Στην τοποθέτηση του Πρύτανη του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου κ. Κώστα Γουλιάμου παραπέμπει ο Ευριπίδης Στυλιανίδης προκειμένου να απαντήσει στον πρώην Πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη ο οποίος, με άρθρο του στην εφημερίδα «Τα Νέα», κατηγορεί τον Κώστα Καραμανλή «για το Ελσίνκι και για τις ευκαιρίες που χάθηκαν».
Ο Βουλευτής Ροδόπης μιλά για έναν «ξεχασμένο από την ιστορία» Σημίτη ο οποίος επιδιώκει «συκοφαντώντας τον πολιτικό του αντίπαλο να δραπετεύσει από την ιστορική αφάνεια».
Αναλυτικά:
«Εύστοχα και πατριωτικά, ο διανοητής της Αριστεράς και εξαιρετικός πολιτικός επιστήμονας, ο Πρύτανης του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου Καθηγητής Κώστας Γουλιάμος αποδομεί ‘’Τον Ξεχασμένο της Ιστορίας’’ πρώην Πρωθυπουργό Κ. Σημίτη, αναδεικνύοντας την επιλεκτική του μνήμη και την υποχωρητική του λογική που κάποτε έβλαψαν τη Ελλάδα συγχέοντας την άσκηση Εθνικής Εξωτερική Πολιτικής με τις προσωπικές του δημόσιες και διεθνείς σχέσεις.
Ο εξ αρχής όμως συμβιβασμός του Κ. Σημίτη δεν είναι ρεαλισμός και η εθνική υποχωρητικότητα του δεν μπορεί να βαπτισθεί εκ των υστέρων εθνική επιτυχία, ακόμα κι αν ο εμπνευστής και θιασώτης της επιδιώκει συκοφαντώντας τον πολιτικό του αντίπαλο να δραπετεύσει από την ιστορική αφάνεια και να κερδίσει μια μέρα δημοσιογραφικής προβολής….».
Η τοποθέτηση του κ. Κώστα Γουλιάμου:
«Προκαλεί κάθε δαήμονα και κριτικά σκεπτόμενο πολίτη ο κ. Σημίτης. Για αυτό και απέναντι στον ανεκδιήγητο πολιτικό του λόγο αντιπαραθέτω μια απλή λαϊκή ρήση: «τον μαστραπά τον έσπασες, κρασί τι μου γυρεύεις;». Προφανώς ο κ. Σημίτης θεωρεί ότι έχουμε ξεχάσει το διακυβερνητικό του δόγμα «βουλή και μύθοισι και ηπεροπηΐδι τέχνη»(με θέληση, με παραμύθια και με την τέχνη της εξαπάτησης). Και επειδή παράλληλα στις δηλώσεις του τέως πρωθυπουργού διακρίνω ένα είδος πολιτικής μαλάκυνσης εγκεφάλου, όπως και μια επιλεκτικά σκόπιμη αμνησία των ιστορικών δεδομένων, θα ανασύρω από το παρελθον τα τρία σημεία της άφρονας πολιτικής του κ. Σημίτη:
(1) ένα χρόνο μετά τα Ίμια έθεσε σε μόνιμη αμφισβήτηση το αναφαίρετο δικαίωμα της Ελλάδας να θεωρεί ότι το μόνο εκκρεμές θέμα μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας είναι η διευθέτηση της υφαλοκρηπίδας. Έτσι στην Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ που έγινε στην Μαδρίτη το 1997, η Ελλάδα υπέγραψε μια Συμφωνία , η οποία αναγνωρίζει «νόμιμα και ζωτικά συμφέροντα» της Τουρκίας στο Αιγαίο. Είναι η πρώτη φορά που η Αθήνα αποδέχεται κάτι παρόμοιο. Γεγονός αναμφίβολα ονειδιστικό και μοιραίο.
(2) Το 1999, στο Ελσίνκι (Σύνοδος Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης ) υπογράφει κείμενο σύμφωνα με το οποίο γίνεται λόγος για «εκκρεμείς συνοριακές διαφορές και άλλα συναφή θέματα» μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας! Έτσι, επικυρώνει για δεύτερη φορά τις προκλητικές διεκδικήσεις της Τουρκίας στο Αιγαίο.
(3) Με την κρίση των Ιμίων (1996) έδωσε αφορμή στην Άγκυρα να θέσει ζήτημα των «Γκρίζων ζωνών», αμφισβητώντας την κυριαρχία της Ελλάδας σε αρκετά νησιά, συμπεριλαμβανομένων των Ιμίων. Επρόκειτο για την πρώτη τουρκική διεκδίκηση που αφορούσε καθ΄αυτή την κυριαρχία ελληνικού εδάφους. Πρόδηλα, οι εν λόγω τραγικές παραχωρήσεις άνοιξαν βαθιές πληγές στην Ελλάδα ενώ ταυτόχρονα υποδεικνύουν και αποδεικνύουν όχι απλώς μια τραγική διάσταση της πολιτικής του κ. Σημίτη αλλά και την επικίνδυνη ανικανότητα του τέως πρωθυπουργού να κατανοήσει και, κυρίως, να αντιμετωπίσει ζητήματα μείζονος πολιτικής σημασίας.
Εν ολίγοις, ο κ. Σημίτης έθεσε σε μόνιμη αμφισβήτηση το αναφαίρετο δικαίωμα της Ελλάδας να θεωρεί ότι το μόνο εκκρεμές θέμα μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας είναι η διευθέτηση της υφαλοκρηπίδας. Ίμια, Μαδρίτη, Ελσίνκι: τραγικές παραχωρήσεις, εκτροπές και απεμπολήσεις ενός πολιτικού που επιχειρεί σήμερα με τη μέθοδο της μυθοληψίας να μεταλάβουμε τον πολιτικό του ευτο-κεντρισμό. Ενός πολιτικού που θεσμοποίησε την διεθνή πειρατεία που επιχείρησε – και εξακολουθεί να επιχειρεί – η Τουρκία».
Το άρθρο του Κώστα Σημίτη:
Στο άρθρο του ο Κώστας Σημίτης αποδίδει τις ευθύνες στον Κώστα Καραμανλή για τη σημερινή προκλητική συμπεριφορά της Τουρκίας.
Ο πρώην πρωθυπουργός περιγράφει την πολιτική της κυβέρνησής του στο Ελσίνκι και κάνει λόγο για μια επιτυχία που «δεν ολοκληρώθηκε».
Αφού πρώτα αναδεικνύει την «στρατηγική του Ελσίνκι» για τα ελληνοτουρκικά και τις βασικές επιδιώξεις της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, ο κ. Σημίτης σημειώνει πως η ελληνική αντιπροσωπία απέρριψε άμεσα το πρώτο κείμενο της Συνόδου, το οποίο απείχε πολύ από τις ελληνικές θέσεις. Μάλιστα, υπογραμμίζει ότι ο ίδιος στις 10 Δεκεμβρίου του 1999 δήλωσε στους εταίρους πως αδυνατεί να συναινέσει στην υποψηφιότητα της Τουρκίας, εάν δεν αντιμετωπιστεί θετικά και η υποψηφιότητα της Κύπρου.
Μάλιστα, θυμίζει ότι μπροστά στο αδιέξοδο που δημιουργήθηκε, το συμβούλιο διεκόπη. Στη συνέχεια, εξιστορεί το δρόμο μέχρι την απόφαση του Ελσίνκι, η οποία, όπως τονίζει, εξόργισε την Τουρκία.
«Για αυτό και ο κ. Σολάνα μετέβη αμέσως στην Άγκυρα για να καθησυχάσει την τουρκική ηγεσία, το οποίο και πέτυχε» υπογραμμίζει ο πρώην πρωθυπουργός, και συμπληρώνει: «Η Κύπρος εντάχθηκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση μαζί με 10 άλλες χώρες την 1η Μαΐου 2004. Η υπογραφή της Συνθήκες Προσχώρησης έγινε στην Αθήνα τον Απρίλιο του 2003 όταν η Ελλάδα προήδρευε του Συμβουλίου Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
«Το 2004, όταν πραγματοποιήθηκε, σύμφωνα με την απόφαση του Ελσίνκι, η Σύνοδος Κορυφής στις Βρυξέλλες για να αποφασιστεί η έναρξη των συνομιλιών με την Τουρκία, την Ελλάδα εκπροσωπούσε ο νέος πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής» γράφει ο κ. Σημίτης, και συμπληρώνει:
«Στη Σύνοδο Κορυφής των Βρυξελλών αποφασίστηκε η εκκίνηση της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας παρόλο που δεν είχε τακτοποιήσει τις διαφορές της με την Ελλάδα, όσον αφορά την ΑΟΖ και την υφαλοκρηπίδα. Ο Έλληνας πρωθυπουργός κατά τη συζήτηση, αν και είχε τη δυνατότητα, δεν πρόβαλε την ένσταση για την έλλειψη ανταπόκρισης της Τουρκίας στον όρο που είχε τεθεί στο Ελσίνκι -και αφορούσε την ύπαρξη διαφορών σχετικά με την έκταση της τουρκικής υφαλοκρηπίδας. Αντίθετα, επεσήμανε, ότι ‘’οι ασφυκτικοί χρονικοί περιορισμοί δεν βοηθούν’’.
Απεδέχθη έτσι, την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Τουρκία με ανεπίλυτες τις ελληνοτουρκικές διαφορές ως προς τα όρια των υφαλοκρηπίδων και αιγιαλίτιδων ζωνών τους. Ίσως σήμερα, με την εμπειρία των εξελίξεων στην Τουρκία προβληθεί το επιχείρημα ότι ο Ερντογάν δεν θα δεχόταν ποτέ την παραπομπή των υφισταμένων διαφορών στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, αδιαφορώντας για την ένταξη της Τουρκίας.
Όμως το 2004, ο Ερντογάν δεν υποστήριζε ακόμη τις απόψεις για μια Τουρκία διάδοχο της οθωμανικής αυτοκρατορίας, η οποία έχει δικαιώματα σε όλη την ανατολική Μεσόγειο. Τις απόψεις του αυτές πρόβαλε αργότερα, ιδίως μετά το 2016, μετά την απόπειρα πραξικοπήματος εναντίον του. Το 2004, επιθυμούσε ιδιαίτερα την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση».
Στη συνέχεια του άρθρου του, ο πρώην πρωθυπουργός υποστηρίζει πως μετά τη συμφωνία του Ελσίνκι αναπτύχθηκε μια δυναμική στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, «αποτέλεσμα της οποίας ήταν και οι αλλεπάλληλες διερευνητικές συνομιλίες για την αντιμετώπιση των υφισταμένων διαφορών».
«Αλλά και στις συζητήσεις αυτές η τότε νέα ελληνική κυβέρνηση τελικά δεν έδωσε συνέχεια» τονίζει ο κ. Σημίτης, συνεχίζοντας: «Το αποτέλεσμα της στάσης του 2004 είναι οι σημερινές απειλές και οι εκβιασμοί της Τουρκίας».
Και καταλήγει:
«Συμπληρωματικά πρέπει να υπογραμμιστεί ότι, η προσφυγή στη Χάγη δεν αποκλείει ούτε την ανάπτυξη των πολιτικών και οικονομικών σχέσεων των δύο χωρών, ούτε την πραγματοποίηση διερευνητικών συνομιλιών για την αντιμετώπιση των μεταξύ τους προβλημάτων. Είναι ένα μέσο για την ειρηνική διευθέτηση των ελληνοτουρκικών διαφορών».
Μετά την κυκλοφορία του επίμαχου άρθρου, ο πρώην πρωθυπουργός προχώρησε σε διευκρίνηση:
«Το σημερινό μου άρθρο στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ έχει τίτλο ‘’μια επιτυχία που δεν ολοκληρώθηκε’’ και αναφέρεται στη συμφωνία του Ελσίνκι. Προσωπικοί χαρακτηρισμοί για πολιτικούς, όπως εκείνος που αναφέρεται στην πρώτη σελίδα της εφημερίδας, μου ήταν πάντα ξένοι».