Βολές προς «όσους, από τον Οκτώβριο 2012 μέχρι πριν από λίγες ημέρες, “έδιναν κι έπαιρναν” (ή το αντίστροφο) για να πείσουν τους πολίτες ότι “τίποτε δεν μπορεί να γίνει στην υπόθεση αυτή” και ότι όποιος επιμένει να ρωτά και να ερευνά “θα κάνει μια τρύπα στο νερό”» καλώντας τους μάλιστα να «αναλάβουν τις ευθύνες τους» εξαπέλυσε με δήλωσή της η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Ζωή Κωνσταντοπούλου, αναφορικά με την υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ.
Η υπεύθυνη επί θεμάτων Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για την ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ αναφέρει ότι το βούλευμα του Δικαστικού Συμβουλίου περί μη παραγραφής των ποινικών αδικημάτων που αποδίδονται στον πρώην υπουργό Οικονομικών Γ. Παπακωνσταντίνου για την υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ «καθιστά επιτακτική και επείγουσα την έρευνα για τις δεκάδες ποινικές δικογραφίες κατά κυβερνητικών προσώπων οι οποίες, ενώ έχουν διαβιβασθεί στη Βουλή από την εισαγγελική Αρχή, αραχνιάζουν στα συρτάρια της Νομοθετικής Υπηρεσίας».
Συνεχίζοντας επισημαίνει ότι οι δικογραφίες αυτές αφορούν «αδικήματα σε βάρος του δημοσίου και κατά του πολιτεύματος, με υπό διερεύνηση Υπουργούς- ακόμη και πρόσωπα που εξακολουθούν να ασκούν εξουσία, να περιβάλλονται με μία ιδιότυπη ασυλία και κεκτημένη ατιμωρησία, που φθάνει μέχρι την επιβράβευση με τις ανώτερες κυβερνητικές θέσεις, χωρίς καμία λογοδοσία».
Και η δήλωση της κυρίας Κωνσταντοπούλου καταλήγει: «Εμείς από πλευράς ΣΥΡΙΖΑ δεν θα σταματήσουμε να διεκδικούμε διαφάνεια, λογοδοσία και δικαιοσύνη για τις υποθέσεις αυτές. Και δεν θα παραλείπουμε να υπενθυμίζουμε:
Α) Ότι στην υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ, με ευθύνη της Κυβέρνησης Σαμαρά, εξακολουθεί να μην έχει ολοκληρωθεί ο φορολογικός έλεγχος των καταθετών, γεγονός που περιορίζει σημαντικά και την έρευνα της Δικαιοσύνης – επ’ αυτού καλείται άλλωστε αύριο στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, μετά από αίτημά μας, ο επικεφαλής του ΣΔΟΕ
Β) Ότι η υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ έχει ιδιαζόντως ενδιαφέρουσες πτυχές που αφορούν και το τραπεζικό σύστημα και οι οποίες αποκαλύφθηκαν κατά τη διερεύνηση, αλλά εμποδίσθηκε η περαιτέρω διαλεύκανσή τους
Γ) Ότι η διαχείριση τόσο των δημοσίων οικονομικών όσο και του τραπεζικού συστήματος, σε άμεση διαπλοκή με γνωστά-άγνωστα συμφέροντα του επιχειρηματικού και μιντιακού κατεστημένου τελεί σε ευθεία και αιτιώδη σύνδεση με το χρέος που έχει καταπλακώσει το λαό, αλλά που, όπως αποδεικνύεται, κάθε άλλο παρά “δημόσιο” είναι. Όταν, λοιπόν, στο Δημόσιο δίνονται τα στοιχεία που καταγράφουν το δρόμο του χρήματος και τον αδικαιολόγητο πλουτισμό, αποκτήματα και τραπεζικές καταθέσεις σε φορολογικούς παραδείσους, η υπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος επιτάσσει τον εξονυχιστικό έλεγχο. Κάθε αντίθετη κυβερνητική μεθόδευση, προς την κατεύθυνση της συσκότισης της αλήθειας, της υπόθαλψης, της παρέλκυσης προς επίτευξη παραγραφής ή και της ενεργού στήριξης υπαιτίων όχι απλώς δεν υπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, αλλά το προδίδει και συνιστά αυτοτελώς ελεγκτέα συμπεριφορά».