Ενώ οι δημοσιογράφοι αντιμετωπίζονται ως κοινοί εγκληματίες, οι «ισχυροί» φαίνεται να τυγχάνουν μιας ιδιαίτερης αντιμετώπισης και «ασυλίας»
Ανοιχτή επιστολή προς την Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Ξένη Δημητρίου απέστειλε ο δημοσιογράφος Κώστας Βαξεβάνης προκειμένου να καταθέσει τις εύλογες επισημάνσεις του για τον τρόπο με τον οποίον απονέμεται η Δικαιοσύνη από μερίδα δικαστών και Εισαγγελέων, οι οποίοι φαίνεται πως κρίνουν με γνώμονα όχι το δίκαιο και το νόμο αλλά κάποια άλλα κριτήρια.
Συμπεριφορές όπως αυτήν που αναλύει ο εκδότης της εφημερίδας «Documento» έχουμε βιώσει και εμείς στο πετσί μας στα δικαστήρια της Κομοτηνής. Εισαγγελείς αρνούνται να εφαρμόσουν τους νόμους φτάνοντας στο σημείο να μας απειλούν, δικαστές δικάζουν παραβιάζοντας θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα, ενώ οι μηνύσεις μας βρίσκονται καταχωνιασμένες στα συρτάρια των Εισαγγελέων την ώρα που αυτές των αντιδίκων μας προωθούνται με την μορφή του «κατ’ επείγοντος». Αλήθεια; Ποιος διοικεί τελικά αυτή τη χώρα; Οι θεσμικοί της παράγοντες ή η «υπακοή στη δύναμη των ισχυρών»;
Αναλυτικά, ο Κώστας Βαξεβάνης στην επιστολή του αναφέρει:
«Αξιότιμη κυρία Εισαγγελέα
Πιστεύω και εσείς , όπως και εγώ (και πολύ φοβάμαι όπως κάθε Έλληνας πολίτης) έχετε επαναλάβει την ιστορική φράση του Κωνσταντίνου Καραμανλή «ποιος κυβερνά αυτό τον τόπο». Να σας θυμίσω πως ο πρώην πρωθυπουργός αναρωτήθηκε ποιος κυβερνά, παρότι πρωθυπουργός, όταν ο παρακρατικός μηχανισμός δολοφόνησε τον βουλευτή της ΕΔΑ, Γρηγόρη Λαμπράκη. Ήταν τότε που τίμιοι δικαστές και εισαγγελείς στη Θεσσαλονίκη, είχαν το θάρρος σε δύσκολους καιρούς να αποκαλύψουν τα παραθεσμικά κέντρα και την εγκληματική τους δράση.
Σήμερα αναρωτήθηκα για μια ακόμη φορά, ποιος κυβερνά αυτό τον τόπο. Δεν είμαστε στο 1963, αλλά φοβάμαι πως δεν είμαστε και σε εποχή που η Δικαιοσύνη και λέει και δείχνει πως λειτουργεί μόνο με γνώμονα το θεσμικό της ρόλο.
Γνωρίζετε πως στην Ελλάδα υπάρχει ένας- βάρβαρος κατ εμέ -νόμος που προβλέπει την αυτόφωρη σύλληψη για το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμησης δια του Τύπου. Οποιοσδήποτε μπορεί να μηνύσει πολίτη, (κυρίως δημοσιογράφο) και οι Αρχές είναι υποχρεωμένες να τον συλλάβουν. Η σύλληψη φυσικά περιλαμβάνει χειροπέδες, τη γνωστή δακτυλοσκόπηση και φωτογράφηση στην Ασφάλεια και τελικώς την προσαγωγή ενώπιον της Εισαγγελίας. Ο νόμος αυτός έχει δεχθεί κριτική από Διεθνείς Ενώσεις Δημοσιογράφων και, πρακτικά, σε ό,τι αφορά τους δημοσιογράφους, έχει καταργηθεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων με βάση το άρθρο 10 της ΕΣΔΑ. Όποιος δημοσιογράφος καταδικάζεται στην Ελλάδα, βρίσκει το δίκιο του στο ΕΔΑΔ, αφού όμως ταλαιπωρηθεί και εξευτελιστεί. Η γνώμη μου είναι πως με το νόμο αυτό, ουσιαστικά δημιουργείται ομηρία για τον δημοσιογράφο, ο οποίος καταλήγει να αυτολογοκρίνεται για να μην ταλαιπωρηθεί από τις μηνύσεις των ισχυρών.
Έχω συλληφθεί πολλές φορές με το νόμο αυτό, έχω μουτζουρώσει τα χέρια μου στα μελάνια της Ασφάλειας (ευτυχώς τώρα τελευταία άλλαξε η ποιότητα και δεν ποτίζουν επί μέρες το δέρμα) έχω φωτογραφηθεί ως κοινός εγκληματίας επειδή έγραψα κάτι που πρέπει να γράφουν οι δημοσιογράφοι, έχω διασυρθεί ως «συκοφάντης» από αυτούς που δεν απαντάνε όπως οφείλουν στις ερωτήσεις που τους θέτουμε αλλά χρησιμοποιούν τη μήνυση ως διαφυγή και τελικώς έχω –πάντα- αθωωθεί.
Αυτή τη φορά, θέλησα να περάσω στην απέναντι πλευρά για να δω τελικώς αν είμαστε ίσοι μεταξύ μας ή κάποιοι είναι πιο ίσοι από τους άλλους. Θέλησα να κάνω μήνυση για συκοφαντική δυσφήμηση κατά του Γιάννη Στουρνάρα ο οποίος με συκοφάντησε με ανακοίνωσή του μέσω του site της Τράπεζας της Ελλάδος. Χρησιμοποίησε δηλαδή την Κεντρική Τράπεζα της χώρας για προσωπικό του συμφέρον (είναι άραγε παράβαση καθήκοντος και λόγος έκπτωσής του με βάση το Καταστατικό της ΤτΕ;) για να χτυπήσει ένα δημοσιογράφο στον οποίο όμως δεν απάντησε όταν επισήμως του τέθηκαν τα ερωτήματα της δημοσιογραφικής έρευνας. Ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, είπε ψευδώς πως έχω καταδικαστεί για δυσφήμηση και κατηγόρησε εμένα και την εφημερίδα μου Documento ότι εξυπηρετούμε συμφέροντα.
Αποφάσισα λοιπόν να του κάνω μήνυση και να ζητήσω (όπως είχε κάνει η σύζυγός του για μένα πριν μερικούς μήνες) να συλληφθεί με τη διαδικασία του αυτοφώρου. Ο δικηγόρος μου κατέθεσε το βράδυ της Κυριακής , 19 Νοεμβρίου, μήνυση στο Α.Τ Εξαρχείων και ζήτησε να σταλεί σήμα αναζήτησης για τον Γιάννης Στουρνάρα στα Αστυνομικά Τμήματα και κυρίως στη Διεύθυνση Επισήμων Προσώπων και Ευπαθών Στόχων της ΕΛΑΣ. Οι αστυνομικοί φρουροί του κυρίου Στουρνάρα, ήταν υποχρεωμένοι να τον συλλάβουν και να τον οδηγήσουν στο Αστυνομικό Τμήμα για την εφαρμογή της αυτόφωρης διαδικασίας, γιατί η υπηρεσία φύλαξής του δεν είναι και υπηρεσία κάλυψής του όταν διαπράττει αδίκημα.
Το Α.Τ Εξαρχείων ενημέρωσε την Υπηρεσία φύλαξης του κυρίου Στουρνάρα, η οποία είπε πως δεν τον συλλαμβάνει και ζήτησε να ενημερωθεί η Εισαγγελία. Τελικώς το Α.Τ Εξαρχείων απευθύνθηκε στην Εισαγγελέα Βάια Ακρίβου η οποία έδωσε εντολή να μην συλληφθεί ο Γιάννης Στουρνάρας αλλά να της πάνε την μήνυση. Όσες φορές έχω μηνυθεί για συκοφαντική δυσφήμηση, ακολουθείται όλη η εξευτελιστική διαδικασία της σύλληψης και της προσαγωγής μου στον Εισαγγελέα ο οποίος μπορεί να κρίνει πως πρέπει να αφεθώ ελεύθερος. Αν δεν ακολουθηθεί όμως η διαδικασία, τότε κάποιος καταστρατηγεί το νόμο και όσα προβλέπει η αυτόφωρη διαδικασία.
Στην συγκεκριμένη περίπτωση δηλαδή έχουμε ένα αυτόφωρο και μια Δικαιοσύνη ala carte, που απονέμεται με γνώμονα όχι το δίκαιο και το νόμο αλλά κάποια άλλα κριτήρια. Tο χειρότερο είναι πως όταν ο δικηγόρος μου Γιάννης Απατσίδης, επισκέφθηκε την Εισαγγελέα Ακρίβου για να ρωτήσει γιατί δεν ακολουθήθηκε η νόμιμη διαδικασία αυτή του απάντησε «έτσι θέλω, εσύ τι ζόρι τραβάς».
Οφείλω εδώ να σημειώσω, πως η Εισαγγελέας Βάια Ακρίβου, η οποία έδωσε εντολή να μην οδηγηθεί ενώπιον της ο Γιάννης Στουρνάρας, έχει προϊστορία με τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος. Έχει μηνυθεί από πολίτη στις 28/3/2017 (αριθμός πρωτοκόλλου Αρείου Πάγου 2878) γιατί αρχειοθέτησε μήνυση κατά του Γιάννη Στουρνάρα με το πρωτοφανές νομικά επιχείρημα πως αυτά που περιγράφονται στη μήνυση κατά του Διοικητή της ΤτΕ, «είναι κυβερνητική πολιτική και γι αυτόν τον λόγο δεν υπάρχει ποινικό αδίκημα».
Η οικογένεια Στουρνάρα φαίνεται πως γενικώς τυγχάνει ειδικής μεταχείρισης από τη Δικαιοσύνη. Τον περασμένο Ιούνιο, η σύζυγος του Γιάννης Στουρνάρα, εντοπίστηκε να μαγνητοσκοπεί παρανόμως τη δίκη που είχε μαζί μου. Παρά το αυτόφωρο αδίκημα, δεν οδηγήθηκε και αυτή στο Αστυνομικό Τμήμα, ενώ ο Πρόεδρος του δικαστηρίου έσβησε τα αποδεικτικά στοιχεία από το μέσο μαγνητοσκόπησης! Οι δε υποθέσεις που αφορούν τη διερεύνηση των σχέσεων της συζύγου του Στουρνάρα με το αμαρτωλό ΚΕΕΛΠΝΟ, αφού διαχωρίστηκαν από την κύρια υπόθεση ΚΕΕΛΠΝΟ και εμφανίστηκαν έτσι ως «μη εμπλοκή της αφού δεν υπάρχουν διώξεις» βρίσκονται σχεδόν δύο χρόνια σε προκαταρκτική έρευνα.
Ξαναθέτοντας το ερώτημα αν αυτή τη χώρα την διοικούν οι θεσμικοί της παράγοντες ή η υπακοή στη δύναμη των ισχυρών, απαντώ πως δεν υπάρχει άλλη ελπίδα από την δημοσιοποίηση όσων συμβαίνουν. Μια ελπίδα επίσης θεωρώ ότι υπάρχει στην εντιμότητα ανθρώπων της Δικαιοσύνης τους οποίους εκ των πραγμάτων θεωρώ ότι εκφράζετε, γι αυτό και σας απευθύνομαι. Όπως έλεγε και ο Στρατής Μυριβήλης «Η Δικαιοσύνη βαστά σπαθί. Σαν της πάρεις το σπαθί απομένει μόνο με τη ζυγαριά. Αυτή την έχουν όμως και οι μπακάληδες»
Και η αφαίρεση του σπαθιού από τη Δικαιοσύνη, ξεκινά με τις επιλεκτικές της σχέσεις με αυτούς που την θέλουν μπακάλη.»