Η εικόνα της λίμνης Berkeley Pit είναι ονειρική και ταυτόχρονα πλασματική. Στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα κοκτέιλ δηλητηρίων που προκλήθηκε όταν τα νερά κατέκλυσαν το χώρο της εξόρυξης και τον τεράστιο κρατήρα του εγκαταλελειμμένου ορυχείου στον πάτο της.
Το ορυχείο χαλκού λειτούργησε στην περιοχή από το 1864 έως το 1982. Το υπέδαφος είναι διάτρητο από παλιά ορύγματα, στοές και υπόγειες σήραγγες μήκους 16.000 χιλιομέτρων. Το 1955 άρχισε η εξόρυξη χαλκού στην επιφάνεια. Έτσι αφαιρέθηκαν από τους βράχους τα στρώματα με κοκκινοπορτοκαλί χρώμα, φέρνοντας στην επιφάνεια μαύρες φλέβες σιδήρου και πρασινωπές φλέβες χαλκού.
Η επιφανειακή εξόρυξη μεταλλεύματος έχει μικρότερο κόστος σε σύγκριση με την αντίστοιχη υπόγεια διαδικασία, ενώ παράλληλα κρίνεται ως ασφαλέστερη για τους εργαζόμενους. Η εκμετάλλευσή του ωστόσο έλαβε τέλος το 1982, καθώς κρίθηκε ως μη συμφέρουσα οικονομικά. Η λειτουργία του ορυχείου σταμάτησε. Οι υδραντλίες που αποστράγγιζαν τα υπόγεια νερά στις στοές και τα ορύγματα έκλεισαν οριστικά.
Ύστερα όμως από λίγο καιρό το ορυχείο άρχισε να πλημμυρίζει, ενώ μετά την παρέλευση λίγων μηνών τα νερά έφτασαν και στο μεγάλο κρατήρα. Η στάθμη του νερού άρχισε σιγά σιγά να ανεβαίνει από τα υπόγεια νερά και τις απορροές του βρόχινου νερού. Σήμερα η λίμνη περιέχει 150 δισεκατομμύρια λίτρα νερό και καθημερινά ο όγκος της αυξάνει κατά 10 εκατομμύρια λίτρα.
Αν τα νερά της δεν ήταν τοξικά, η λίμνη Berkeley θα αποτελούσε το κόσμημα της πόλης. Κι όμως, πρόκειται για μιας πρώτης τάξεως οικολογική βόμβα, καθώς τα νερά της είναι κοκτέιλ από θειικό οξύ και βαρέα μέταλλα. Αυτό συνέβη όταν το νερό ήρθε σε επαφή με τα τοιχώματα του εγκαταλελειμμένου ορυχείου, οπότε πυροδοτήθηκε μια σειρά χημικών αντιδράσεων.
Το δηλητηριασμένο περιβάλλον ωστόσο δεν εμποδίζει την ανάπτυξη της ζωής στη λίμνη Berkeley. Πολλοί μικροοργανισμοί, όπως βακτήρια και μύκητες, ζουν στο τοξικό νερό της.
Μπορεί να δημιουργηθούν νέα είδη
Ορισμένα είδη μικροοργανισμών επιβιώνουν σε ακραίες συνθήκες, όπως σε ηφαιστειογενείς ρωγμές στον πυθμένα της θάλασσας, σε πολύ αλμυρά νερά και σε παγωμένες ερήμους. Πρόσφατα ανακάλυψαν ζωή σε φυσική λίμνη από ρευστή άσφαλτο. Άρα, η επιβίωση μικροοργανισμών στη λίμνη Berkeley δεν συνιστά απόλυτο παράδοξο.
Η παρουσία μικροοργανισμών διαπιστώθηκε για πρώτη φορά το 1995.΄Ενα κομμάτι ξύλου καλυμμένο με μια πράσινη βλεννώδη ουσία που θύμιζε ζωντανούς οργανισμούς επέπλεε στην επιφάνεια του νερού. Όταν το ανέλυσαν, διαπίστωσαν ότι ήταν πράσινα φύκη που ανήκουν στο γένος Euglena. Οι αναλύσεις που διεξήχθησαν στο νερό κατέδειξαν την ανάπτυξη και άλλων ειδών. Έως τώρα όμως δεν έχει διευκρινιστεί αν πρόκειται για εντελώς νέα είδη ή για παραλλαγές γνωστών ειδών που έχουν προσαρμοστεί στο συγκεκριμένο περιβάλλον.
Xημική άμυνα
Οι οργανισμοί της λίμνης σχηματίζουν άλλες ουσίες από εκείνες των συγγενών τους που απαντούν σε συνηθισμένα περιβάλλοντα. Συγκεκριμένα είδη μυκήτων, για παράδειγμα, φαίνεται ότι παράγουν διάφορες ουσίες που επενεργούν επιλεκτικά σε καρκινικά κύτταρα. Οι ουσίες αυτές αποκαλούνται «δευτερογενείς μεταβολίτες», παράγονται σε ένα κύτταρο, αλλά δεν είναι απαραίτητες για την επιβίωσή του. Πολλοί δευτερογενείς μεταβολίτες είναι δηλητηριώδεις για άλλους οργανισμούς. Παράλληλα όμως συγκροτούν ένα είδος χημικής προστασίας. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της καφεΐνης και της πενικιλίνης, που τις χρησιμοποιούμε συχνά, προϊόντα ενός φυτού και ενός μύκητα αντίστοιχα με σκοπό την άμυνά τους.
Γιατί όμως οι μύκητες να παράγουν ουσίες ικανές να αναχαιτίσουν την ανάπτυξη καρκινικών κυττάρων, με δεδομένο ότι δεν είναι απαραίτητη η θωράκισή τους έναντι αυτών στο περιβάλλον που διαβιούν; «Μπορεί οι μύκητες να θέλουν να αμυνθούν έναντι άλλων μυκήτων και τα ένζυμα των εχθρών τους να μοιάζουν με τα ανθρώπινα. Όταν οι ουσίες που παράγουν έχουν την ικανότητα να αναχαιτίζουν τα ένζυμα άλλων μυκήτων, θεωρητικά θα μπορούσαν να καταστείλουν και την ανάπτυξη παρόμοιων ανθρώπινων ενζύμων» μας εξηγεί η Andrea Stierle, του Πανεπιστημίου της Μοντάνα, που μαζί με το σύζυγό της, καθηγητή Don Stierle, ερευνούν την επίδραση αυτών των ουσιών στην καταπολέμηση του καρκίνου.
Μύκητες κατά του καρκίνου
Το Αμερικανικό Ινστιτούτο Ερευνών για τον Καρκίνο μελετά τώρα τη δράση αυτών των ουσιών σε 60 διαφορετικά είδη ανθρώπινων καρκινικών κυττάρων, όπως κύτταρα λευχαιμίας, καρκίνου του δέρματος, του στήθους, των ωοθηκών και του προστάτη. Τα αποτελέσματα είναι θετικά. Μια ουσία από τους μικροοργανισμούς της λίμνης μπορεί να αναχαιτίσει την εξάπλωση του καρκίνου των ωοθηκών, ενώ άλλη ουσία φρενάρει τον πολλαπλασιασμό των πνευμονικών καρκινικών κυττάρων.
Εκτιμάται ότι οι γνώσεις αυτές θα αποτελέσουν σημαντική πηγή για την παρασκευή νέων φαρμάκων στο μέλλον. Η Andrea Stierle πιστεύει ότι υπάρχουν πολλές ελπίδες, αν και είναι πρόωρο να πει κάποιος με βεβαιότητα ότι οι ουσίες των μικροοργανισμών της λίμνης θα χρησιμοποιηθούν στη θεραπεία του καρκίνου.