Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας, παραχώρησε συνέντευξη Τύπου, για το πρόγραμμα «Μένουμε Όρθιοι» που περιλαμβάνει τη δέσμη άμεσων, κοστολογημένων και ρεαλιστικών μέτρων που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας σε επιχειρήσεις και εργαζόμενους.
Στη συνέντευξη Τύπου στα γραφεία του ΣΥΡΙΖΑ συμμετείχαν και οι τομεάρχες Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος, Οικονομίας, Νίκος Παππάς και Εργασίας, Έφη Αχτσιόγλου. Την παρουσίαση συντόνισε ο εκπρόσωπος Τύπου του κόμματος, Αλέξης Χαρίτσης.
«Το μεγάλο εθνικό στοίχημα για την επόμενη μέρα, είναι να μην επιτρέψουμε να πάνε χαμένες οι πρόσφατες θυσίες του λαού. Αυτή η μάχη μπορεί να κερδηθεί αν από τώρα γίνουν οι απαραίτητες κινήσεις», είπε ο Αλέξης Τσίπρας.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ επισήμανε ότι δεν καταθέτει αυτό το σχέδιο για να κάνει αντιπολίτευση στην κυβέρνηση, «αλλά γιατί πιστεύουμε ότι πρέπει να το υλοποιήσει η κυβέρνηση».
Είπε ότι σε έκτακτες στιγμές όποιος βάλει το πρόσκαιρο κομματικό όφελος πάνω από το συμφέρον της χώρας και των ανθρώπων της, θα το πληρώσει διπλά και τριπλά, για να σημειώσει πως όμως «το ζήτημα είναι να μην το πληρώσει η χώρα».
Τόνισε ότι μπορεί να κερδηθεί η μάχη της ανόρθωσης της ζωής, της κοινωνίας, των εργαζόμενων, της οικονομίας, αν δεν υπάρξουν ολιγωρίες και ανεπάρκειες, «αξιοποιώντας από την αρχή όλα τα όπλα που έχουμε στη φαρέτρα μας», το οποίο και αποτελεί το μήνυμα του «Μένουμε Όρθιοι» που παρουσιάζει ο ΣΥΡΙΖΑ.
«Να δράσουμε τώρα, για να μη βρεθούμε από την πανδημία στην οικονομική κατάρρευση», σημείωσε.
Τι προβλέπει το πακέτο του ΣΥΡΙΖΑ
Τρία είναι τα βασικά σκέλη του προγράμματος: Δαπάνες για την άμεση ενίσχυση της δημόσιας Υγείας, δημοσιονομικές δαπάνες άμεσης ενίσχυσης επιχειρήσεων, εργαζομένων και πολιτών και τέλος ένα μεγάλο πακέτο ενίσχυσης της ρευστότητας των επιχειρήσεων με εγγυήσεις δανείων. Η δέσμη μέτρων έχει δύο βασικούς στόχους. Αφενός την άμεση στήριξη των εργαζομένων και των ελληνικών επιχειρήσεων ώστε το πέρας των μέτρων περιορισμού να μην τους βρει με τεράστιες απώλειες εσόδων και υπερχρεωμένους. Αφετέρου να διασφαλιστεί ένα αναπτυξιακό πρόγραμμα για την επόμενη μέρα.
Πολύ πίσω από τον μέσο όρο τα μέτρα της κυβέρνησης
Αν και με αφορμή τη θολή εικόνα που προκαλεί η έκτακτη συνθήκη της πανδημίας επιχειρείται το άσπρο να παρουσιαστεί μαύρο, τα μέτρα που έχει ανακοινώσει η κυβέρνηση, ύψους 5 δισ., ήτοι 2,6% του ΑΕΠ, πόρρω απέχουν από τα προγράμματα των υπόλοιπων κρατών της Ευρωζώνης αλλά και από τα μέτρα που λαμβάνονται διεθνώς. Από τα «ποτάμια» χρήματος που κόβει η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ, το πάγωμα των περιορισμών του Συμφώνου Σταθερότητας έως τα γιγάντια προγράμματα κρατικών εγγυοδοτήσεων, την παροχή ρευστότητας και άτοκου δανεισμού, την κρατική κάλυψη μισθών, την απαλλαγή από φόρους κ.λπ., είναι ξεκάθαρο ότι η έκτακτη κατάσταση απαιτεί έκτακτα μέτρα. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα μέτρα που λαμβάνονται σε χώρες που πλήττονται στην Ε.Ε. κυμαίνονται από το 15% έως το 20% του ΑΕΠ.
Ευρωομόλογο «είτε με τη Γερμανία, είτε χωρίς αυτή»
Την ίδια στιγμή, ο ΣΥΡΙΖΑ επιμένει και θα εντείνει τις πιέσεις του στην κατεύθυνση της έκδοσης του ευρωομολόγου, ακόμα και χωρίς τη Γερμανία, όπως ξεκαθάρισε ο πρώην πρωθυπουργός στο άρθρο του στη «Le Monde».
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο Αλ. Τσίπρας βρίσκεται έχει εδώ και αρκετές ημέρες κύκλο επαφών με πολλούς Ευρωπαίους αξιωματούχους, πολιτικούς και ηγέτες, οι οποίοι συμφώνησαν με το μήνυμα της παρέμβασης και τόνισαν την ανάγκη εξεύρεσης μιας ευρωπαϊκής λύσης με αλληλεγγύη και μέτρα όπως το ευρωομόλογο ακόμα και χωρίς τη συμμετοχή Γερμανίας και Ολλανδίας.
Αναλυτικά το πρόγραμμα που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ για την κρίση του κορωνοϊού
«Μένουμε Όρθιοι» – Με μια ματιά:
- Ευρωπαϊκές διεκδικήσεις.
- Διεθνής εμπειρία (state-of-play) και φιλοσοφία προγράμματος.
- Στόχοι και Πλαίσιο Οικονομικής Πολιτικής στην Ελλάδα.
- Πηγές χρηματοδότησης.
- Εξειδίκευση μέτρων.
- Ο ρόλος του δημοσίου στην σημερινή κρίση έναντι της κατάρρευσης ή εξαγοράς επιχειρήσεων.
- Επείγουσα η αλλαγή κατεύθυνσης της ασκούμενης πολιτικής.
Μένουμε όρθιοι – Εισαγωγή
Ο κορωνοϊος αποτελεί μια παγκόσμια υγειονομική κρίση και είναι προφανές ότι αυτή τη στιγμή προέχει η προστασία της ανθρώπινης ζωής. Έτσι, είναι δεδομένο ότι το σύστημα υγείας πρέπει να ενισχυθεί με όσους πόρους χρειαστούν, χωρίς να υπάρχει καμία δεύτερη σκέψη. Η περαιτέρω αυτή ενίσχυση, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να υπολείπεται του 1 δισ. ευρώ. Χρήματα που είναι απαραίτητα, όχι μόνο για την ενίσχυση του ΕΣΥ κατά τη διάρκεια της κρίσης, αλλά και για μετά από αυτή ώστε η χώρα να έχει ένα σύγχρονο, καθολικό και ισχυρό δημόσιο σύστημα υγείας.
Ταυτόχρονα, όμως, οι οικονομικές επιπτώσεις του κορωνοϊού είναι δυσθεώρητες, τόσο σε παγκόσμιο όσο και σε εθνικό επίπεδο. Ήδη, σειρά από άλλες χώρες εφαρμόζουν εξαιρετικά γενναιόδωρα πακέτα στήριξης, στα οποία ο συνδυασμός άμεσων δαπανών και εγγυήσεων φτάνει το 20% του ΑΕΠ κάθε χώρας. Η Ελλάδα χρειάζεται ένα γενναίο εμπροσθοβαρές πακέτο, ώστε αφενός η ύφεση να είναι όσο το δυνατόν μικρότερη, αφετέρου, εξερχόμενοι από την κρίση να έχουμε γρήγορη ανάκαμψη, η οποία θα τους περιλαμβάνει όλους και όλες, χωρίς μείωση εισοδημάτων. Ανάκαμψη που θα οδηγήσει σε μια διατηρήσιμη αναπτυξιακή πορεία, της οποίας τα οφέλη θα διαχέονται σε όλη τη κοινωνία.
Το πακέτο αυτό θα πρέπει να είναι εμπροσθοβαρές διότι η πραγματικότητα δείχνει ότι οι αποσπασματικές παρεμβάσεις δεν ανταποκρίνονται στις άμεσες ανάγκες ούτε απαντούν στη διάχυτη ανασφάλεια του κόσμου, ενώ αδυνατούν να βελτιώσουν τις προσδοκίες και το οικονομικό κλίμα και έχουν ως αποτέλεσμα μια βαθιά και παρατεταμένη ύφεση. Μια ύφεση η οποία για να ανασχεθεί θα απαιτηθούν μεσομακροπρόθεσμα σημαντικά μεγαλύτερες παρεμβάσεις, με αμφίβολα αποτελέσματα.
Παράλληλα, το πακέτο αυτό θα πρέπει να περιλαμβάνει σημαντικά κεφάλαια τα οποία θα δοθούν ως άμεση ενίσχυση σε εργαζόμενους και επιχειρήσεις και να μην περιορίζεται σε ενισχύσεις ρευστότητας με τη μορφή αναβολών πληρωμών ή δανείων. Η επόμενη μέρα δεν πρέπει να βρει τους εργαζόμενους και τις επιχειρήσεις υπερχρεωμένους. Είναι αναγκαία, λοιπόν, η λήψη μέτρων που θα ενισχύσουν το εισόδημα ώστε να μην υπάρχουν αναχώματα στην ανάκαμψη μετά την υγειονομική κρίση.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, από την πρώτη στιγμή, κατέθεσε συγκεκριμένες και κοστολογημένες προτάσεις. Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω αλλά και τους βαθμούς ελευθερίας που προκύπτουν από:
- Το Ταμειακό Απόθεμα Ασφαλείας (μαξιλάρι) ύψους 37 δισ. ευρώ που σχηματίστηκε την περίοδο διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ και ειδικότερα τα έτη 2016, 2017 και 2018.
- Την αποφασισμένη παρέκκλιση από τους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας και των κρατικών ενισχύσεων.
- Τη ρευστότητα η οποία θα είναι διαθέσιμη από τις παρεμβάσεις της ΕΚΤ.
- Την κλίμακα των δημοσίων παρεμβάσεων που επιλέγονται σε χώρες της Ε.Ε. και τις ΗΠΑ.
Καταλήγει δε στο συμπέρασμα ότι:
H ελληνική οικονομία έχει ανάγκη μία δημόσια παρέμβαση της κλίμακας των 26 δισ. ευρώ με ορίζοντα εξαμήνου, εκ των οποίων τα 14 δισ. θα αφορούν δημοσιονομικά μέτρα στήριξης (1δισ. ευρώ μέτρα για την ενίσχυση της υγείας και 13 δισ. ευρώ άμεσα μέτρα στήριξης των επιχειρήσεων, των εργαζομένων και των πολιτών) και τα 12 δισ. Ευρώ θα αφορούν ενέσεις ρευστότητας, όπως εγγυήσεις δανείων.
Τα μέτρα που προτείνονται εδώ αφορούν τις άμεσες παρεμβάσεις ανακούφισης με ορίζοντα εξαμήνου, ενώ είναι προφανές ότι πιο ριζοσπαστικές παρεμβάσεις με μακροπρόθεσμο ορίζοντα απαιτούνται στο εγγύς μέλλον για να αντιμετωπιστούν οι νέες προκλήσεις που θα έχουν διαμορφωθεί για την κοινωνία και την οικονομία όταν πια η υγειονομική κρίση θα βρίσκεται οριστικά πίσω μας.
Ευρωπαϊκές διεκδικήσεις
Τα μέτρα που περιγράφονται στο παρόν κείμενο είναι απόλυτα εφικτά με τη χρήση των πόρων του ελληνικού προϋπολογισμού και των ευρωπαϊκών παρεμβάσεων που έχουν ήδη ανακοινωθεί. Όμως, είναι προφανές ότι η Ελλάδα οφείλει να διεκδικήσει μια σειρά από ριζοσπαστικές παρεμβάσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Η μέχρι τώρα στάση της Ευρώπης κρίνεται ως απολύτως ανεπαρκής. Η χαλάρωση του Συμφώνου Σταθερότητας ήταν ένα αναγκαίο θετικό βήμα, αλλά η αναστολή αυτή είναι προσωρινή. Πολλές από τις δράσεις έχουν τη μορφή ρευστότητας και όχι «ζεστού χρήματος» και προπαντός λείπει το στοιχείο της αλληλεγγύης και της αμοιβαιοποίησης του χρέους που θα πρέπει να αποτελέσει ακρογωνιαίο λίθο της ευρωπαϊκής οικονομικής και χρηματοοικονομικής αρχιτεκτονικής την επόμενη περίοδο.
Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να γίνει προσπάθεια για τη λήψη απόφασης για την έκδοση ευρωομολόγου, πράγμα για το οποίο η ελληνική κυβέρνηση οφείλει να ασκεί πιέσεις από κοινού με άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Το ευρωομόλογο θα πρέπει να έχει έκταση ικανή να βοηθήσει ουσιαστικά την ευρωπαϊκή οικονομία.
Είναι προφανές ότι οι προτάσεις της Ευρωπαϊκής Αριστεράς (GUE-NGL), κάποιες εκ των οποίων έχουν ήδη υλοποιηθεί, μας δίνουν έναν ικανοποιητικό οδικό χάρτη για το μέλλον:
- Αναστολή Συμφώνου Σταθερότητας και ανάπτυξης.
- Αναστολή κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων.
- Άμεση ενίσχυση, κινητοποίηση και ανακατεύθυνση ευρωπαϊκών πόρων.
- Πληρωμή έκτακτης ενίσχυσης, χωρίς περιορισμούς, σε κάθε πολίτη με χρηματοδότηση από την ΕΚΤ.
- Μεταρρύθμιση της κλείδας της ΕΚΤ για εργαλεία όπως το PEPP, ώστε να συμβαδίζει με τις χρηματοδοτικές ανάγκες των κρατών-μελών.
- Τα δάνεια του ESM θα πρέπει να δίνονται μέσω ενός νέου μηχανισμού, ώστε να είναι άτοκα και χωρίς περιορισμούς και δεσμεύσεις.
- Ανακατεύθυνση του προγράμματος αγοράς τίτλων της ECB για να ευνοηθούν μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
- Ενίσχυση μικρομεσαίων επιχειρήσεων μέσω της ΕΤΕπ.
- Απαγόρευση shortselling συναλλαγών για να σταματήσουν οι κερδοσκοπικές πιέσεις.
- Παύση όλων των κυρώσεων της ΕΕ προς τρίτες χώρες που πλήττονται από κορωνοϊό.
2. Διεθνής εμπειρία (state-of-play) και φιλοσοφία προγράμματος
Η εξέλιξη της πανδημίας επιφέρει στις οικονομίες των πληττόμενων χωρών τον κίνδυνο της μεγάλης ύφεσης τουλάχιστον για το δεύτερο τρίμηνο του 2020. Η επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), Κριστίν Λαγκάρντ, έχει προχωρήσει σε εκτίμηση της ετήσιας ύφεσης στο 2% για την ευρωζώνη, με την υπόθεση ότι τα περιοριστικά μέτρα διαρκέσουν ένα μήνα, ποσοστό που αυξάνεται στο 5% αν τα μέτρα διαρκέσουν τρεις μήνες. Αντίστοιχα, η Goldman Sacks εκτιμά για τις ΗΠΑ ύφεση 24% στο δεύτερο τρίμηνο και 3,8% για το σύνολο του 2020.
Σε όλες τις χώρες που πλήττονται λαμβάνονται μέτρα πρωτοφανούς έκτασης. Ο στόχος δεν είναι απλώς η συμπτωματική αντιμετώπιση της ύφεσης, δηλαδή μια προσωρινή βοήθεια σε επιχειρήσεις και εργαζόμενους, αλλά η αποφυγή μιας καταστροφικής προοπτικής για τις οικονομίες τους την επόμενη μέρα της πανδημίας.
Αυτός είναι ο λόγος που τα πακέτα μέτρων, τα οποία εξαγγέλλονται, αποσκοπούν στο να κρατήσουν τις οικονομίες όρθιες: Οι προϋπολογισμοί αναδομούνται εκ βάθρων, η Ε.Ε. αναθεωρεί μεμιάς όλα τα θέσφατα της προηγούμενης 20ετίας, εξαγγέλλονται γιγάντια προγράμματα κρατικής εγγυοδότησης, παροχής ρευστότητας και άτοκου δανεισμού, ανάληψης μισθολογικού κόστους, προσωρινής απαλλαγής από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές, εξυπηρέτησης δανεισμού και κάθε μορφής άλλων κινήτρων ώστε να παραμείνουν οι επιχειρήσεις ζωντανές.
Ειδικότερα σε ότι αφορά στους εργαζόμενους, αν και δεν υπάρχει αμφιβολία πως το καθεστώς πανδημίας ανοίγει τον ασκό του Αιόλου και προμηνύει κάθε είδους ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, αυτό που κυριαρχεί διεθνώς στην παρούσα φάση, είναι η ενσωμάτωση στο πλαίσιο στήριξης των επιχειρήσεων και της οικονομίας η πρόβλεψη για τη διαφύλαξη των συγκεκριμένων οργανικών θέσεων εργασίας σε κάθε ξεχωριστή επιχείρηση καιόχι απλώς η επιδοματική στήριξη αυριανών ανέργων. Ενδεικτικά είναι τα προγράμματα στήριξης των μισθών που έχουν ανακοινωθεί από διάφορα ευρωπαϊκά κράτη: 90% του μισθού στη Σουηδία, 80% στη Νορβηγία, 75% στη Δανία και στην Πορτογαλία, 67% στη Γερμανία.
Τα μέτρα που λαμβάνονται από τα κράτη μέλη είναι τριών κατηγοριών: Δημοσιονομικά, αναστολής πληρωμών και παροχής ρευστότητας και εγγυήσεων. Παραθέτουμε παρακάτω τα στοιχεία του Bruegel σχετικά με το ύψος των μέτρων* που έχουν λάβει διάφορες χώρες, στοιχεία που ήδη φανερώνουν ότι η Ελλάδα κινείται σε λάθος κατεύθυνση.
Η ελληνική κυβέρνηση στις δημοσιονομικές της παρεμβάσεις έχει προχωρήσει σε ποιοτικά εσφαλμένες επιλογές, με κυρίαρχο λάθος τη σύνδεση της όποιας επιχορήγησης, τόσο των εργαζομένων όσο και των ίδιων των επιχειρήσεων, με την αναστολή των συμβάσεων εργασίας. Με την κίνηση αυτή όχι μόνο υποβαθμίζει την εργασία αλλά λειτουργεί μυωπικά, αδρανοποιώντας το πιο παραγωγικό κομμάτι της οικονομίας και, κυρίως, δημιουργώντας τελικά κίνητρα για απολύσεις και για δυσμενή μετατροπή συμβάσεων εργασίας μετά το τέλος της υγειονομικής κρίσης.
Σε ό,τι αφορά τα πακέτα της ρευστότητας και των εγγυήσεων προς τις επιχειρήσεις, η χώρα μας είναι στις τελευταίες θέσεις σχετικά με το ύψος των μέτρων που έχει λάβει, παρέχοντας μηδενική διασφάλιση για το αύριο των επιχειρήσεων. Ακόμη και στο επίπεδο των αναστολών των φορολογικών και ασφαλιστικών πληρωμών των πολιτών και των επιχειρήσεων, η κυβέρνηση επιλέγει να προχωρά μέρα με τη μέρα και όχι με ορίζοντα τουλάχιστον εξαμήνου, αποστερώντας από την οικονομία την ασφάλεια και την εμπιστοσύνη που έχει ανάγκη αυτή τη στιγμή. Είναι προφανές, ότι οι κυβερνητικοί σχεδιασμοί δε λαμβάνουν υπόψη και βεβαίως δεν υπερβαίνουν το πρόβλημα φερεγγυότητας ενός μεγάλου μέρους των ελληνικών επιχειρήσεων.
Συνεπώς και στις τρεις κατηγορίες μέτρων, η ελληνική κυβέρνηση μοιάζει να κινείται σε αντίθετη κατεύθυνση από τα όσα είναι αναγκαία τόσο σε επίπεδο ποσότητας, όσο και ποιότητας αλλά και διάρκειας.
Ενδεικτικό της εσφαλμένης προσέγγισης της σημερινής κυβέρνησης είναι η θέση ότι έχουμε μπροστά μας μαραθώνιο και για αυτό δεν πρέπει να πάμε άμεσα σε μεγάλο πρόγραμμα στήριξης. Πρόκειται ακριβώς για το λάθος που πρέπει πάση θυσία να αποφύγουμε. Και οι άλλες χώρες έχουν μπροστά τους μαραθώνιο, αλλά, επειδή άμεσα κινδυνεύουν να πέσουν στον γκρεμό, λαμβάνουν ισχυρό πακέτο μέτρων. Αν δεν γίνει αυτό τώρα, μετά θα είναι πολύ αργά. Η ταχύτητα είναι το παν, ομονοούν οι Υπουργοί Οικονομικών στον ανεπτυγμένο κόσμο, στον αντίποδα του «βλέποντας και κάνοντας» και της προσέγγισης συμπτωματικής θεραπείας που ακολουθεί η ελληνική κυβέρνηση, θεραπείας τόσο ανεπαρκούς που αδυνατεί να αντιμετωπίσει ακόμη και τα άμεσα συμπτώματα.
3. Στόχοι και Πλαίσιο Οικονομικής Πολιτικής στην Ελλάδα
Τα χαρακτηριστικά και το μέγεθος της κρίσης επιβάλλουν τη λήψη αντίστοιχου όγκου εμπροσθοβαρών μέτρων ανάσχεσής της. Αποτελεί πλέον κοινό τόπο στη διεθνή σφαίρα συζήτησης μεταξύ οικονομολόγων διεθνούς φήμης, ινστιτούτων και διεθνών οργανισμών ότι ένα ικανό πακέτο μέτρων πρέπει να στοχεύει τόσο στη στήριξη της προσφοράς (επιχειρήσεις) όσο και στη στήριξη της ζήτησης (εργαζόμενοι) και να εφαρμοστεί γρήγορα και αποτελεσματικά καθώς οι εργαζόμενοι πρέπει να παραμείνουν στις δουλειές τους και οι επιχειρήσεις πρέπει να παραμείνουν ζωντανές σε όλη τη διάρκεια ισχύος των περιορισμών της οικονομικής δραστηριότητας προκειμένου η οικονομία να επανεκκινήσει άμεσα μετά την άρση των περιορισμών και να μη βαθύνει η κρίση.
Το πρώτο σαφές σήμα που πρέπει να εκπέμψει το κράτος είναι ότι θα καλύψει με δημόσιους πόρους το εισόδημα των εργαζομένων που δεν μπορούν να καλύψουν οι επιχειρήσεις λόγω δραματικής μείωσης της οικονομικής δραστηριότητας. Έτσι οι εργαζόμενοι διατηρούν το εισόδημά τους για να μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες τώρα και στο άμεσο μέλλον, ενώ οι επιχειρήσεις μέσω αυτής της ελάφρυνσης και άλλων μέτρων ενίσχυσης της ρευστότητάς τους παραμένουν σε θέση λειτουργίας ή άμεσης επανεκκίνησης μετά την άρση των περιορισμών. Επομένως, ένας σαφής πολιτικός σχεδιασμός, ο χρόνος αντίδρασης και η αποτελεσματικότητα της αντίδρασης κάθε κυβέρνησης παίζουν μεγάλο ρόλο προκειμένου να καλλιεργηθεί κλίμα εμπιστοσύνης και διατήρησης όσο το δυνατό θετικότερων προσδοκιών από όλους.
Η συνταγή της φοβικής, χωρίς σαφές σχέδιο και «μέρα τη μέρα» προσέγγισης της ελληνικής κυβέρνησης όχι απλώς δεν εκπέμπει αυτό το τόσο απαραίτητο σήμα και επιτείνει την ανασφάλεια, αλλά δεν μπορεί καν να ανταποκριθεί στις άμεσες υλικές ανάγκες των πολιτών. Η πολιτική της κυβέρνησης οδηγεί σε κλείσιμο επιχειρήσεων και απολύσεις εργαζομένων. Όπως θα δούμε παρακάτω, αναλύοντας τις διαθέσιμες πηγές χρηματοδότησης που έχει στη διάθεσή της η χώρα μας, το πρόβλημα δεν εντοπίζεται απλά στο μέγεθος των μέτρων αλλά στον τρόπο και τον χρόνο που κάθε κυβέρνηση σχεδιάζει, στοχεύει, δεσμεύεται και υλοποιεί τα μέτρα.
Κομβικό ρόλο στην πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ παίζουν τα εξής σημεία:
- Η λογική αναπλήρωσης του μισθού για τις έμμεσα και άμεσα πληττόμενες επιχειρήσεις σε αντίθεση με τη λογική του επιδόματος που προώθησε η κυβέρνηση της ΝΔ. Η λογική αναπλήρωσης που ακολουθείται σε όλη την Ευρώπη επιβεβαιώνεται από τη λογική του προγράμματος SURE,το οποίο έχει ήδη εξαγγείλει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και που αποτελεί ουσιαστικά ευρωπαϊκό πρόγραμμα αναπλήρωσης μισθού. Δεν υπάρχει, εξ όσων γνωρίζουμε, ούτε μια κυβέρνηση στην Ε.Ε. που να επιτρέπει την εκ περιτροπής εργασία και να μην αναπληρώνει ταυτόχρονα το μέρος του εισοδήματος του εργαζόμενου που χάνεται (όπως δυστυχώς κάνει η ΝΔ).
- Με δεδομένο ότι οι επιχειρήσεις ελαφρύνονται προσωρινά από το μισθολογικό κόστος, καθώς το κράτος υπεισέρχεται πλήρως στις υποχρεώσεις του εργοδότη έναντι των εργαζομένων, ένα επιπλέον πακέτο μέτρων ενίσχυσης της ρευστότητάς τους πρέπει να κατευθυνθεί άμεσα σε αυτές, με βάση τόσο οριζόντια κριτήρια (π.χ. απώλεια τζίρου, μέγεθος, δυνατότητα πρόσβασης στο τραπεζικό σύστημα) όσο και με κλαδικά κριτήρια καθώς κυρίως ο τουρισμός, το αγροδιατροφικό σύμπλεγμα, οι εξαγωγικές επιχειρήσεις, οι μεταποιητικές επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν διαφορετικές δυσκολίες σε διαφορετικό χρόνο και άρα απαιτούν ειδική στόχευση.
- Μια μεγάλη κατηγορία συμπολιτών μας, εποχιακά εργαζόμενοι στον τουρισμό και αλλού, επισφαλώς εργαζόμενοι, «μπλοκάκηδες», εργαζόμενοι με εργόσημο, εργολαβικοί εργαζόμενοι και διάφορες άλλες κατηγορίες περνούν διαρκώς κάτω από το «ραντάρ» της κυβέρνησης της ΝΔ και σε αυτή την κρίση παραμένουν παντελώς ακάλυπτοι ενώ στην πραγματικότητα δοκιμάζονται ακόμα εντονότερα. Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει οριζόντια την διασφάλιση ενός βασικού εισοδήματος για όλες αυτές τις κατηγορίες.
Βασικοί στόχοι του πλαισίου Οικονομικής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ:
- Διατήρηση θέσεων και σχέσεων εργασίας αλλά και εισοδημάτων μισθωτών και αυτοαπασχολούμενων-ελευθέρων επαγγελματιών κατά τη διάρκεια της κρίσης, στο επίπεδο και την ποιότητα που είχαν διαμορφωθεί πριν την έναρξή της.
- Στήριξη των επιχειρήσεων μέσω απευθείας ενισχύσεων και επιδοτήσεων αλλά και μέσω διευκολύνσεων ρευστότητας και εξυπηρέτησης χρεών.
- Διατήρηση της εγχώριας ζήτησης της ελληνικής οικονομίας κατά την διάρκεια της κρίσης, μέσω στήριξης της ιδιωτικής και δημόσιας κατανάλωσης.
- Χορήγηση ρευστότητας στις επιχειρήσεις μέσω δανείων με εγγύηση του δημοσίου και άλλων χρηματοδοτικών εργαλείων κατά τη φάση αντιμετώπισης της υγειονομικής κρίσης και μετά το τέλος αυτής.
- Διασφάλιση της σταθερότητας του τραπεζικού συστήματος.
Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ λαμβάνει υπόψη τις δυσκολίες υλοποίησης και τον χρόνο που απαιτείται ώστε κάθε μέτρο να εφαρμοστεί αποτελεσματικά σε όφελος εργαζομένων και επιχειρήσεων. Ο σχεδιασμός των μέτρων πρέπει να είναι τέτοιος ώστε αυτά να έχουν το μικρότερο διοικητικό βάρος όσο και στην κινητοποίηση του κρατικού μηχανισμού, που πρέπει να δείξει ευελιξία και αποτελεσματικότητα προκειμένου οι πόροι να φτάσουν εγκαίρως στους ωφελούμενους.
4. Πηγές χρηματοδότησης
Α) Πηγές Χρηματοδότησης του Κρατικού Προϋπολογισμού
Οι παρακάτω πηγές χρηματοδότησης μπορούν να καλύψουν μέτρα καθαρά δημοσιονομικού χαρακτήρα όπως υγειονομικές δαπάνες, δαπάνες στήριξης του εισοδήματος των εργαζομένων, δαπάνες κοινωνικών και άλλων επιδομάτων, δαπάνες στήριξης επιχειρήσεων και αυτοαπασχολουμένων απευθείας από το κράτος, δαπάνες επιδόματος ανεργίας, απώλεια εσόδων κρατικού προϋπολογισμού λόγω αναβολής καταβολής υποχρεώσεων από επιχειρήσεις – αυτοαπασχολούμενους κλπ.
Ταμειακό Απόθεμα Ασφαλείας (μαξιλάρι): 20δισ. ευρώ
Πρόκειται για τμήμα του συνολικού ταμειακού αποθέματος που φτάνει τα 37 δισ. ευρώ και σχηματίστηκε την περίοδο διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ και ειδικότερα τα έτη 2016, 2017 και 2018. Εξ αυτού τα 15,6 δισ. είναι δεσμευμένα για την εξυπηρέτηση του χρέους, ενώ τα υπόλοιπα είναι άμεσα ταμειακά διαθέσιμα. Προτείνουμε τμήμα αυτό του ταμειακού αποθέματος ύψους 20 δισ. να χρησιμοποιηθεί καθώς συνιστά διαθέσιμο σε ενεστώτα χρόνο ποσό του ελληνικού δημοσίου που μπορεί άμεσα να δαπανηθεί για την κάλυψη μέτρων αμιγώς δημοσιονομικού χαρακτήρα χωρίς να χρειάζεται δανεισμός. Τούτο σημαίνει ότι η αξιοποίησή του δεν επιβαρύνει το δημόσιο χρέος.
Χρόνος ενεργοποίησης: άμεσα
Επιστροφή ANFAs και SMPs: 3,5 δισ. ευρώ
Πρόκειται για την επιστροφή των κερδών από τα ANFAs και SMPs που υπό τις παρούσες συνθήκες μπορούν να κατευθυνθούν στις δαπάνες συγκράτησης της ύφεσης και ανάκαμψης της οικονομίας.
Χρόνος ενεργοποίησης: άμεσα
Πρόγραμμα SURE (ύψους 100 δισ. για όλη την Ευρώπη, κατ’ ελάχιστο 2 δισ. για την Ελλάδα)
Πρόκειται για πρόγραμμα «ασφάλισης» των εργαζομένων των επιχειρήσεων που πλήττονται από την κάμψη της οικονομικής δραστηριότητας ώστε να μη χρειαστεί να απολυθούν. Το πρόγραμμα θα επιτρέπει στα κράτη-μέλη να πληρώνουν επί της ουσίας τους μισθούς των εργαζομένων των επιχειρήσεων που σταματούν ή μειώνουν την παραγωγή και τις ώρες εργασίας. Ακόμη δεν έχει γίνει η κατανομή των 100 δισ. ευρώ του SURE, παρόλα αυτά τα 2 δισ. ευρώ είναι το υποχρεωτικά ελάχιστο ποσό που θα πρέπει να λάβει η Ελλάδα.