση έκτακτων μέτρων εξαρτάται από την λειτουργία που καλείται να επιτελέσει η νομισματική πολιτική και πρέπει να αντιστοιχεί με το επίπεδο του προβλήματος ή της αναστάτωσης στις χρηματαγορές […] ή στους ιδιαίτερους τομείς των αγορών», είπε.
Ο Γάλλος κεντρικός τραπεζίτης θα αποχωρήσει από την ΕΚΤ στα τέλη Οκτωβρίου και τη θέση του θα αναλάβει ο Ιταλός Μάριο Ντράγκι.
Πολλοί οικονομολόγοι και αναλυτές εικρίνουν τη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ, λέγοντας ότι στο σημερινό περιβάλλον θα έπρεπε να μειώνει και όχι να αυξάνει τα επιτόκια, επιδεινώνοντας περαιτέρω τα προβλήματα στις υπερχρεωμένες χώρες της ευρω-περιφέρειας.