- Καθορίζει μονομερώς την αμοιβή που αξιώνει από τους ραδιοσταθμούς και τους λοιπούς χρήστες.
- Κανένας δε γνωρίζει, και βεβαίως ούτε και οι δημιουργοί, με ποιον ακριβώς τρόπο αποδίδει η ΑΕΠΙ τα έσοδα από τις εισπράξεις στους δημιουργούς.
- Καταχράται την αστυνομική δύναμη !
Με ερώτηση που κατέθεσε προς τους συναρμόδιους Υπουργούς Οικονομικών, Πολιτισμού & Αθλητισμού και προς τον Υφυπουργό παρά τω Πρωθυπουργώ & Κυβερνητικό Εκπρόσωπο, ο Βουλευτής Σερρών κ. Μάρκος Μπόλαρης αναφέρεται καίρια και ουσιαστικά στην καρδιά του προβλήματος που αντιμετωπίζουμε οι ιδιοκτήτες Ρ/Σ της επαρχίας εδώ και δύο δεκαετίες, στις σχέσεις μας με την ΑΕΠΙ.
Συγεκριμένα, ο κος Μπόλαρης καταγγέλλει την παράνομη, αυθαίρετη και εξοντωτική πρακτική της ΑΕΠΙ η οποία, κατά παράβαση του νόμου (Ν. 2121/1993 για τα Πνευματικά Δικαιώματα), καθορίζει μονομερώς την αμοιβή που αξιώνει από τους ραδιοσταθμούς και τους λοιπούς χρήστες (αντί του καθορισμού μετά από ελεύθερη διαπραγμάτευση, που ορίζει ο νόμος) και μάλιστα, όχι αποκλειστικώς ποσοστιαία σε σχέση με τα έσοδα των ραδιοσταθμών, όπως προβλέπεται από το νόμο, αλλά επιβάλλοντας, και μάλιστα καταχρώμενοι την αστυνομική δύναμη, ελάχιστη αμοιβή ανεξαρτήτως εσόδων, καθώς και σειρά άλλων καταχρηστικών όρων.
Στην ερώτησή του, ο κύριος Μπόλαρης εύστοχα σημειώνει ότι:
1. Θα πρέπει να ασκηθεί έλεγχος ως προς την επιθετική πολιτική που ακολουθεί η ΑΕΠΙ, καθώς συνιστά πάγια πρακτική της να υποβάλλει μηνύσεις κατά όποιου αρνείται ή αδυνατεί να καταβάλει τις παράνομες χρεώσεις της, οδηγώντας πλέον τους επαγγελματίες είτε σε οικονομικό αδιέξοδο είτε στη φυλακή. Όποιος θεωρήσει ότι το αντίτιμο είναι υπερβολικό, άδικο, ή αδυνατεί να πληρώσει, σύρεται στο αυτόφωρο και στα ποινικά Δικαστήρια, παρότι πρόκειται για μια ιδιωτική διαφορά!
2. Πρέπει να ελεγχθεί το όργανο στο οποίο έχει ανατεθεί από το νόμο η εποπτεία των Οργανισμών Συλλογικής Διαχείρισης (έχει ανατεθεί δια του Ν. 2121/1993 στον Οργανισμό Πνευματικής Ιδιοκτησίας) από τον Υπουργό Πολιτισμού και Αθλητισμού, ο οποίος προΐσταται (ο Οργανισμός Πνευματικής Ιδιοκτησίας λειτουργεί κατά το νόμο «χάριν του δημοσίου συμφέροντος», αλλά κατά τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας και διέπεται από το ιδιωτικό δίκαιο).
Η παράνομη αυτή πρακτική της ΑΕΠΙ έχει και την άλλη της πλευρά, ότι δηλαδή, κανένας δε γνωρίζει, και βεβαίως ούτε και οι δημιουργοί, με ποιον ακριβώς τρόπο αποδίδει η ΑΕΠΙ τα έσοδα από τις εισπράξεις στους δημιουργούς.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ερώτησης :
«Παράνομη και εκβιαστική πρακτική είσπραξης αμοιβών πνευματικών δικαιωμάτων από την Α.Ε.Π.Ι. Α.Ε. σε βάρος ιδιωτικών ραδιοφωνικών σταθμών»
Η Ελληνική Εταιρεία Προστασίας της Πνευματικής Ιδιοκτησίας (Α.Ε.Π.Ι.) είναι μία ανώνυμη εταιρεία η οποία λειτουργεί ως οργανισμός συλλογικής διαχείρισης και προστασίας του περιουσιακού δικαιώματος των δημιουργών μουσικών έργων, βάσει των διατάξεων του Νόμου 2121/1993 για την πνευματική ιδιοκτησία. Οι δημιουργοί των μουσικών έργων έχουν τη δυνατότητα από το νόμο να αναθέτουν στην Α.Ε.Π.Ι. τη διαχείριση των περιουσιακών δικαιωμάτων που απορρέουν από το έργο τους, με συνέπεια να την καθιστούν αρμόδια για την σύναψη συμβάσεων εκμετάλλευσης των έργων, καθώς και για την είσπραξη και απόδοση των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας τους, στην καταβολή των οποίων ενέχονται όσοι εκμεταλλεύονται τα μουσικά έργα που περιλαμβάνονται στο ρεπερτόριό της.
Το άρθρο 56 του Ν.2121/1993 ορίζει ότι οι οργανισμοί συλλογικής διαχείρισης προκειμένου οι χρήστες να έχουν την ευχέρεια της χρήσης των έργων των ρεπερτορίων τους αξιώνουν από αυτούς ποσοστιαία αμοιβή, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 32§1 του ίδιου νόμου, στο οποίο προβλέπονται συγκεκριμένα τα εξής:
- η αμοιβή που εξασφαλίζει ο οργανισμός συλλογικής διαχείρισης για την χρήση των έργων των δημιουργών που εκπροσωπούν συμφωνείται με τους χρήστες υποχρεωτικά σε ορισμένο ποσοστό, το ύψος του οποίου καθορίζεται ελεύθερα μεταξύ των μερών
- η βάση για τον υπολογισμό του ως άνω ποσοστού είναι όλα ανεξαιρέτως τα ακαθάριστα έσοδα ή τα έξοδα ή συνδυασμός ακαθάριστων εσόδων και εξόδων, τα οποία προκύπτουν από την επαγγελματική δραστηριότητα του αντισυμβαλλομένου και προέρχονται από την εκμετάλλευση του έργου.
Ωστόσο, σύμφωνα με μεγάλο αριθμό συμβάσεων που συνάπτει η Α.Ε.Π.Ι. με τους ραδιοφωνικούς σταθμούς ανά τη χώρα και τις οποίες έχουμε στην κατοχή μας, προκύπτει ότι οι όροι που προβλέπουν την αμοιβή δεν συνάδουν με τα όσα ορίζει στις διατάξεις του ο σχετικός νόμος. Και αυτό διότι η Α.Ε.Π.Ι. αφενός καθορίζει μονομερώς το ποσοστό σε 2,2% επί των ακαθάριστων εσόδων του σταθμού, ενώ το άρθρο 32§1 ορίζει ότι το ύψος του ποσοστού καθορίζεται ελεύθερα μεταξύ των μερών, και αφετέρου διότι παράνομα, χωρίς μάλιστα να το προβλέπει αντίστοιχα στο αμοιβολόγιο που οφείλει να γνωστοποιεί με δημοσίευση στο κοινό, προσθέτει ως όρο ότι «το ποσό που αναλογεί στο άνω ποσοστό επί των εσόδων δεν μπορεί να είναι κατώτερο των 925 ευρώ ετησίως και αναγνωρίζεται ρητά από τους συμβαλλόμενους ως δίκαιο και εύλογο».
Ο όρος αυτός είναι σαφές πως παραβιάζει ευθέως το νόμο που προβλέπει ότι «η αμοιβή συμφωνείται με τους χρήστες υποχρεωτικά σε ορισμένο ποσοστό», αφού είναι προφανές ότι το ποσό αυτό, γνωστό ως minimum guarantee, δεν ανταποκρίνεται στο προβλεπόμενο 2,2% επί των ακαθάριστων εσόδων για την μεγάλη πλειοψηφία των ραδιοφωνικών σταθμών, στην οποία αντιστοιχεί πολύ μικρό ποσοστό κερδών από διαφημίσεις.
Ο προαναφερόμενος όρος αντίκειται επίσης κατ’ουσία στην αρχή της ελευθερίας των συμβάσεων, όπως αυτή κατοχυρώνεται στο άρθρο 361 του Αστικού Κώδικα, η οποία παρέχει τη δυνατότητα στους συμβαλλόμενους να διαπλάθουν ελεύθερα το περιεχόμενο των όρων της εφόσον αυτοί δεν αντίκεινται σε απαγορευτική διάταξη νόμου ή στις στις αρχές της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών, καθώς ενώ οι χρήστες δεν έχουν διαπραγματευτεί τον συγκεκριμένο όρο, τους αναγκάζει να αποδεχτούν ρητά τον ίδιο καθώς και το ποσό που ορίζει ως δίκαιο και εύλογο.
Επιπρόσθετα, κατ’εφαρμογή του άρθρου 2 του ν.703/77 περί ελέγχου μονοπωλίων και ολιγοπωλίων και προστασίας του ελεύθερου ανταγωνισμού που ορίζει ότι «απαγορεύεται η καταχρηστική εκμετάλλευση από μία ή περισσότερες επιχειρήσεις της δεσπόζουσας θέσης τους στο σύνολο ή στο μέρος της αγοράς της χώρας» και ειδικότερα της περίπτωσης α΄ αυτού, μπορεί να διαπιστωθεί καταχρηστική εκμετάλλευση από την Α.Ε.Π.Ι. της σχέσης οικονομικής εξάρτησης στην οποία βρίσκεται προς αυτήν ο κάθε ραδιοφωνικός σταθμός. Και αυτό διότι ο ραδιοφωνικός σταθμός υποχρεούται να προσχωρεί στη σύμβαση που έχει διαμορφώσει μονομερώς η Α.Ε.Π.Ι., καθορίζοντας μάλιστα μη εύλογες και παράνομες αμοιβές ως οικονομικό αντάλλαγμα για τη χρήση των έργων, λόγω του γεγονότος ότι η ίδια κατέχει δεσπόζουσα θέση στη σχετική αγορά ενώ ο ραδιοφωνικός σταθμός ως πελάτης-χρήστης δεν διαθέτει ισοδύναμη εναλλακτική λύση. Επί του θέματος επίσης έχει εφαρμογή και ο νόμος 3959/2011 “προστασία του ελεύθερου ανταγωνισμού”.
Σε μία τόσο δύσκολη οικονομικά περίοδο για την αγορά που χαρακτηρίζεται από πλήρη έλλειψη ρευστότητας και κατ’επέκταση αδυναμία των χρηστών να καταβάλλουν αμοιβή ακόμη και για τα πνευματικά δικαιώματα, είναι το λιγότερο παράδοξο να εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια και την επιμονή του κάθε ραδιοφωνικού σταθμού που επιθυμεί να συμβληθεί με την Α.Ε.Π.Ι. να ελέγχει την νομιμότητα του αμοιβολογίου της.
Εφόσον η εποπτεία των Οργανισμών Συλλογικής Διαχείρισης έχει ανατεθεί δια του Ν.2121/1993 στον Οργανισμό Πνευματικής Ιδιοκτησίας, και την αποφασιστική αρμοδιότητα για τη δράση ενός οργανισμού συλλογικής διαχείρισης έχει ο Υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού, το κράτος οφείλει να ασκήσει έντονη εποπτεία προκειμένου να διασφαλίσει στους χρήστες ότι η κατάρτιση των συμβατικών όρων από τον κάθε Οργανισμό Συλλογικής Διαχείρισης δεν θα γίνεται με τρόπο που θα καταχράται τη δεσπόζουσα θέση του στην αγορά ούτε θα καταστρατηγεί τους όρους που υπαγορεύονται από τον Ν.2121/1993 σχετικά με τον τρόπο καθορισμού αμοιβής και είσπραξης για τα πνευματικά δικαιώματα. Επίσης, θα πρέπει να ασκηθεί έλεγχος και ως προς την επιθετική πολιτική που ακολουθεί η Α.Ε.Π.Ι., καθώς συνιστά πάγια πρακτική της να ασκεί μηνύσεις στην περίπτωση που ο ραδιοφωνικός σταθμός κρίνει ότι η αμοιβή που αξιώνει η Α.Ε.Π.Ι. δεν είναι δίκαιη ούτε εύλογη και αρνηθεί να υπογράψει τη σύμβαση.
Μετά τα ανωτέρω ερωτώνται οι κ. συναρμόδιοι Υπουργοί :
- Με ποιες ενέργειες προτίθεστε να ελέγξετε την παράνομη και αυθαίρετη πολυετή πρακτική της Α.Ε.Π.Ι., η οποία κατά ευθεία παράβαση του Ν. 2121/1993 που ορίζει ρητά ότι ο υπολογισμός αμοιβής που δικαιούται να αξιώνει από τους χρήστες πρέπει να γίνεται υποχρεωτική σε ποσοστιαία βάση, συμπεριλαμβάνει στις συμβάσεις που καταρτίζει επί σειρά ετών με τους ραδιοφωνικούς σταθμούς παράνομο όρο «για κατώτατο ποσό», γνωστό και ως minimum guarantee. Με την προκλητικά παράνομη συμπεριφορά της η Α.Ε.ΠΙ. αφ’ ενός ζημιώνει οικονομικά παρανόμως περίπου 1.000 επιχειρήσεις ραδιοφώνου στη χώρα και αφ’ ετέρου χρησιμοποιεί, προκειμένου να εισπράξει τις παρανόμως προσδιοριζόμενες αξιώσεις της, ποινική διαδικασία με χιλιάδες εγκλήσεις, στέλνοντας στα ακροατήρια των δικαστηρίων τους ιδιοκτήτες των επαρχιακών κυρίως ραδιοφωνικών σταθμών, επιτυγχάνοντας την είσπραξη χρημάτων που δεν της οφείλονται, με τρόπο εκβιαστικό.
- Με δεδομένο ότι η Α.Ε.Π.Ι. είναι ανώνυμη εταιρία σε ποιες ενέργειες προτίθεστε να προβείτε, μετά την εξακρίβωση των καταγγελλόμενων από τους ραδιοφωνικούς σταθμούς;