Στις αίθουσες των δικαστηρίων Κομοτηνής συζητήθηκε την Δευτέρα 7 Σεπτεμβρίου η αγωγή που κατέθεσε η οικογένεια του εκλιπόντος ιδρυτή του ΚΙΕΦ Αχμέτ Σαδίκ εναντίον του Ιμπράμ Ονσούνογλου με την κατηγορία της «προσβολής μνήμης νεκρού».
Αιτία της αγωγής αποτελούν τα 24 αυτοτελή άρθρα που έχει συντάξει ο συνταξιούχος γιατρός και δημοσιογράφος κ. Ονσούνογλου, ο οποίος αποτελεί κυριολεκτικά τη ζωντανή ιστορία της μειονότητας και παραθέτει δια της πένας του ιστορικά γεγονότα ανεκτίμητης αξίας από την ταραχώδη περίοδο της δεκαετίας του ’80.
Τα άρθρα τα οποία αποτελούν συνέχειες με τίτλο «Τα βαθύτερα αίτια της πρώτης μαύρης λίστας» δημοσιεύτηκαν στην ιστοσελίδα tiken.net και σε κάποια εξ αυτών «πρωταγωνιστικό» ρόλο όπως είναι αναμενόμενο έχει ο ιδρυτής του ΚΙΕΦ, γεγονός που όπως φαίνεται ενόχλησε τα μέλη της οικογένειας του καθώς όπως οι ίδιοι ισχυρίζονται εμπεριέχονται προσβλητικοί για το άτομο του χαρακτηρισμοί.
«H σειρά, η οποία ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 2018, διακόπηκε ‘’βιαίως’’ προ 2ετίας πριν ολοκληρωθεί, όταν άρχισαν να κατατίθενται μηνύσεις και αγωγές σωρηδόν τόσο εναντίον μου όσο και εναντίον τεσσάρων άλλων που είμαστε οι μοναδικοί ανεξάρτητοι μειονοτικοί δημοσιογραφούντες και αρθρογράφοι στα κοινωνικά δίκτυα, οι περισσότεροι των οποίων είχαν το θάρρος να αντιπολιτεύονται και το καθεστώς Ερντογάν. Δεν μπορεί να ήταν τυχαίο γεγονός, όλα έδειχναν ότι είναι μια οργανωμένη και καθοδηγούμενη ενέργεια.
Μετά από δύο χρόνια ακριβώς ξεκίνησα να γράφω το β’ μέρος, ήδη έχουν δημοσιευτεί άλλα 5 άρθρα. Η σειρά προβλέπεται να ολοκληρωθεί σε 40 περίπου άρθρα και υπάρχει πρόταση να εκδοθεί σε βιβλίο τόσο στα τουρκικά όσο και στα ελληνικά», αναφέρει ο κ. Ιμπράμ Ονσούνογλου.
«Το βαθύ κράτος της Τουρκίας και η μαύρη λίστα της μειονότητας»
Ενδεικτικά, αναφέρουμε παρακάτω ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από τα γραπτά του κ. Ονσούνογλου προκειμένου να καταλάβει ο απλός αναγνώστης τον τρόπο με τον οποίο δρούσε το «βαθύ κράτος» της Τουρκίας στη Θράκη και πως στοχοποιούνταν από αυτό οι «ανεπιθύμητοι» μειονοτικοί.
«Στα πλαίσια της σωφρονιστικής -τιμωρητικής πολιτικής που ασκούσε το τουρκικό βαθύ κράτος εδώ στη Μειονότητα η κατ’ εξοχήν τιμωρία ενός στοχοποιημένου μειονοτικού ήταν η υπαγωγή του στη Μαύρη Λίστα της Τουρκίας. Η υπαγωγή στη λίστα αυτή συνεπαγόταν μια σειρά από επί μέρους κυρώσεις και συνέπειες, συνέπειες κοινωνικές, οικονομικές και ‘’εθνοτικο-μειονοτικές’’. Η απαγόρευση εισόδου στην Τουρκία αποτελούσε την πιο βαριά και ισοπεδωτική τιμωρία της Μαύρης Λίστας, που εξέπεμπε προς τη μειονοτική κοινότητα το μήνυμα πως ‘’το εθνικό κέντρο και η Μητέρα Πατρίδα’’ το άτομο αυτό έκριναν ‘’μίασμα’’ και ‘’προδότη’’ και γι’ αυτό το τιμωρούν. Και το μέτρο αυτό οδηγούσε, όπως επιδιωκόταν εξ άλλου, στην ‘’εθνοτική-μειονοτική’’ απαξίωση, κοινωνική απομόνωση, οικονομική συρρίκνωση έως κατάρρευση και περιθωριοποίηση του ατόμου μέσα στη Μειονότητα.
Και ποιος ήταν ο στόχος της πολιτικής αυτής των απειλών, της κατατρομοκράτησης και των τιμωριών των διαφωνούντων και της επιβράβευσης των υποτακτικών; Ήταν να πετύχει την ‘’εθνική συσπείρωση’’ της Μειονότητας και την τυφλή υπαγωγή της στις εντολές της ‘’Μητέρας Πατρίδας’’ για να είναι έτοιμη η Μειονότητα για χρήση όταν θα αποφάσιζε και θα διέταζε αυτή.
Το βαθύ κράτος προετοίμαζε τη Μειονότητα για να τη χρησιμοποιήσει ως πέμπτη φάλαγγα στο πλέγμα των ελληνοτουρκικών διαφορών που ολοένα πολυπληθέστερες και πιο δυσεπίλυτες γινόντουσαν. Διέθετε αυτό το ατού και ήθελε να το χρησιμοποιήσει.
Και η πρώτη χρήση της έγινε με μεγάλη επιτυχία στις εκλογές στις 18/6/1989 όπου οι λεγόμενοι ανεξάρτητοι συνδυασμοί και οι υποψήφιοι αυτών που είχαν ορισθεί από το τουρκικό βαθύ κράτος σάρωσαν τους μειονοτικούς ψήφους στη Ροδόπη και Ξάνθη, καθώς και σ’ όλες τις επόμενες 3 εκλογικές αναμετρήσεις. Η εκλογή ‘’ανεξάρτητων’’ βαθυκρατικών βουλευτών διακόπηκε με το ανάχωμα του πλαφόν 3%. Αλλά το μήνυμα στην Ελλάδα είχε δοθεί μέσα σε κλειστό φάκελο: ‘’Αν εσύ ξύνεις τους δικούς μου Κούρδους, θα ξύνω κι εγώ τους δικούς σου Τούρκους. Αν δεν πάψεις να υποστηρίζεις το PKK θα σου δημιουργήσω μεγάλο πονοκέφαλο με τη Μειονότητα’’».
Μάρτυρας υπεράσπισης του κ. Ονσούνογλου ήταν ο δημοσιογράφος Μουσταφά Τσολάκ ο οποίος υπεραμύνθηκε των άρθρων καταθέτοντας ταυτόχρονα και τη δική του προσωπική στοχοποίηση από το «βαθύ κράτος» της Τουρκίας. «Λόγω των απόψεων μου και της κριτικής που ασκώ, μου έχουν απαγορεύσει την είσοδο στην Τουρκία», δήλωσε χαρακτηριστικά μεταξύ άλλων.
Η απόφαση αναμένεται να δημοσιευθεί κατά πάσα πιθανότητα από το νέο έτος ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι η οικογένεια Σαδίκ εκτός από αγωγή κατέθεσε και μήνυση, με την υπόθεση όμως να παραγράφεται βάσει της νέας τροπολογίας, η οποία παύει τη δίωξη των πλημμελημάτων που έχουν τελεσθεί μέχρι και τις 30.04.2020 και για τα οποία ο νόμος ορίζει ως κύρια ποινή φυλάκισης μέχρι ένα (1) έτος.