Με κοινή ερώτηση που κατέθεσαν οι βουλευτές της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής, μετά από πρωτοβουλία των αρμόδιων βουλευτών και του τομέα Ψηφιακής Διακυβέρνησης, αναδεικνύεται το μείζον ζήτημα των ακριβών και αργών ταυτόχρονα υπηρεσιών διαδικτύου στην χώρας μας σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη.
Όπως χαρακτηριστικά τονίζεται στην ερώτηση, «το 2022 η χώρα μας ήταν η τελευταία στην Ευρώπη ως προς τον αριθμό των νοικοκυριών που έχουν δίκτυο υψηλής χωρητικότητας (Very High Capacity Network).
Μόλις το 2,1% έχει ταχύτητα 200Mbps και το 0,2% ταχύτητα 500Mbps / 1 Gbps. Επίσης η διείσδυση των ευρυζωνικών συνδέσεων άνω των 100Mbps είναι χαμηλή τόσο στα νοικοκυριά, καθώς ένα 1 στα 5 διαθέτει σχετική σύνδεση, όσο και στις επιχειρήσεις (1 στις 4).
Χαρακτηριστικά μόνο το 24% των επιχειρήσεων στην Ελλάδα χρησιμοποιούν συνδέσεις άνω των 100Mbps, ποσοστό αρκετά χαμηλότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο που φτάνει το 57%. Είναι απορίας άξιο πώς γίνεται το ελληνικό πακέτο (33,02 ευρώ) να είναι ακριβότερο από τα αντίστοιχα της Γερμανίας (31,94 ευρώ), της Μεγάλης Βρετανίας (31,58 ευρώ), της Ισπανίας (29,41 ευρώ) και της Πορτογαλίας (29,25 ευρώ)! Μόλις το 2022 υποβλήθηκαν συνολικά 121.297 παράπονα για κακή ποιότητα πρόσβασης στο Διαδίκτυο, εκ των οποίων τα 119.593 αφορούσαν ταχύτητες (98,6%)».
Με γνώμονα τη διαπίστωση ότι «η βελτίωση των ταχυτήτων, η μείωση του κόστους και η διασφάλιση της ποιότητας του διαδικτύου είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για την ανάπτυξη της ψηφιακής οικονομίας και κοινωνίας στην Ελλάδα», ο υπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης κ. Δημήτρης Παπαστεργίου καλείται να δώσει πειστικές απαντήσεις σε μια σειρά ερωτημάτων των βουλευτών του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, που έχουν να κάνουν με την παθολογία των υπηρεσιών διαδικτύου στην Ελλάδα.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ερώτησης προς τον Υπουργό Ψηφιακής Διακυβέρνησης Δημήτρη Παπαστεργίου. Την ερώτηση υπογράφει και ο Βουλευτής Ροδόπης του ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ Ιλχάν Αχμέτ.
«Κύριε Υπουργέ,
Τις τελευταίες μέρες, δημοσιεύματα αναφέρουν για ακόμη μια φορά το θέμα του ακριβού και αργού διαδικτύου στη χώρα μας, και ειδικότερα σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη. Χαρακτηριστικά αναφέρεται πως κινδυνεύουν να τιναχθούν στον αέρα οι προσπάθειες της χώρας για επιτάχυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού και προσαρμογή των τιμών για γρήγορο Ιnternet στα ευρωπαϊκά δεδομένα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να «κρούει τον κώδωνα του κινδύνου». Επίσης έχουμε πολλές και συνεχείς έρευνες που μας κατατάσσουν στις τελευταίες θέσεις όσον αφορά την ποιότητα και την τιμή του Διαδικτύου σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Πιο συγκεκριμένα, το 2022 η χώρα μας ήταν η τελευταία στην Ευρώπη ως προς τον αριθμό των νοικοκυριών που έχουν δίκτυο υψηλής χωρητικότητας (Very High Capacity Network). Μόλις το 2,1% έχει ταχύτητα 200Mbps και το 0,2% ταχύτητα 500Mbps / 1 Gbps. Επίσης η διείσδυση των ευρυζωνικών συνδέσεων άνω των 100Mbps είναι χαμηλή τόσο στα νοικοκυριά, καθώς ένα 1 στα 5 διαθέτει σχετική σύνδεση, όσο και στις επιχειρήσεις (1 στις 4). Χαρακτηριστικά μόνο το 24% των επιχειρήσεων στην Ελλάδα χρησιμοποιούν συνδέσεις άνω των 100Mbps, ποσοστό αρκετά χαμηλότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο που φτάνει το 57%. Είναι απορίας άξιο πώς γίνεται το ελληνικό πακέτο (33,02 ευρώ) να είναι ακριβότερο από τα αντίστοιχα της Γερμανίας (31,94 ευρώ), της Μεγάλης Βρετανίας (31,58 ευρώ), της Ισπανίας (29,41 ευρώ) και της Πορτογαλίας (29,25 ευρώ)! Μόλις το 2022 υποβλήθηκαν συνολικά 121.297 παράπονα για κακή ποιότητα πρόσβασης στο Διαδίκτυο, εκ των οποίων τα 119.593 αφορούσαν ταχύτητες (98,6%).
Αξιολογώντας λοιπόν την σημερινή – σταθερά χαμηλή – επίδοση της χώρας μας για την παροχή γρήγορων, φθηνών και αξιόπιστων συνδέσεων στο διαδίκτυο, θα πρέπει να τονίζουμε συνεχώς την έντονη ανάγκη για διαφάνεια όσον αφορά τις επιδόσεις των δικτύων και την τήρηση των συμφωνημένων ταχυτήτων, την ενίσχυση της ενημέρωσης και της ευαισθητοποίησης των πολιτών για τα δικαιώματά τους ως καταναλωτών υπηρεσιών διαδικτύου καθώς και τη δημιουργία ενός αποτελεσματικού πλαισίου για την επίλυση διαφορών και την προστασία των καταναλωτών από αθέμιτες πρακτικές.
Η βελτίωση των ταχυτήτων, η μείωση του κόστους και η διασφάλιση της ποιότητας του διαδικτύου είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για την ανάπτυξη της ψηφιακής οικονομίας και κοινωνίας στην Ελλάδα.
Με βάση τα παραπάνω ερωτάται ο κος Υπουργός:
- Ποια είναι η θέση της Ελλάδας όσον αφορά τις ταχύτητες και τις τιμές στο διαδίκτυο σε σχέση και με την ΕΕ και ποια συγκεκριμένα βήματα γίνονται, με ποιο χρονοδιάγραμμα, για τη βελτίωσή της;
- Πώς σκοπεύετε να αυξήσετε το ποσοστό των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων που έχουν πρόσβαση σε δίκτυα υψηλής χωρητικότητας (Very High Capacity Network);
- Ποιές ενέργειες κάνετε για να καλύψετε το χάσμα μεταξύ Ελλάδας και Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά τις ταχύτητες διαδικτύου;
- Τί μέτρα θα ληφθούν για να διασφαλιστεί η τήρηση των συμφωνημένων ταχυτήτων από τους παρόχους υπηρεσιών διαδικτύου;
- Πώς σκοπεύετε να μειώσετε το κόστος των ευρυζωνικών συνδρομών στην Ελλάδα, λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι υψηλότερο από το αντίστοιχο σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες;
- Ποιές ενέργειες θα γίνουν για να ενισχύσετε τον ανταγωνισμό στην αγορά των τηλεπικοινωνιών, με στόχο τη μείωση των τιμών;
- Υπάρχει πρόθεση για υιοθέτηση πολιτικών που να προσφέρουν οικονομικά προσιτές συνδέσεις σε ευάλωτες ομάδες πληθυσμού;
- Ποιές ενέργειες θα γίνουν για την αντιμετώπιση του υψηλού ποσοστού παραπόνων για κακή ποιότητα πρόσβασης στο διαδίκτυο;
- Πώς σκοπεύετε να διασφαλίσετε την αξιοπιστία των δικτύων και την άψογη λειτουργία τους;
- Ποιές διαδικασίες θα θεσπιστούν για την ταχεία διερεύνηση και επίλυση προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι χρήστες;».