Γράφει ο Φαρούκ Τουντζάι
Στη δεκαετία του ’80 ένας νεαρός Ελληνότουρκος, ανταποκριτής της μεγαλύτερης εφημερίδας της Τουρκίας στη Θράκη, έφαγε άγριο ξύλο από τους πράκτορες της ΜΙΤ στην Κωνσταντινούπολη. Είχαν αρνηθεί με πείσμα, αυτός και η παρέα του, να συμμορφωθούν με τις πολιτικές της Άγκυρας. Κι αυτό γιατί, δεν είχαν μεν αντίρρηση να συμμορφωθούν με τις πολιτικές της Άγκυρας, αρκεί οι πολιτικές της να μη βλάπτουν την ύπαρξη και επιβίωση της μουσουλμανικής κοινότητας της Θράκης.
Η Άγκυρα όμως δεν καταλάβαινε από τέτοιες μανούβρες. Τον ξυλοφόρτωσαν και τον έβαλαν στη μαύρη λίστα απαγόρευσης εισόδου στην Τουρκία. Από κει και πέρα οι περισσότεροι ανταποκριτές των τουρκικών εφημερίδων είτε ήταν κάτι νερόβραστοι Ρωμιοί που δεν είχαν στο μυαλό τους τίποτα παρά το «να φάμε, να πιούμε κι ό,τι αρπάξουμε» είτε κάτι άσχετοι Τούρκοι που, από το σπίτι φορώντας τις πιζάμες τους, έστελναν τις ανταποκρίσεις τους.
Όταν γύρισε ο νεαρός στην Κομοτηνή, οι γκιουλενικοί τού έδωσαν χρήματα για να εκδόσει μια εφημερίδα, ενώ τη δεκαετία του ’90, τού έστησαν και ραδιοφωνικό σταθμό. Έλα όμως που ο τύπος δεν χαμπάριαζε από ξένα συμφέροντα! Ήταν πάνω απ’ όλα Θρακιώτης και τον ενδιέφερε μόνο το συμφέρον του τόπου του. Θα μπορούσε να συνεργαστεί και με τον διάβολο, αλλά για τον τόπο του. Ενημέρωνε τακτικά τις ελληνικές αρχές και στην εφημερίδα του κρατούσε μια πολύ σκληρή στάση απέναντι στην Τουρκία.
Ήταν τότε το αγαπημένο παιδί του ελληνικού Τύπου. Όλοι οι τάχα μου ειδικοί της ελληνικής δημοσιογραφίας έτρεχαν να πάρουν τη γνώμη του για ψύλλου πήδημα! Ώσπου μια μέρα εμφανίστηκε μια βιντεοκασέτα που τον έδειχνε να χρησιμοποιεί μια ακατάλληλη για τους Έλληνες λέξη σε μια κλειστή συγκέντρωση Ελληνότουρκων. Πώς διέρρευσε η κασέτα αυτή; Οι γκιουλενικοί όταν κατάλαβαν ότι ο τύπος δε δούλευε γι’ αυτούς αλλά για τον τόπο του, σερβίρισαν μια χούφτα σανό στους Έλληνες και τον αποτέλειωσαν.
Από κει και πέρα κανείς δεν ενδιαφέρθηκε γι’ αυτόν. Συνέχισε τη συνεργασία του, σε ανώτατο επίπεδο, με τις ελληνικές αρχές αλλά δεν ήταν πια στο προσκήνιο. Με κλοτσιές τον πέταξαν έξω και οι γκιουλενικοί. Άλλαξε βάση και συνέχισε τον αγώνα της επιβίωσης. Μετά από αυτόν οι γκιουλενικοί μουλάδες συνεργάστηκαν με κάποιους Ρωμιούς κειμενογράφους που έγραφαν πια σε εφημερίδες του γκιουλενικού Τύπου, εμφανίζονταν στις τηλεοράσεις, σύχναζαν στα συνέδρια και σε άλλα ενδιαφέροντα και ευχάριστα καροτάκια της CIA – Γκιουλέν και όλοι αυτοί, χωρίς εξαίρεση, έτρεχαν κι ενημέρωναν τις ελληνικές αρχές. Και, ώ του θαύματος, αυτές οι “ανόητες” Αρχές κέρδισαν χωρίς να το καταλάβουν, χάρη στον ελληνοκεντρικό πατριωτισμό κάποιων Ρωμιών, Τούρκων, Ελληνότουρκων και Ελλήνων μια μάχη κατά του κινήματος Γκιουλέν.
Όταν οι γκιουλενικοί προσπάθησαν να ανοίξουν σχολείο και πολιτιστικό κέντρο στη Θράκη, όπου θα επιστράτευαν μουσουλμάνους για τα συμφέροντα της CIA, και δεν τα κατάφεραν, έκαναν μια τελευταία απελπισμένη προσπάθεια. Αποφάσισαν να αγοράσουν ένα κτήριο στην Αθήνα και να ανοίξουν εκεί το σχολείο τους αντί να χάνουν καιρό στη Θράκη με όλους τους Θρακιώτες «ρουφιάνους».
Για κακή τους όμως τύχη, συμπτωματικά, ο δικηγόρος ο οποίος ανέλαβε την αγοραπωλησία ήταν μαθητής ενός Τούρκου δάσκαλου ο οποίος, εδώ και πολλά χρόνια, είναι ένας απ΄ τους πιο συνειδητούς εχθρούς του γκιουλενικού κινήματος. Έτσι, όταν ενημερώθηκε από τους παλιούς του μαθητές, που έχουν διάφορα πόστα στο δημόσιο, για το ζήτημα, άνοιξε τα μάτια του δικηγόρου. Βέβαια, η «προδοσία» αυτή κόστισε ακριβά στον δικηγόρο όμως οι γκιουλενικοί τα έχασαν για ακόμα μια φορά! Από τότε τα μάζεψαν και εγκατέλειψαν την Αθήνα.
Η επόμενη προσπάθεια ήταν να εξαγοράσουν τον Τούρκο δάσκαλο. Μέσω μιας Ελληνίδας αγνής και άσχετης με τα πολιτικά τερτίπια τουρκολόγου, τον ενημέρωσαν πως, αν θέλει να αναλάβει εκείνος την ίδρυση ενός μεγάλου πολιτιστικού κέντρου, είναι έτοιμοι να τον χρηματοδοτήσουν. Αυτός τους έγραψε κανονικά, όπως κάνει εδώ και πολλά χρόνια στις κατά καιρούς δελεαστικές προτάσεις χρηματοδότησης με αντάλλαγμα το όνομά του.
Έτσι φτάσαμε στο βράδυ του πραξικοπήματος. Τις ώρες εκείνες ο Θρακιώτης Ελληνότουρκος επιχειρηματίας που εμπορεύεται το ελληνικό βαμβάκι, το μάρμαρο, τα φρούτα και άλλα προϊόντα και ετοίμαζε «τουρκικό πολιτικό κόμμα» στη Θράκη, παρακαλούσε κλαίγοντας τον υπεύθυνο της ΕΥΠ της περιοχής να φέρει την οικογένειά του από την Κωνσταντινούπολη στην Κομοτηνή.
Αν και υπάρχουν ακόμα αρκετοί ανόητοι Έλληνες που κλαίνε για την αποτυχία του Γκιουλέν και την επικράτηση του Ερντογάν, πιστέψτε με, η ήττα του κινήματος Γκιουλέν ήταν η πιο θετική εξέλιξη που έχει συμβεί τα τελευταία πενήντα χρόνια για την Ελλάδα. Ας μην το έχει καταλάβει σχεδόν κανείς!
ΥΓ: Ιστορικός κανόνας: «Αν θες να διαλύσεις τους Έλληνες, μπορείς να το κάνεις μόνο με τους Ελληναράδες!» Φαίνεται ότι τον κανόνα αυτόν τον θυμήθηκαν τελευταία οι άνθρωποι της CIA. Το παλιό στρατόπεδο των 30 στρεμμάτων που λειτουργεί ως κέντρο παιδομαζώματος των παιδιών των Πομάκων και κάνει μαθήματα σε παιδιά μειονοτικών μια βαρεμένη με κεντρικό άξονα το «Πώς να γίνεις ο πολεμιστής του Φωτός (sic)!», καλά κρατεί.
Οι φίλοι μου από κει μιλάνε για κανονικό στρατόπεδο συγκέντρωσης. Να και το μήνυμα που πήρα πρόσφατα από έναν φίλο: «Πριν λίγες μέρες πήγαμε μια βόλτα στο βουνό με κάποιον που ξέρει καλά την περιοχή! Μας πήγε στο φυλάκιο. Έχουν φτιάξει ένα κάστρο με συρματοπλέγματα. Οι ντόπιοι απορούν τι γίνεται εκεί μέσα. Παντού σταυροί και παπάδες. Κάποιος μας είπε: Τι ετοιμάζουν εκεί; Εθνικιστές, τρομοκράτες; Παπάδες; Κeskinciler?».
Αλήθεια, δεν υπάρχει κανένας δημοσιογράφος να τους χτυπήσει την πόρτα να δει τι κάνουν εκεί; Από πού πήραν τα χρήματα; Μήπως είναι κι αυτοί εργολάβοι της CIA (από αντίθετη βέβαια θρησκευτικοϊδεολογική πλευρά) που δουλεύουν πάνω σ’ αυτό που δεν κατάφερε να πετύχει ο Φετουλάχ Γκιουλέν; Και με το αζημίωτο φυσικά!
Φαρούκ Τουντζάι
facebook.com/faruk.tuncay336