Ο Αντιστράτηγος ε.α. Λάζαρος Καμπουρίδης καταθέτει την προσωπική του εμπειρία και τα συμπεράσματα από το πραξικόπημα στην Τουρκία, καθώς εκείνη την περίοδο βρισκόταν στην Άγκυρα όπου υπηρετούσε ως Ακόλουθος Άμυνας
Την 15 Ιουλίου, συμπληρώνονται 6 χρόνια από την απόπειρα του πραξικοπήματος, το οποίο θα άλλαζε την πολιτική ιστορία της Τουρκίας και θα αποτελούσε την απαρχή μιας περιόδου ορισμού νέας επιθετικής πολιτικής από πλευράς R. Τ. Erdoğan, εναντίον γειτονικών χωρών και ιδιαίτερα της Χώρας μας.
Το βράδυ της Παρασκευής 15 Ιουλίου 2016, βρισκόμενος στην Άγκυρα, όπου υπηρετούσα ως Ακόλουθος Άμυνας, έκρινα σκόπιμο ότι θα έπρεπε να παρακολουθώ από κοντά τις εξελίξεις αφού είχα επίγνωση ότι, μία τέτοια απόπειρα εναντίον της Κυβέρνησης στην Άγκυρα από οποιαδήποτε πλευρά και αν προερχόταν, μπορούσε να επηρεάσει και τα ελληνοτουρκικά. Θυμίζω ότι, το Σχέδιο «ΒΑΡΙΟΠΟΥΛΑ» με το οποίο οι κεμαλιστές στρατηγοί σκόπευαν να ανατρέψουν την κυβέρνηση του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) του νέου τότε πρωθυπουργού R. Τ. Erdoğan, προέβλεπε πόλεμο διάρκειας 3-4 ημερών με την Ελλάδα, ανάληψη του ελέγχου από τις Τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις (ΤΕΔ) και ανατροπή των νεοοθωμανιστών.
Είχα επίγνωση ότι, η ικανότητα χειρισμού της τουρκικής γλώσσας, καθώς και η πολύχρονη υπηρεσία μου στην Τουρκία σε 2 διαφορετικές αποστολές, μου παρείχαν μία άνεση στην κίνησή μου μέσα στο πλήθος. Επίσης, λόγω των καθηκόντων μου ως Ακόλουθος Άμυνας, γνώριζα πολύ καλά τις θέσεις όλων των στρατιωτικών Μονάδων, Σχηματισμών, Βάσεων και εγκαταστάσεων, οπότε μπορούσα να κινούμαι σε συγκεκριμένες περιοχές για να έχω μία καλύτερη και αντικειμενικότερη αντίληψη της πραγματικότητας.
Το προηγούμενο διάστημα, είχαν αυξηθεί τα δημοσιεύματα στα τουρκικά ΜΜΕ ότι στην επόμενη συνεδρίαση του Ανωτάτου Στρατιωτικού Συμβουλίου (ΑΣΣ) της Τουρκίας το οποίο θα πραγματοποιείτο την πρώτη εβδομάδα του Αυγούστου για τις καθιερωμένες κρίσεις των ανωτάτων αξιωματικών αλλά και των αξιωματικών βαθμού Συνταγματάρχη, η Κ/Β θα προχωρούσε σε «εκκαθαρίσεις» του στρατεύματος από τους Γκιουλενιστές αξιωματικούς, προκαλώντας τον εκνευρισμό τους και την επίσπευση της απόπειρας ανατροπής της κυβέρνησης. Δημοσιεύματα τουρκικών ΜΜΕ ανέφεραν επίσης τότε για το θέμα ότι, ο αριθμός των υψηλόβαθμων Γκιουλενιστών αξιωματικών στις ΤΕΔ δεν ξεπερνούσε τους 1.000. Το σημείο αυτό σε σχέση και με τις επερχόμενες εξελίξεις αποκαλύπτει και το κενό πληροφόρησης που υπήρχε τότε για τον αριθμό των Γκιουλενιστών αξιωματικών στο τουρκικό στράτευμα. Ήδη από τις πρωϊνές ώρες της επόμενης ημέρας (16 Ιουλίου 2016), είχε γίνει ξεκάθαρη η αποτυχία της απόπειρας του πραξικοπήματος, ακολούθησε η σύλληψη των πρωτεργατών αλλά και χιλιάδων στελεχών των ΤΕΔ με αποτέλεσμα να ξημερώσει μία νέα Τουρκία με έναν «παντοδύναμο» ηγέτη, ο οποίος θα λάμβανε πολύ σημαντικές αποφάσεις που θα επηρέαζαν και συνεχίζουν να επηρεάζουν μέχρι σήμερα τις εξελίξεις στο εσωτερικό της Τουρκίας αλλά και στον περίγυρό της.
Για τα επόμενα 2 χρόνια, δηλαδή μέχρι την 19 Ιουλίου 2018, η Τουρκία κηρύχθηκε 7 φορές σε Κατάσταση Έκτακτης Ανάγκης, εκδόθηκαν από την Προεδρία της Τουρκικής Δημοκρατίας 32 Προεδρικά Διατάγματα και ακολούθησαν διώξεις, συλλήψεις και φυλακίσεις πολιτών, καθώς και απαγόρευση λειτουργίας διάφορων φορέων. Λίγες ημέρες αργότερα (24 Αυγούστου 2016), οι ΤΕΔ πραγματοποίησαν την πρώτη επιχείρηση στη βόρεια Συρία (Επιχείρηση Ασπίδα του Ευφράτη).
Η αποτυχία του πραξικοπήματος μπορεί να αποδοθεί επιγραμματικά στους παρακάτω λόγους:
Διαρροή της απόπειρας του πραξικοπήματος από αξιωματικό χειριστή επιθετικού ελικοπτέρου ο οποίος είχε ταχθεί αρχικά με τους πραξικοπηματίες. Αυτό είχε ως συνέπεια την ανατροπή του αρχικού σχεδίου, με αποτέλεσμα να ακολουθήσουν αλυσιδωτά λάθη από πλευράς των πρωτεργατών του πραξικοπήματος.
Λανθασμένη εκτίμηση των πραξικοπηματιών αφού ανέμεναν ότι η κοινωνία θα ταχθεί μαζί τους αμέσως μόλις οι φάλαγγες των αρμάτων και οχημάτων εξέλθουν στους δρόμους. Αποδείχθηκε ότι αποκωδικοποίησαν λάθος τα μηνύματα του τουρκικού λαού το προηγούμενο διάστημα και δεν είχαν εκτιμήσει σωστά την αντίδραση των νεοοθωμανιστών, οι οποίοι φαίνεται ότι είχαν προετοιμαστεί για κάθε κίνηση ανατροπής της κυβέρνησης, με αφορμή τα επεισόδια του Πάρκου Gezi / Κων/πολη (Μάϊος – Ιούνιος 2013).
Άριστη προετοιμασία των τοπικών οργανώσεων του κυβερνόντος κόμματος ΑΚΡ αλλά και των θρησκευτικών λειτουργών με αποτέλεσμα αμέσως μετά το μήνυμα του Τούρκου Προέδρου τα μεσάνυχτα της 15/16 Ιουλίου μέσω κινητού τηλεφώνου, να ξεχυθούν στους δρόμους των πόλεων και ιδιαίτερα της Άγκυρας χιλιάδες κόσμου, αποτρέποντας τις ενέργειες των ερπυστριοφόρων στην τουρκική πρωτεύουσα και ιδιαίτερα πέριξ του Γενικού Επιτελείου, του κτιρίου της Μεγάλης Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης, αλλά και των 2 γεφυρών του Βοσπόρου.
Δραστηριοποίηση υπέρ της κυβέρνησης του συνόλου της Αστυνομίας εναντίον των πραξικοπηματιών, με αποτέλεσμα πολλές Μονάδες των ΕΔ να μην εξέλθουν των στρατοπέδων.
Στημένο ή όχι το πραξικόπημα;
Πολλά έχουν γραφτεί για τον ισχυρισμό ότι το πραξικόπημα είχε σχεδιαστεί από τον ίδιο τον Τούρκο Πρόεδρο. Ο ίδιος ο Πρόεδρος του Κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης (CHP) Κ. Kılıçdaroğlu, είχε δηλώσει αμέσως μετά την απόπειρα ότι αυτό ήταν «ελεγχόμενο».
Ο Τούρκος Πρόεδρος εξάλλου στην πρώτη του δημόσια εμφάνιση μετά την απόπειρα, δήλωσε ότι γνώριζε για την ύπαρξη σχεδίου ανατροπής. Αυτό όμως απέχει πολύ από τον ισχυρισμό που δεν αποδείχτηκε ποτέ, ότι το πραξικόπημα ήταν στημένο από το επιτελείο του Τούρκου Προέδρου.
Από τη μελέτη καταθέσεων των πρωτεργατών του πραξικοπήματος αλλά και κρατικών αξιωματούχων οι οποίοι είχαν ενεργό εμπλοκή στην αντιμετώπισή του, φαίνεται ότι, η κυβερνητική πλευρά είχε πληροφορίες για πιθανή απόπειρα και είχε προετοιμαστεί εστιάζοντας στην κινητοποίηση του λαού αλλά και στην ενεργό συμμετοχή της Αστυνομίας. Σε συζήτηση που είχα με υψηλόβαθμο αξιωματικό των πληροφοριών ενός από τα Επιτελεία της Τουρκίας μετά την απόπειρα, αυτός παραδέχθηκε ότι το σύστημα πληροφοριών της ΜΙΤ αλλά και του Γενικού Επιτελείου δεν είχε την απαιτούμενη εικόνα για τους σχεδιασμούς των πραξικοπηματιών.
Η Τουρκία είναι μία πολύ μεγάλη χώρα με βαθιές «χαραδρώσεις» στο σώμα της κοινωνίας από διάφορες ιδεολογικές καταβολές και θα ήταν πολύ επικίνδυνο να οργανωθεί ένα τέτοιο εγχείρημα, αφού μία σπίθα από ένα μη ελεγχόμενο σημείο θα μπορούσε να οδηγήσει στην καταστροφή.
Ο Τούρκος Πρόεδρος, δεν είχε κανένα λόγο να ρισκάρει με ένα στημένο πραξικόπημα, αφού 2 χρόνια πριν είχε κερδίσει τις προεδρικές εκλογές και είχε εκτοπίσει τον ισχυρό πρώην Πρόεδρο Α. Gül και τον πρώην Πρωθυπουργό Α. Davutoğlu, είχε επιβληθεί στη στρατιωτική ιεραρχία μέσα από τις δικαστικές διαδικασίες των σκανδάλων και τέλος, είχε δρομολογήσει στην επόμενη συνεδρίαση του Ανωτάτου Στρατιωτικού Συμβουλίου (ΑΣΣ) την αποπομπή μεγάλου αριθμού αντιφρονούντων αξιωματικών (Γκιουλενιστές, ακραίοι κεμαλιστές).
Ριζικές Αλλαγές
Αμέσως μετά την απόπειρα του πραξικοπήματος ο Τούρκος Πρόεδρος, αισθανόμενος «παντοδύναμος» αφού είχε επιβληθεί το προηγούμενο διάστημα στη στρατιωτική ιεραρχία και έχοντας εξουδετερώσει κάθε άλλο πόλο εξουσίας με κυριότερο τον ιμάμη F. Gülen, έθεσε σε εφαρμογή ένα νέο σχέδιο θεμελιωμένο σε βάσεις νεοοθωμανικού μεγαλείου και με χρονικό ορόσημο το 2023. Οι αλλαγές αυτές αλλά και οι αντικειμενικοί σκοποί του νέου σχεδίου άλλαζαν συθέμελα την αμυντική πολιτική αλλά και την Υψηλή Στρατηγική της Τουρκίας, ορίζοντας ταυτόχρονα και νέο στρατηγικό όραμα με το βλέμμα στο νεοοθωμανικό μεγαλείο για την αποκαθήλωση κεμαλικών συμβολισμών και του ίδιου του ιδρυτή της Τουρκικής Δημοκρατίας, Κ. Αtatürk.
Το σημαντικό για τη Χώρα μας είναι ότι, οι αλλαγές αυτές επηρεάζουν την πολιτική αλλά και τη στρατηγική της γειτονικής Τουρκίας εις βάρος κυριαρχικών μας δικαιωμάτων, με αποτέλεσμα να οδηγηθούμε στην κρίση του 2020 (σεισμικές έρευνες πλοίου Οruç Reis), αλλά και στην ένταση της τρέχουσας περιόδου, χρησιμοποιώντας ως βασικό αφήγημα αναθεωρητισμού, την αξίωση της αποστρατιωτικοποίησης νησιών του ανατολικού Αιγαίου αμφισβητώντας την κυριαρχία αυτών. Αναλυτικότερα, η κυβέρνηση ΑΚΡ προχώρησε σε μεταρρυθμίσεις οι οποίες ισχυροποίησαν τη θέση του Τούρκου Προέδρου έναντι κάθε άλλης φωνής στο εσωτερικό, ενώ ταυτόχρονα άλλαξαν την πολιτική αλλά και τη στρατηγική της Τουρκίας εις βάρος κυριαρχικών δικαιωμάτων αλλά και της εδαφικής επικράτειας γειτονικών χωρών. Ειδικότερα:
Ένοπλες Δυνάμεις:
Αποπομπή δεκάδων χιλιάδων στελεχών των ΤΕΔ με αποτέλεσμα την μείωση της ποιότητας του στρατεύματος.
Βαθιές τομές στις Ένοπλες Δυνάμεις, με σκοπό τη δημιουργία μηχανισμών ελέγχου του στρατεύματος και τον αποκλεισμό κάθε ενδεχόμενης δυνατότητας στρατιωτικών να πραγματοποιήσουν νέα απόπειρα ανατροπής της κυβέρνησης.
Δημιουργία νέων δομών ώστε να δημιουργηθεί ένα νέο, μοντέρνο σύστημα στρατιωτικής εκπαίδευσης.
Άρση περιορισμών που είχαν θεσπιστεί επί κεμαλικής διακυβέρνησης και αφορούσαν την δυνατότητα εισαγωγής στις ΤΕΔ στελεχών εμφορούμενων από τον ισλαμικό τρόπο ζωής.
Μείωση της οροφής των ΤΕΔ με υπαγωγή της Στρατοχωροφυλακής (Σ/Χ) στο Υπουργείο Εσωτερικών.
Μείωση της θητείας και την επιτάχυνση των διαδικασιών επαγγελματοποίησης του στρατεύματος, με κύριο γνώμονα, ότι ένας επαγγελματικός στρατός είναι πιο πιστός στην κυβέρνηση.
Υπαγωγή του Γενικού Επιτελείου αλλά και των άλλων Επιτελείων (ΣΞ, ΠΝ και ΠΑ) υπό το Υπουργείο Άμυνας.
Τροποποίηση της σύνθεσης του Ανωτάτου Στρατιωτικού Συμβουλίου (ΑΣΣ) με αποτέλεσμα οι αποφάσεις του να ελέγχονται από την πολιτική ηγεσία.
Αμυντική Πολιτική – Υψηλή Στρατηγική:
Αλλαγή του Αμυντικού Δόγματος. Αυτό από Αποτρεπτικό τροποποιήθηκε σε μία περισσότερο επιθετική μορφή, αυτής του Προληπτικού Πλήγματος.
Υλοποίηση του Δόγματος δημιουργίας Στρατηγικού Βάθους με ανάληψη στρατιωτικών επιχειρήσεων σε γειτονικές χώρες (Συρία, Ιράκ), με σκοπό την κατοχή εδαφών.
Ανάδειξη νέων αξιώσεων εις βάρος γειτονικών χωρών.
Προσπάθεια αποκατάστασης των σχέσεων με άλλες χώρες οι οποίες είχαν διαταραχθεί την τελευταία 10ετία (Αίγυπτος, Ισραήλ, αραβικές χώρες).
Δημιουργία στρατιωτικών βάσεων σε χώρες της Αφρικής, του Κόλπου και του Καυκάσου, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης στρατηγικής, δημιουργίας της εικόνας αυτής της περιφερειακής δύναμης.
Επιθετική πολιτική στο Κουρδικό, με διώξεις Κούρδων στελεχών του φιλοκουρδικού κόμματος HDP, αλλά και ανάληψη στρατιωτικών επιχειρήσεων εντός και εκτός Τουρκίας με σκοπό την εξάλειψη του κουρδικού διαδρόμου στη Συρία αλλά και την καταστροφή του ΡΚΚ στις μητρικές βάσεις του στο Β. Ιράκ.
Ελλάδα – Κυπριακή Δημοκρατία:
Αμφισβήτηση της Συνθήκης της Λωζάνης.
Υιοθέτηση του Δόγματος της Γαλάζιας Πατρίδας περιλαμβάνοντας θαλάσσιες περιοχές του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου εις βάρος ζωτικών συμφερόντων της Ελλάδας και της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Υπογραφή Μνημονίου Κατανόησης (MoU) με την κυβέρνηση της Τρίπολης στη Λιβύη, για τον «καθορισμό «θαλάσσιων δικαιοδοσιών».
Προσπάθεια οριοθέτησης ΑΟΖ με άλλες χώρες εις βάρος συμφερόντων της Χώρας μας και της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Αλλαγή πολιτικής στο Κυπριακό με καθιέρωση της θέσης των 2 ανεξάρτητων κρατών.
Δημιουργία τετελεσμένων στην Αμμόχωτο.
Ανακοίνωση και πραγματοποίηση σεισμικών ερευνών σε περιοχές ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων καθώς και έρευνες αλλά και γεωτρητικές δραστηριότητες σε περιοχές της ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Ανάδειξη του θέματος της τουρκικής αξίωσης της αποστρατιωτικοποίησης νησιών του ανατολικού Αιγαίου, ως σημείο πρόκλησης ακόμη και πολεμικής σύγκρουσης.
Η κλιμάκωση της τουρκικής προκλητικότητας στο επιχειρησιακό πεδίο μετά την απόπειρα του πραξικοπήματος – ο ρόλος της αξιωματικής αντιπολίτευσης:
Η «παντοδυναμία» που ο ίδιος ο Τούρκος Πρόεδρος αισθάνθηκε μετά την απόπειρα του πραξικοπήματος, του έδωσε τη δυνατότητα να ορίσει ένα νέο φιλόδοξο πλαίσιο στόχων το οποίο περιλαμβάνει εδάφη και θαλάσσιες περιοχές ξένων χωρών, σε υλοποίηση του Εθνικού Όρκου – 1920 (Mîsâk-ı Millî) και σε εφαρμογή ενός νεοοθωμανικού οράματος.
Μελετώντας την κλιμάκωση της ρητορικής πάνω στην οποία βασίζεται ο τουρκικός αναθεωρητισμός την τελευταία 30ετία, δηλαδή τα τελευταία έτη της διακυβέρνησης κεμαλικών κυβερνήσεων αλλά και την περίοδο της εικοσαετούς διακυβέρνησης ΑΚΡ, παρατηρείται ότι, το θέμα της αποστρατιωτικοποίησης δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ με τον τρόπο που έχει τεθεί την τελευταία 2ετία, ώστε να απειλείται ταυτόχρονα και η κυριαρχία των νησιών μας.
Στο Σχέδιο «ΒΑΡΙΟΠΟΥΛΑ», το οποίο διέρρευσε το έτος 2011 στα τουρκικά ΜΜΕ και αφορούσε πολεμική αναμέτρηση με τη Χώρα μας (αφού αυτό προέβλεπε το Σχέδιο για την ανατροπή της κυβέρνησης ΑΚΡ), ως αιτία πολέμου στο σχετικό κείμενο κλιμάκωσης της κρίσης, αναφέρεται η επέκταση των Χωρικών Υδάτων (Χ.Υ.) της Ελλάδας στα 12 ν.μ. αλλά και το καθεστώς κυριαρχίας των 152 νησιών, μικρονήσων και βραχονησίδων τα οποία μεταβιβάστηκαν στη Χώρα μας χωρίς σχετικές Συμφωνίες και Συνθήκες.
Παρά το γεγονός ότι, η Άγκυρα χρησιμοποιούσε τα τελευταία σχεδόν 30 χρόνια ως αιτία πολέμου το θέμα της επέκτασης των Χ.Υ. της Χώρας μας από τα 6 στα 12 ν.μ., παρατηρείται την τελευταία 7ετία και ιδιαίτερα μετά την απόπειρα του πραξικοπήματος η χρησιμοποίηση νέων δράσεων – αφηγημάτων (ενεργειακό-αποστρατιωτικοποίηση νησιών), με σκοπό τον εξαναγκασμό της Χώρας μας σε διάλογο με ευνοϊκούς για την τουρκική πλευρά όρους.
Αύξηση της Πόλωσης μετά το Πραξικόπημα
Μετά την απόπειρα του πραξικοπήματος, παρατηρείται στην Τουρκία ένας ανταγωνισμός της κυβερνητικής συμμαχίας (ΑΚΡ-ΜΗΡ) με τη συμμαχία της αντιπολίτευσης (CHP-IYI), στο ποια πλευρά θα «πλειοδοτήσει» εθνικιστικά προβάλλοντας τις πιο ακραίες αξιώσεις εις βάρος της Χώρας μας.
Ακριβώς λίγο πριν την απόπειρα του πραξικοπήματος, το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα CHP, δανείστηκε από το επίσης εθνικιστικό κόμμα VΑΤΑΝ τον ισχυρισμό της παράνομης κατάληψης 18 νησιών και 1 βραχονησίδας από τον Ελληνικό Στρατό από ανάληψης της διακυβέρνησης από το κυβερνόν κόμμα ΑΚΡ. Για το θέμα αυτό η κυβέρνηση ΑΚΡ κλήθηκε να απαντήσει σε κοινοβουλευτικές επερωτήσεις, αφού οι νεοοθωμανιστές εμφανιζόταν απολογούμενοι για θέμα το οποίο δεν συμπεριλαμβανόταν στη λίστα των τουρκικών αξιώσεων στο Αιγαίο, αλλά αποτελούσε μία νέα αξίωση.
Σε απάντηση τούτου, το κυβερνόν κόμμα (ΑΚΡ) συμμαχώντας με το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης (ΜΗΡ) ανέβασε τον πήχυ, προβάλλοντας το νέο αφήγημα, αυτό της αποστρατιωτικοποίησης νησιών του ανατολικού Αιγαίου, θέτοντάς την μάλιστα για πρώτη φορά ως όρο της ελληνικής κυριαρχίας
Η κεμαλική αντιπολίτευση γνωρίζοντας ότι για να γίνει κόμμα εξουσίας απαιτείται να αυξήσει τα ποσοστά του τουλάχιστον κατά 15 % κάτι το οποίο δεν υφίσταται πλέον στην δεξαμενή ψηφοφόρων που αντιπροσωπεύει, ανέβασε τους τόνους καλώντας τον Τούρκο Πρόεδρο να καταλάβει με στρατιωτική επιχείρηση ελληνικά νησιά.
Συμπεράσματα:
Το πραξικόπημα δεν είχε στηθεί από τον Τούρκο Πρόεδρο αλλά είχε σχεδιαστεί από αντιφρονούντες αξιωματικούς οπαδούς του ιμάμη F. Gülen σε συνεργασία με ακραίους κεμαλιστές αξιωματικούς και είχε χρηματοδοτηθεί από αραβική χώρα. Η κυβερνητική πλευρά είχε επίγνωση ότι υπήρχαν σχεδιασμοί ανατροπής και είχε προετοιμάσει πολύ καλά τους ψηφοφόρους του, τους θρησκευτικούς λειτουργούς και την Αστυνομία. Ο λανθασμένος ισχυρισμός περί στημένου πραξικοπήματος χωρίς επίκληση σχετικών στοιχείων, εντάσσεται στην γενική τάση μη εσκεμμένης «μυθοποίησης» των δυνατοτήτων του τουρκικού παράγοντα, επηρεάζοντας την ορθή εκτίμησή μας έναντι των τουρκικών αξιώσεων.
Η αποτυχία της απόπειρας του πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου 2016, ισχυροποίησε τον Τούρκο Πρόεδρο και του έδωσε τη δυνατότητα να επιβληθεί έναντι κάθε άλλου πόλου εξουσίας στο εσωτερικό της χώρας του αλλά και να θέσει πολύ φιλόδοξους στόχους εποφθαλμιώντας εδάφη και θαλάσσιες περιοχές γειτονικών χωρών.
Συνέπεια τούτου, ήταν η αύξηση της πολιτικής πόλωσης με φάρο τις εκλογές του 2023, με αποτέλεσμα το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης CHP και ευρύτερα η κεμαλική αντιπολίτευση να απαντήσει στο «χαρτί του εξωτερικού εχθρού» των νεοοθωμανιστών με περισσότερο επιθετικά αντανακλαστικά σε θέματα εθνικού μας ενδιαφέροντος, επινοώντας νέες αξιώσεις (18 νησιά και 1 βραχονησίδα).
Στο γαϊτανάκι του εθνικού παραληρήματος, ο Τούρκος Πρόεδρος έχοντας επίγνωση ότι η νίκη στις επερχόμενες εκλογές είναι για τον ίδιο περισσότερο ζωτική από κάθε άλλη φορά, επινόησε την πολύ επιθετική αλλά και συνάμα «ευέλικτη» από πλευράς «επιχειρησιακής αναθεωρητικής εργαλιοποίησης» αξίωση της αποστρατιωτικοποίησης νησιών του ανατολικού Αιγαίου, ορίζοντας μάλιστα αυτήν και ως όρο για την ελληνική κυριαρχία επί των νήσων.
Η κλιμάκωση της ρητορικής με επίκεντρο τα εθνικά μας θέματα από κυβέρνηση και αντιπολίτευση στην Τουρκία, πλέον εντάσσεται στις βασικές εθνικές τους δεσμεύσεις και η Ελλάδα θα πρέπει να είναι έτοιμη να αντιδράσει αφού θα πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι οι δεσμεύσεις αυτές θα τηρηθούν και στο μέλλον, ανεξάρτητα από το ποιά πλευρά θα επικρατήσει μετά τις εκλογές στην Τουρκία.
Η τελευταία Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ στη Μαδρίτη και το κάλεσμα του Αμερικανού Προέδρου για ηρεμία στο Αιγαίο και στη Συρία, μπορεί να δίνει μία εντύπωση μείωσης της τουρκικής πίεσης στα εθνικά μας θέματα, όμως ο τουρκικός αναθεωρητισμός θα συνεχίσει να υφίσταται ενώ ο βαθμός της κλιμάκωσης των τουρκικών προκλήσεων στο άμεσο μέλλον θα κριθεί από την πίεση που θα δεχτεί ο Τούρκος Πρόεδρος από την κεμαλική αντιπολίτευση που όπως προαναφέρθηκε έχει ανεβάσει πολύ ψηλά τον «πήχυ του εθνικισμού», από την εξέλιξη της έγκρισης ή όχι της αναβάθμισης – προμήθειας των F-16, από την κατάσταση της τουρκικής οικονομίας αλλά και τα ποσοστά της κυβερνητικής συμμαχίας ΑΚΡ-ΜΗΡ ενώ βαδίζουμε προς τις εκλογές.
Ο Αντιστράτηγος ε.α. Λάζαρος Καμπουρίδης είναι απόφοιτος της Σχολής Εθνικής Άμυνας, κάτοχος MBA από το Nottinngham Trend University, Πτυχιούχος του Τμήματος Ιστορίας & Εθνολογίας του ΔΠΘ, και υποψήφιος Διδάκτορας του Παντείου Πανεπιστημίου, ενώ διετέλεσε μέλος της Ελληνικής Διπλωματικής Αντιπροσωπείας στην Κωνσταντινούπολη την περίοδο 1995-1999, Ακόλουθος Άμυνας στην Ελληνική Πρεσβεία στην Άγκυρα την περίοδο 2013-2017