Είχαμε σχολιάσει πολλές φορές στο παρελθόν τόσο μέσα από τις στήλες της ΦΩΝΗΣ όσο και από την εκπομπή «Σχολιασμοί» του Ράδιο Κομοτηνή 103,1 την πάγια τακτική μειονοτικών «κινήσεων» και παραγόντων στο θέμα της εκπαίδευσης των παιδιών της μειονότητας.
Συγκεκριμένα, εδώ και αρκετά χρόνια, μειονοτικοί παραβιάζουν το ελληνικό Σύνταγμα λειτουργώντας παράνομα νηπιαγωγεία στα οποία πηγαίνουν τα παιδιά τους σε μια προσπάθεια να υποκαταστήσουν τη λειτουργία του ελληνικού Κράτους στον τομέα της εκπαίδευσης.
Η ανοχή όμως της Πολιτείας στην παρανομία αυτή φαίνεται ότι λαμβάνει τέλος, καθώς φέτος ο Διευθυντής Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης αρνήθηκε την εγγραφή παιδιών της μειονότητας στην Α’ τάξη του δημοτικού με τον ισχυρισμό ότι προηγουμένως δεν είχαν φοιτήσει στο νηπιαγωγείο, κάτι απολύτως φυσιολογικό και σωστό.
Η απόφαση αυτή όμως δεν άρεσε καθόλου στην «Τουρκική Μειονοτική Κίνηση για τα Ανθρώπινα και Μειονοτικά Δικαιώματα», η οποία επιδεικνύοντας περίσσιο θράσος εξέδωσε ανακοίνωση μέσω της οποίας καταγγέλλει τη στάση του Περιφερειακού Διευθυντή Εκπαίδευσης ενώ μάλιστα το οξύμωρο είναι ότι επικαλείται και την ελληνική νομοθεσία, η οποία παραβιάζεται ανελλιπώς εδώ και χρόνια στο συγκεκριμένο θέμα.
Αναλυτικά, στην ανακοίνωση αναφέρεται ότι «Η συγκεκριμένη απόφαση παραβιάζει κατάφωρα τόσο το Ελληνικό Σύνταγμα όσο και τη Συνθήκη της Λωζάνης, με αποτέλεσμα ο εν λόγω Διευθυντής να διαπράττει το ποινικό αδίκημα της παράβασης καθήκοντος (άρθρο 59 του Ποινικού Κώδικα).
Το λυπηρό και απαράδεκτο γεγονός ότι η ίδια η Πολιτεία δεν έχει εξασφαλίσει εκείνες τις απαραίτητες συνθήκες προκειμένου να λάβει χώρα η προσχολική εκπαίδευση στους κόλπους της μειονότητας δεν μπορεί να επισύρει ευθύνες των πολιτών, και πόσο μάλλον να έχει επιπτώσεις και στην ίδια την άσκηση του δικαιώματος των παιδιών να φοιτήσουν στην πρώτη τάξη της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Θα ήταν πραγματικά ακατανόητο για ένα Υπουργείο Παιδείας δημοκρατικής χώρας να μη λαμβάνει υπόψη τις ειδικές συνθήκες και τις εκκρεμότητες που εξακολουθούν να υφίστανται στη Θράκη σχετικά με την πλήρη και ισότιμη απόλαυση του δικαιώματος μόρφωσης των παιδιών της μειονότητας, με τρόπο που να σέβεται τον πολυπολιτισμικό χαρακτήρα πολλών αιώνων στη συγκεκριμένη περιοχή.
Όμως στη συγκεκριμένη περίπτωση η εξέλιξη αυτή δεν είναι ούτε ακατανόητη ούτε ανεξήγητη διότι ήδη από το 2008 ο σχεδιασμός ίδρυσης νηπιαγωγείων με στόχο την υποχρεωτικότητα της προσχολικής εκπαίδευσης αφορούσε κατά κύριο λόγο – και ασφαλώς καθόλου συμπτωματικά – ελληνόγλωσσα σχολεία στην περιφέρεια της Θράκης, με απώτερο σκοπό την έμμεση παρότρυνση των γονέων να ακολουθήσουν στη συνέχεια τα παιδιά το Δημόσιο σχολείο αντί για το Μειονοτικό.
Ειδικότερα, η Κίνηση μας οφείλει να επισημάνει ότι η εξώφθαλμη παρανομία της ελληνικής Πολιτείας έγκειται στη χονδροειδή και απολύτως κατακριτέα παραβίαση του άρθρου 40 της Συνθήκης της Λωζάννης που ξεκάθαρα ορίζει ότι η μειονότητα έχει αναφαίρετο δικαίωμα να ιδρύουν και να λειτουργούν σχολεία και λοιπά εκπαιδευτήρια όπου θα γίνεται χρήση της γλώσσας της.
Όμως παρόλο που ήδη σε πολλά υπάρχοντα μειονοτικά σχολεία υπάρχει έτοιμη υποδομή για λειτουργία νηπιαγωγείου που θα είναι ενταγμένο σε ξεχωριστές αίθουσες μέσα σε αυτά, η ελληνική πολιτεία κωλυσιεργεί αδιαφορώντας για την επίσημη σύστασή τους, η οποία αποτελεί διεθνή έννομη υποχρέωση της Ελλάδας που απορρέει από την παραπάνω Συνθήκη.
Κατά συνέπεια, η αξίωση των γονέων των παιδιών της μειονότητας προς το ελληνικό κράτος για παροχή δίγλωσσης προσχολικής εκπαίδευσης είναι απόλυτα νόμιμη, και άρα ενδεχόμενη ποινική δίωξη εναντίον τους για μη εγραφή των παιδιών τους σε νηπιαγωγείο που το ίδιο το κράτος αρνείται να ιδρύσει, κατά παράβαση της Συνθήκης της Λωζάνης, καθίσταται παράνομη και ως εκ τούτου αδιανόητη.
Επίσης, ενημερώνουμε την κοινή γνώμη ότι ο Νόμος 3687/2008 που προβλέπει ως απαραίτητο δικαιολογητικό για την εγγραφή στην πρώτη τάξη δημοτικού τη βεβαίωση του νηπιαγωγείου δεν μπορεί να υπερισχύσει του άρθρου 16 παρ.3 του ελληνικού Συντάγματος (που μεταξύ άλλων ορίζει ότι η εννεάχρονη εκπαίδευση είναι υποχρεωτική), καθώς η εγγραφή ενός παιδιού στο πρωτοβάθμιο σχολείο αποτελεί συνταγματική επιταγή που όντας νομικά υπέρτερη δεν μπορεί να παρακαμφθεί μέσω της θέσπισης τέτοιων όρων που ουσιαστικά παρεμποδίζουν την εκπλήρωση της.
Παρόλο που από παιδαγωγικής άποψης είναι ενδεδειγμένη η παρακολούθηση νηπιαγωγείου, είναι σαφές ότι η έλλειψη αυτής της προϋπόθεσης δεν μπορεί να οδηγήσει σε καταστρατήγηση της συνταγματικής διάταξης περί υποχρεωτικής εκπαίδευσης, δεδομένου ότι ο χαρακτήρας του νηπιαγωγείου είναι μεν επιβοηθητικός και χρήσιμος αλλά όχι σε τέτοιο βαθμό που η μη φοίτηση σε αυτό να καθιστά αντικειμενικά αδύνατη την παρακολούθηση μαθημάτων της πρώτης δημοτικού.
Εξάλλου, η ερμηνεία του νόμου αυτού πρέπει να γίνεται πάντοτε σε συνδυασμό με την εφαρμογή του Νόμου 3852/2010, ο οποίος προβλέπει απλώς την ύπαρξη κυρώσεων κατά του γονέα που αμελεί την εγγραφή του παιδιού του σε σχολείο και δεν θέτει περαιτέρω νομικά εμπόδια στην ομαλή συνέχιση της σχολικής φοίτησης του παιδιού. Άρα, ακόμη κι αν δεν δεχτεί κανείς την απαλλαγή των γονέων όπως αυτή τεκμαίρεται, κατά τη γνώμη μας, από τη ρητή διάταξη της Συνθήκης της Λωζάνης, για τη μη εφαρμογή της οποίας είναι υπεύθυνο αποκλειστικά και μόνο το ελληνικό κράτος, τότε είναι προφανές σε κάθε περίπτωση ότι για τη μη φοίτηση στο νηπιαγωγείο η μόνη νομικά αποδεκτή και θεμιτή κύρωση είναι αυτή που αφορά τους γονείς και όχι η άρνηση εγγραφής που θα έχει δυσμενείς επιπτώσεις στους εξορισμού αθώους μαθητές.
Επομένως, αντί η Πολιτεία να συμβάλει με την άκαμπτη στάση της στη δημιουργία προβλημάτων με εξαιρετικά αρνητικές επιπτώσεις για το εκπαιδευτικό μέλλον των παιδιών αλλά και για την ψυχολογία των ίδιων και των οικογενειών τους, εμείς την καλούμε να εκδώσει συγκεκριμένη εγκύκλιο που να επιτάσσει την άμεση εγγραφή των παιδιών στα πρωτοβάθμια ιδρύματα της επιλογής τους, και να σεβαστεί τις δεσμεύσεις που προκύπτουν από τη Συνθήκη της Λωζάνης θεσπίζοντας επιτέλους δίγλωσσα νηπιαγωγεία εντός των υπαρχόντων μειονοτικών σχολείων, ώστε να διασφαλίζεται αποτελεσματικά η ελευθερία επιλογής μεταξύ δημόσιου και μειονοτικού σχολείου, που είναι ιδιαίτερα σημαντική για την προώθηση της ομαλής και δημιουργικής συνύπαρξης στην πολύπαθη Θράκη. Επιτέλους, πρέπει το ελληνικό κράτος να καταλάβει ότι δεν μπορεί να μεταθέτει τις δικές του ευθύνες και τη δική του ατολμία στις πλάτες των μειονοτικών πολιτών και των παιδιών τους.