Έφυγε από τη ζωή την Κυριακή 20 Οκτωβρίου σε ηλικία 86 ετών ο Φετουλάχ Γκιουλέν, ο Τούρκος ιεροκήρυκας, ηγέτης του κινήματος FETO και ορκισμένος εχθρός του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση του θανάτου του στην ιστοσελίδα Herkul.org, ο Γκιουλέν άφησε την τελευταία του πνοή σε νοσοκομείο της Πενσιλβάνια στο οποίο νοσηλευόταν για τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε εδώ και αρκετά χρόνια.
— Herkul (@Herkul_Nagme) October 21, 2024
Ο Γκιουλέν ήταν στο παρελθόν σύμμαχος του Ερντογάν, αλλά οι σχέσεις των δύο ανδρών χάλασαν το 2013 όταν ο Ερντογάν κατηγόρησε τον Γκιουλέν ότι εκείνος είχε υποκινήσει τις έρευνες για διαφθορά, οι οποίες στοχοποίησαν και ενέπλεξαν δεκάδες κυβερνητικά στελέχη και στελέχη του κυβερνώντος κόμματος.
Βρισκόταν στην κορυφή της λίστας των πιο καταζητούμενων προσώπων της Τουρκίας με την κατηγορία ότι ηγείται τρομοκρατικής οργάνωσης, και δίδασκε την ήπια εκδοχή του Ισλάμ, που πιστεύει στην επιστήμη, το διάλογο μεταξύ των θρησκειών και την πολυκομματική δημοκρατία.
Ζούσε αυτοεξόριστος στην Πενσιλβάνια των ΗΠΑ. Θεωρείτο από τις τουρκικές αρχές ως ο εγκέφαλος του αποτυχημένου πραξικοπήματος του 2016 στην Τουρκία, κάτι που ο ίδιος αρνήθηκε κατηγορηματικά. Παρά τις προσπάθειες της Άγκυρας για την έκδοσή του, η Ουάσινγκτον δεν προχώρησε σε αυτήν την κίνηση λόγω έλλειψης αποδεικτικών στοιχείων που να υποστηρίζουν τις κατηγορίες για τρομοκρατία.
Η δράση του Γκιουλέν ξεκίνησε από την Τουρκία, όπου ίδρυσε ένα κίνημα που βασιζόταν σε θρησκευτικές αξίες και την εκπαίδευση, ενώ υποστήριζε την ειρηνική συνύπαρξη και τον διαθρησκευτικό διάλογο. Με την πάροδο των ετών, το κίνημά του αναπτύχθηκε διεθνώς και απέκτησε ισχυρή παρουσία σε σχολεία και μέσα ενημέρωσης, ειδικά στην Τουρκία, πριν την πολιτική ρήξη με τον Ερντογάν το 2013. Η τουρκική κυβέρνηση, αμέσως μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016, κατηγόρησε το FETO για την οργάνωση της εξέγερσης, οδηγώντας σε μαζικές συλλήψεις και εκκαθαρίσεις υποστηρικτών του.
Το κυνήγι «μαγισσών» στη Θράκη από τις τουρκικές μυστικές υπηρεσίες
Η επίδραση της πολιτικής σύγκρουσης αυτής άγγιξε και τη μουσουλμανική μειονότητα στη Θράκη. Σύμφωνα με επώνυμες καταγγελίες μειονοτικών, από το πραξικόπημα και για τα επόμενα τουλάχιστον τρία χρόνια, περίπου 200 Έλληνες μουσουλμάνοι της Θράκης είχαν στοχοποιηθεί από το καθεστώς Ερντογάν ως «Γκιουλενιστές» και τους είχε επιβληθεί το μέτρο απαγόρευσης εισόδου στην Τουρκία.
Στα παραπάνω άτομα συγκαταλέγονταν από πολιτικοί και δημοσιογράφοι μέχρι και μαθητές Λυκείου.
Άνθρωποι των μυστικών υπηρεσιών της Τουρκίας, δηλαδή της ΜΙΤ, καλυπτόμενοι πίσω από τη διπλωματική ιδιότητα, φακέλωναν για τα φρονήματά τους άτομα της μειονότητας, ιδιαίτερα εκείνα που αρνούνταν να εκτελέσουν τις εντολές του τουρκικού Προξενείου και προσκείμενων σε αυτό συλλόγων, όπως της αποκαλούμενης «Ανώτατης Συμβουλευτικής Επιτροπής Μειονότητας».
Χαρακτηριστικές περιπτώσεις ανθρώπων που στοχοποιήθηκαν από το καθεστώς Ερντογάν, οι δημοσιογράφοι του «Azinlikca», ιμάμηδες από τη Θράκη αλλά και ο Βουλευτής Ροδόπης Ιλχάν Αχμέτ, ο οποίος έπεσε θύμα συκοφαντικών δημοσιευμάτων στην Τουρκία, χαρακτηριζόμενος ως δήθεν «προστάτης της FETO».
«Οι παθόντες σιωπούν επειδή φοβούνται τα χειρότερα αν μιλήσουν. Με τη σιωπή τους ελπίζουν κάποτε να κατευνάσουν το ερντογανικό καθεστώς. Οι πολιτικοί ταγοί της Μειονότητας, οι 4 βουλευτές, οι δημοσιογράφοι, φοβούνται κι αυτοί. Μερικοί βέβαια κάνουν πως ταυτίζονται πλήρως με τις διώξεις, τις επικροτούν, συνήθως από φόβο πάλι. Αυτό που ζούμε στη Μειονότητα θα πρέπει να λέγεται “εισαγόμενο καθεστώς τρομοκρατίας”», έγραφε χαρακτηριστικά ο αείμνηστος Ιμπράμ Ονσούνογλου.