Του Μιχάλη Καρχιμάκη
Π. Υπουργού, π. Γραμματέα Ε.Σ ΠΑ.ΣΟ.Κ, ειδικού συμβούλου του Π/Θ Ανδρέα Παπανδρέου μέλους του Πολιτικού Συμβουλίου του ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ ΑΛΛΑΓΗΣ
Πολλές φορές, σε κρίσιμες στιγμές, όταν τα διλλήματα που πάντα εμπεριέχει η πολιτική είναι μεγάλα, όταν η κρίση του πολιτικού μας συστήματος και η κοινωνική κρίση, γίνονται ένα εκρηκτικό μείγμα που οδηγεί σε μια γενικότερη κρίση της Κοινοβουλευτικής μας δημοκρατίας και της ευρωπαϊκής μας θέσης, είναι διαρκώς στην σκέψη μου ο Ανδρέας Παπανδρέου, με τον οποίο είχα την μοναδική εμπειρία και την μεγάλη τιμή να ζήσω από κοντά, ως πολιτικός σύντροφος και συνεργάτης.
Πολλές φορές, λοιπόν,
Σκέφτομαι πως θ’ αντιδρούσε στο στυγνό χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Σκέφτομαι πως θα κινούνταν στους κόλπους μιας πολιτικά αμήχανης Ευρωπαϊκής Ένωσης με συγκεχυμένο προσανατολισμό.
Σκέφτομαι πως θα στεκόταν απέναντι σε μια δικαίως αγανακτισμένη κοινωνία και πως θα την προσέγγιζε.
Σε αυτές τις σκέψεις μπορεί να τριγύριζα για καιρό, αν δεν είχα μάθει δίπλα στον Ανδρέα Παπανδρέου, ότι ένας πολιτικός αντιλαμβάνεται τον ρόλο του και την υπόστασή του όχι μέσα από τις σκέψεις αλλά μέσα από τις πράξεις του.
Ακριβώς όπως ένας άνθρωπος καταλαβαίνει τον εαυτό του, μέσα από τις επιλογές του.
και Και ο Ανδρέας Παπανδρέου υπήρξε και Μεγάλος Πολιτικός, οραματιστής ηγέτης ακατάβλητος αγωνιστής.
Μεγάλος Άνθρωπος, επαναστάτης και ρεαλιστής.
Ήταν ο πολιτικός της σύγχρονης Ελλάδας που με ένα δικό του μοναδικό και σφαιρικά μελετημένο τρόπο, αντιμετώπισε τις πολλαπλές κρίσεις κατά τη διάρκεια της πολιτικής του σταδιοδρομίας.
Και για να είμαστε ακριβείς, θα πρέπει ν’ αναγνωρίσουμε, ότι όλη η μεταπολεμική μας ιστορία, είναι μία διαδοχή πολιτικών και κοινωνικών κρίσεων, τις οποίες μόνο το διαμέτρημα ενός ηγέτη όπως αυτό του Ανδρέα Παπανδρέου μπορούσε ν’ αντιμετωπίσει.
Ενός ηγέτη που σε όλες τις κρίσεις, αφουγκραζόταν τον λαό του, έπιανε το τιμόνι της χώρας στα χέρια του και οδηγούσε το Έθνος εκεί που πρέπει.
Στη δημιουργία μιας περήφανης και αξιόπιστης Ελλάδας.
Στη δημιουργία μιας μεταπολιτευτικής Ελλάδας με το τρίπτυχο των μεγάλων πολιτικών του οραμάτων: της Εθνικής Ανεξαρτησίας, της Λαϊκής Κυριαρχίας, της Κοινωνικής Απελευθέρωσης.
Όλοι Θυμόμαστε την εποχή που ότι ήταν ωραίο, είχε απαγορευτεί.
Η ελεύθερη διακίνηση ιδεών, οι κοινωνικοί αγώνες, οι συναθροίσεις, η στρατευμένη Τέχνη.
Ήταν η εποχή της επτάχρονης δικτατορίας.
Όλοι Θυμόμαστε πώς έδρασε ο Ανδρέας Παπανδρέου μετά την πτώση της χούντας και την αποκατάσταση της δημοκρατίας το 1974.
Έδρασε με μια ριζοσπαστική πρόταση για το μετασχηματισμό της ελληνικής κοινωνίας και αντέδρασε με το όραμα να συσπειρώσει τις κατακερματισμένες δημοκρατικές δυνάμεις και να τις οδηγήσει στην εξουσία.
Οργάνωσε έτσι, ένα πρωτοφανές μαζικό λαϊκό κίνημα, εκπληρώνοντας τα αιτήματα των γενεών της Εθνικής Αντίστασης και των δύο ανένδοτων αγώνων του Πολυτεχνείου και της μεταπολίτευσης.
Χάρη στον Ανδρέα Παπανδρέου η Κεντροαριστερά και όλες οι προοδευτικές δυνάμεις του τόπου μπόρεσαν να εκφραστούν.
Και χάρη σε αυτόν, το ΠΑΣΟΚ με το σύνθημα της αλλαγής γνώρισε έναν θρίαμβο στις εκλογές του 1981 και μια μεγάλη εκλογική επιτυχία στις εκλογές του 1985.
Γιατί έθεσε το Κίνημά μας, στην υπηρεσία της πατρίδας, προτάσσοντας το Εθνικό συμφέρον πάνω από το Κομματικό.
Και έτσι, απέκτησε βαθιές ρίζες στον κόσμο, και στον παραδοσιακό αριστερό χώρο, και στον κεντρώο και στη ριζοσπαστική νέα γενιά.
Και πέτυχε με την πολιτική του να μειώσει δραστικά τις κοινωνικές ανισότητες, να βάλει τα θεμέλια του Κοινωνικού κράτους και να δημιουργήσει μια ανοιχτή κοινωνία.
Άνοιξε νέους ορίζοντες συμμετοχής και δράσης στους νέους και στις γυναίκες.
Έβαλε στο επίκεντρο της πολιτικής, τους μέχρι τότε ξεχασμένους Έλληνες, τους Μισθωτούς, τους μη προνομιούχους, τους Αγρότες.
Και έφερε καθαρό αέρα πολιτικής και κοινωνικής ελευθερίας στην χώρα, με τον οποίο μας ενέπνευσε όλους.
Κανείς δεν μπορεί ν’ αμφισβητήσει τις ριζικές πολιτικές και κοινωνικές τομές που δημιούργησε:
Την ψήφο στα 18
Την κατάργηση πολλών μετεμφυλιακών νόμων
Τη συνταγματική αναθεώρηση του 1985-86 που καθιέρωσε το σύστημα της κοινοβουλευτικής εξουσίας που ισχύει έως σήμερα και περιόρισε δραστικά τις βασιλικές εξουσίες του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Την εφαρμογή της ισότητας ανδρών και γυναικών
Την καθιέρωση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης σε συμπρωταγωνιστή του πολιτικού συστήματος
Τον εκδημοκρατισμό του συνδικαλιστικού κινήματος
Την περιφερειακή ανάπτυξη
Τη δημιουργία του Εθνικού Συστήματος Υγείας, πού σήμερα όλοι το επικαλούνται, ακόμα και εκείνοι που το πολέμησαν.
Δεν μπορεί κανείς ν’ αμφισβητήσει, ότι στα χρόνια του ΑΝΔΡΕΑ, έγινε η μεγαλύτερη στην ελληνική πολιτική ιστορία αναδιανομή εισοδήματος και ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις και ανάμεσα στο κέντρο και στην περιφέρεια.
Ήταν αυτός που εδραίωσε το κοινωνικό κράτος στην Ελλάδα.
Ήταν αυτός που αναγνώρισε την Εθνική Αντίσταση.
Ήταν αυτός που επούλωσε τις πληγές τους Εμφυλίου Πολέμου.
Ήταν αυτός που πίστεψε ότι οι διαφορετικές κομματικές πεποιθήσεις είναι απαραίτητες για την ορθή λειτουργία του δημοκρατικού πολυκομματικού πολιτεύματος.
Ήταν αυτός που τόλμησε να κάνει άμεσα πράξη τον επαναπατρισμό των Ελλήνων πολιτικών προσφύγων από την εποχή του Εμφυλίου.
Ήταν αυτός που δεν δίστασε να πολτοποιήσει τους φακέλους φρονημάτων που διατηρούσε η ασφάλεια.
ΗΤΑΝ, ο Ηγέτης όλων των Ελλήνων».
Ήταν αυτός, που άφησε μια καλύτερη Ελλάδα από αυτή που παρέλαβε.
Μια Ελλάδα με ειρηνιστική και πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, με νέους προσανατολισμούς και διεθνείς πρωτοβουλίες για την παγκόσμια ειρήνη.
Αυτός ο ηγέτης, μιας μικρής βαλκανικής χώρας, με το μεγάλο πολιτικό ανάστημα, έριξε γέφυρες προς τον μαχόμενο παλαιστινιακό και ευρύτερα αραβικό κόσμο για την ασφάλεια της χώρας μας, σε μια περίοδο που η Δύση στέναζε κάτω από τον θρησκευτικό εθνικισμό του μουσουλμανικού κόσμου.
Αυτός ο ηγέτης, μιας μικρής βαλκανικής χώρας, με το μεγάλο πολιτικό ανάστημα, σε αντιπαράθεση με όλες τις ισχυρές χώρες του δυτικού κόσμου, επηρέασε την Ευρωπαϊκή Κοινότητα στην κατεύθυνση της έμμεσης αποδοχής μιας ανεξάρτητης παλαιστινιακής αρχής.
Και γι’ αυτό, δεν μπορεί κανείς να ξεχάσει πώς ο Ανδρέας Παπανδρέου αντιμετώπισε τις κρίσεις στα Εθνικά μας ζητήματα, αποδεικνύοντας πως πραγματικός ηγέτης είναι αυτός που αναμετριέται με τα φλέγοντα ζητήματα της εποχής του και όχι ο φυγόπονος, πόσο μάλλον ο ρίψασπις.
Απέδειξε ότι μεγάλος πολιτικός είναι αυτός που πράττει με γνώμονα τις επόμενες γενιές, ενώ μεγάλος πολιτικάντης αυτός που πράττει με γνώμονα τις επόμενες εκλογές.
Για τον Ανδρέα Παπανδρέου κρίσιμη ήταν κάθε ημέρα για την πατρίδα.
Γιατί έβλεπε αυτά που δεν έβλεπαν οι άλλοι, έβλεπε μακρύτερα από τους άλλους και πριν από τους άλλους.
Και ήξερε πως ούτε η εξυπνάδα, ούτε η κρίση είναι οι απόλυτοι δημιουργοί.
Δημιουργός είναι η αταλάντευτη βούληση.
Δημιουργός είναι η συστηματική δουλειά, είναι η στράτευση των δυνάμεων της κοινωνίας, είναι το πέρασμα από τις θεωρητικές προθέσεις στις πράξεις και στη δύναμη ανάληψης της ευθύνης.
Ήξερε ο Ανδρέας, πως η δημιουργία και το αποτέλεσμα βρίσκονται σε ένα καθαρό όραμα για την χώρα, το οποίο υποστηρίζεται από ένα ξεκάθαρο στρατηγικό σχέδιο, το οποίο περιλαμβάνει μια εθνική συνεννόηση όλων των υγιών πολιτικών δυνάμεων, δίνοντας έτσι στην Ελλάδα αυτοπεποίθηση και στους πολίτες συλλογική δύναμη.
Αυτός, ο διορατικός ηγέτης, στην κρίση που δημιουργήθηκε στο παγκόσμιο πολιτικό σύστημα με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, αντιλήφθηκε αμέσως πως τα περιθώρια άσκησης πολιτικής όπως στο παρελθόν είχαν εκμηδενιστεί και συνειδητοποίησε πόσο σημαντική ήταν η παρουσία της Ευρώπης στον μετα-διπολικό κόσμο, γι’ αυτό και άνοιξε το δρόμο για την «ευρωπαϊκή αγκύρωση» της χώρας μας.
Γιατί μετέφραζε την πραγματικότητα ως είχε και όχι όπως θα βόλευε.
Γιατί πολιτευόταν με αυτοσεβασμό και όχι με επικίνδυνες για το μέλλον της Ελλάδας ψευδαισθήσεις.
Με τον ίδιο αυτοσεβασμό, αντιμετώπισε την πρωτοφανή κρίση της «μαύρης» περιόδου για τη χώρα, κατά τη διάρκεια της οποίας, πολιτικοί, δικαστικοί, οικονομικοί και δημοσιογραφικοί κύκλοι, προσπάθησαν να τον εξοντώσουν πολιτικά και ηθικά και να διαμελίσουν την προοδευτική παράταξη, που ο ίδιος ίδρυσε.
Σε μια συντονισμένη προσπάθεια πολιτικής και επικοινωνιακής του εξόντωσης, μέσα από τον έλεγχο της εικόνας της δικής του, μέσα από την χωρίς προηγούμενο συστηματική προβολή της, ώστε να διασύρεται καθημερινά από το τηλεοπτικό γυαλί στα καφενεία και στα νοικοκυριά της χώρας.
Απέναντι σε αυτή τη σκοτεινή προσπάθεια της πολιτικής του εξόντωσης, απέναντι στους μηχανισμούς που στήθηκαν στην προσπάθεια εξαπάτησης μιας ολόκληρης κοινωνίας, απέναντι στην παραπληροφόρηση και στους δεξιόστροφους λαϊκισμούς να οργιάζουν, το πολιτικό ένστικτο του Ανδρέα Παπανδρέου τον οδήγησε να μην αποδεχθεί συνειδητά ποτέ την Δίκη του, καθώς γνώριζε πως είναι καθαρά πολιτική.
Μια Δίκη, όπου αποφασίζει να μην παραστεί, καταγγέλλοντάς την ως σκευωρία και μεθόδευση των πολιτικών του αντιπάλων.
Ο λόγος του στη Βουλή στις 27 Σεπτεμβρίου του 1989 είναι χαρακτηριστικός του τρόπου που ο Ανδρέας Παπανδρέου αντιμετώπιζε τις κρίσιμες στιγμές στην πολιτική και στη ζωή του:
Μπαίνοντας στην αίθουσα της Ολομέλειας, κατευθύνθηκε πρώτα στο έδρανο του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και τον συλλυπήθηκε για τον τραγικό θάνατο του Παύλου Μπακογιάννη.
Και αμέσως μετά μίλησε λέγοντας:
«Αναλαμβάνω προσωπικά το μερίδιο της δικής μου πολιτικής ευθύνης, όχι μόνο γιατί αυτή την περίοδο το ΠΑΣΟΚ ήταν στην κυβέρνηση, αλλά γιατί δεν κατορθώσαμε να εμποδίσουμε την οικονομική και κοινωνική αναρρίχηση ενός ανθρώπου χωρίς επιφάνεια που αποδείχτηκε εκ των υστέρων επικίνδυνος πραγματικά απατεώνας.
Έχω αναλάβει την πολιτική ευθύνη της συνολικής πορείας του κινήματός μας.
Για την επιλογή των συνεργατών μου, όπως και για τις πολιτικές τους αποφάσεις ουδέποτε απέφυγα ν’ αναλάβω την πολιτική ευθύνη που είναι εύλογο να μου ανήκει.
Όμως η τιμή, η υπόληψη και η στάση ζωής του καθενός είναι προσωπική του υπόθεση που καλύπτεται από δική του ατομική ευθύνη.
Σε όλα τα χρόνια της πολιτικής μου παρουσίας στην Ελλάδα, σε όλη την πολυκύμαντη πορεία της πολιτικής μου σταδιοδρομίας, ποτέ μα ποτέ δεν αμφισβητήθηκε το ήθος μου.
Και το γνωρίζει άριστα ο ελληνικός λαός.»
Και συνέχισε:
«Κατηγορώ τους κατηγόρους μου ότι διαστρέβλωσαν με πολιτική ιδιοτέλεια την έννοια της κάθαρσης, για να μπορέσουν έτσι να οργανώσουν αυτόβουλα τον πολιτικό μου διωγμό».
Ήταν αυτός, ένας Παπανδρέου που δεν στηριζόταν στον ενθουσιασμό του, αλλά στην ωριμότητά του, την οποία εξέφραζε με σταθερούς χειρισμούς, τους οποίους διέκρινε η ετοιμότητα και η προσωπική ευθιξία.
Γι’ αυτό και δικαιώθηκε και πολιτικά και ηθικά και δικαστικά.
Αλλά πάνω από όλα, δικαιώθηκε με την ετυμηγορία του Ελληνικού Λαού όταν στις εκλογές του 1993 τον επανέφερε στην εξουσία με άνετη πλειοψηφία.
Και επειδή ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε το μεγαλείο μέσα του, μέσα στην απλότητά του, μέσα στο πνεύμα και στην καλοσύνη του, την Πρωτοχρονιά του 1995 ανακοίνωσε την απόφασή του ν’ αναστείλει τις ποινικές διώξεις σε βάρος του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη.
Και αντιπαράθεσε απέναντι στις κατηγορίες για συγκάλυψη ή συμψηφισμό, ένα μεγαλειώδες σκεπτικό, εξηγώντας την απόφασή του:
«Προσωπικά δεν έχω να συμψηφίσω τίποτα.
Έζησα την πικρία της σκευωρίας και της δίκης και την ικανοποίηση της δικαίωσης.
Θα είχα ως άνθρωπος κάθε λόγο να δικαστούν αυτές οι υποθέσεις.
Πάνω από όλα όμως, πρέπει να μπαίνει το συμφέρον του τόπου και η προοπτική των θεσμών».
Έτσι διαχειριζόταν ο Ανδρέας Παπανδρέου τις κρίσεις αλλά και τις κρίσιμες στιγμές, ακόμα και τις εσωκομματικές.
Με ένα μεγαλείο που φαίνεται στον άνθρωπο κυρίως στις πιο κρίσιμες στιγμές του, όπως φαίνεται στον ήλιο, κυρίως όταν βρίσκεται στο πιο χαμηλό του σημείο.
Γι’ αυτό και έχτισε ένα κόμμα-θεσμό με ιδεολογική και προγραμματική συνοχή, με ξεκάθαρο πολιτικό μήνυμα, με λαϊκή βάση, ένα Κίνημα της δημοκρατίας και του σοσιαλισμού.
Το ΠΑΣΟΚ ήταν το πρώτο κόμμα εξουσίας στην ελληνική ιστορία με μαζική οργάνωση, αντί του παραδοσιακού κόμματος στελεχών.
Ένα πρότυπο οργάνωσης που υιοθέτησε στη συνέχεια και η Νέα Δημοκρατία.
Βέβαια, ένα ζωντανό Κίνημα όπως το ΠΑΣΟΚ πέρασε φάσεις πολωτικών συγκρούσεων και ψυχοφθόρων αντιπαραθέσεων, αλλά τις ξεπέρασε .
Όλοι ξέραμε, πως σε αυτές τις κρίσεις η ρήξη με τους αντιπάλους ήταν μια σταθερά, στην πολιτική στρατηγική του Ανδρέα Παπανδρέου.
Γνωρίζαμε, ότι θα αρνιόταν κάθε συμβιβασμό με ότι απειλούσε το καλό του Κινήματος.
Γνωρίζαμε ότι θα προκαλούσε τους αντιπάλους του ευθέως και πολλές φορές με έντονους χαρακτηρισμούς.
Και γνωρίζαμε πως θα κέρδιζε τις πολιτικές μάχες και διαμάχες, γιατί βασιζόταν στη βάση του Κινήματος.
Στη βάση, η οποία, τον στήριζε πάντα.
Στη βάση που τον θεωρούσε σύμβολο και εκπρόσωπό της.
Ταυτόχρονα, ο Ανδρέας αποσοβούσε τις εσωκομματικές κρίσεις, προβάλλοντας την εξωστρέφεια του κόμματος στην κοινωνία και αποστρεφόμενος την αυτοκαταστροφική ενδοσκόπηση και τις προσωπικές στρατηγικές.
Αντιμετώπιζε τις κρίσεις με πρακτικότητα και ρεαλισμό αλλά χωρίς να χάνει το όραμα και την ιδεολογία του.
Αντιμετώπιζε τις κρίσεις πιστεύοντας πως πρέπει ν’ αμφισβητήσει ανοιχτά, να συγκρουστεί χωρίς συμβιβασμούς και ν’ ανατρέψει κατεστημένες δυνάμεις, δομές, εξουσίες και αντιλήψεις που κρατούσαν την Ελλάδα δέσμια.
H πολιτική κληρονομιά που άφησε ο Ανδρέας Παπανδρέου στο Κίνημά μας, για το πώς οφείλει να λειτουργεί σε περιόδους δύσκολες, συνοψίζεται πεντακάθαρα στο μήνυμά του τον Απρίλιο του 1994 προς όλα τα στελέχη του Κινήματός μας, όπου άφησε το διαχρονικό του στίγμα:
«Να επανατοποθετήσουμε την Ελλάδα και τον Ελληνισμό στα Bαλκάνια, στην Ευρώπη, στη διεθνή κοινότητα, μέσα από μια μακροχρόνια προσπάθεια εθνικής ανασυγκρότησης.
Ας αφήσουμε τις λεπτές διαφοροποιήσεις, τις ρεαλιστικές προσεγγίσεις, τις λογικές απαιτήσεις που βάζουν σε ζυγαριά τις εθνικές μας επιδιώξεις.
Τώρα έχουμε ακόμη την ιστορική ευκαιρία να διεκδικήσουμε δυναμικά το ρόλο που θα μας ανήκει.
Αύριο θα είναι αργά.
Και το Κίνημά μας, που γεννήθηκε για να εκφράσει μια πατριωτική συνείδηση, μια στρατηγική ανεξαρτησίας, δεν πρέπει να έχει δίλημμα ούτε μια στιγμή, για το δρόμο που θ’ ακολουθήσει και τώρα και στο μέλλον.
Δεν έχουμε την ψευδαίσθηση βέβαια ότι διαθέτουμε τη δύναμη να διαμορφώσουμε μόνοι μας τα δεδομένα του παιχνιδιού.
Έχουμε όμως τη δύναμη, να πάρουμε τις δικές μας πρωτοβουλίες.
Να διαμορφώσουμε τη δική μας πολιτική με θέληση αλλά και με γνώση και σωφροσύνη.
Θέλουμε ακόμη και τώρα, περισσότερο μάλιστα από πριν, ν’ αλλάξουμε τον κόσμο και τη ζωή προς το καλύτερο.
Γι’ αυτό είμαστε σοσιαλιστές.
Για να εκφράσουμε, όμως, πολιτικά τις νέες κοινωνικές δυνάμεις, επιβάλλεται να καταλάβουμε τις αλλαγές που γίνονται γύρω μας.
Οι αλλαγές των τελευταίων χρόνων είναι τόσο κολοσσιαίες, ώστε οι γνωστές ιδέες, οι κλασικές μέθοδοι, τα πολιτικά στερεότυπα δεν επαρκούν.
Πρέπει να ξανα-ανακαλύψουμε την πολιτική.
Να επισημάνουμε τα πεδία των αλλαγών.
Να θέσουμε ερωτήματα.
Και τελικά να δώσουμε συγκεκριμένες απαντήσεις και στη θεωρία και στην πολιτική μας πράξη.
Αλλά ούτε οι οικονομικές κρίσεις, ούτε οι πόλεμοι είναι αιώνιοι.
Ούτε είναι ικανοί να σβήσουν τα οράματά μας.
Μπορούν ν’ αναβάλλουν για ένα διάστημα τη νέα φάση ανάπτυξης και προόδου που έρχεται.
Δεν μπορούν όμως να τη ματαιώσουν.
Ας ετοιμαζόμαστε λοιπόν από τώρα, να την υποδεχθούμε.
Και συνέχιζε λέγοντας:
«Στους νέους αυτούς καιρούς:
Της παγκοσμιοποίησης της οικονομίας και του αμείλικτου ανταγωνισμού.
Της πολύχρονης ύφεσης και της ασταθούς οικονομικής ισορροπίας η αναγέννηση των σοσιαλιστικών δημοκρατικών δυνάμεων και η οριοθέτηση μιας νέας προοδευτικής στρατηγικής, πρέπει να αποτελέσει τη δική μας απάντηση στις προκλήσεις των καιρών».
Σήμερα, ΛΟΙΠΟΝ ΠΟΥ βιώνουμε ένα ανελέητο παιχνίδι εντυπώσεων Θα ΠΡΈΠΕΙ να καταλάβουν όλοι πως η δημοκρατική παράταξη δεν αφορίζεται πολιτικά.
Γιατί έμαθε να προτάσσει τις δημοκρατικές της αξίες ..
Και η πολιτική δικαίωση θα έρθει , όπως και τότε και θα επιβάλλει έναν άλλο πολιτικό πολιτισμό στη χώρα μας, ενάντια σε κάθε προπαγανδιστικό μηχανισμό.
Αρκεί σε κάθε πολιτικό μας βήμα, να αντηχούν δυνατά οι προτροπές του Ανδρέα Παπανδρέου.
Να είμαστε εμείς οι πολιτικοί υπηρέτες των ανθρώπων χωρίς την παραμικρή αίσθηση μειονεξίας.
Να αντιστρέφουμε τους όρους και τους ρόλους.
Να μετατρέπουμε τη δύναμη μας σε μεταποιημένη ωφέλεια για τους πολλούς,
Να μπαίνουμε στη θέση του αδύναμου, να αισθανόμαστε εμείς οι ίδιοι αδύναμοι ,χωρίς αυτό να σημαίνει ότι παραβιάζουμε βασικούς ηθικούς και αξιακούς κανόνες.
Να σκεπτόμαστε πρώτα από όλα ότι άλλοι είναι εκείνοι που αποφασίζουν για το ρόλο μας και να μην τους περιφρονούμε και αυτοί – έλεγε – είναι οι άνθρωποι που μας εμπιστεύτηκαν.
Και συνέχιζε λέγοντας
«Οι Πολιτικοί που δεν κατάλαβαν τη δύναμη των συνόλων έχασαν το τρένο.
Οι Πολιτικοί που δεν κατέγραψαν στην μνήμη και στη συνείδηση τους ότι το πέρασμα από τη ζωή είναι πολύ μικρό και ότι η εξουσία είναι εφήμερη, σίγουρα δεν επιτέλεσαν όποτε έπρεπε τον ρόλο τους».
Για να προσεγγίσει με την πολιτική του σοφία, το ρόλο και τη σεμνότητα που είναι ανάγκη να έχει ο πολιτικός, λέγοντας χαρακτηριστικά.
«Η κατάχρηση των προσόντων από έναν Πολιτικό αν υπάρχει εγωκεντρική διάθεση μπορεί να καταλήξει σε ένα μεγάλο μειονέκτημα.
Τα πρόσωπα που θα παγιδευτούν και θα ζήσουν μόνο ανάλογα με τα προσόντα τους και όχι με την διαρκή συνειδητή προσφορά τους θα απομονωθούν.
Όσο δημόσια ένα άτομο διογκώνει άμετρα, μόνο την παρουσίαση των προσόντων του τόσο περιθωριοποιείται».
Αυτός ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου…που θα παραμένει πάντα και αναλλοίωτα στην μνήμη μας όσα χρόνια και αν περάσουν από τον θάνατο του.
Ο ηγέτης που όσο περνούν τα χρόνια όλο και πιο πολύ τον αναζητούμε για τις αρχές τις αξίες του τα οράματα του την προσφορά του και την παρακαταθήκη του, στις ζωές όλων των Ελλήνων και αυτών που τον έζησαν αλλά και αυτών που τον μαθαίνουν και μετά τον θάνατο του.
Μας άφησε μια παρακαταθήκη που είναι περισσότερο επίκαιρη από ποτέ, γιατί ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν ένας πολιτικός που αν και σήμερα είναι ο μεγάλος απών από την πολιτική μας ζωή, η παρουσία του σε αυτή παραμένει διαρκής.