Σε μια ιδιαιτέρως δύσκολη συγκυρία για τη Τουρκία πραγματοποιούνται σήμερα στα κατεχόμενα «εορταστικές εκδηλώσεις» για την 31η επέτειο ανακήρυξης του ψευδοκράτους στις 15 Νοεμβρίου 1983 από τον Ραούφ Ντενκτάς.
Στις εκδηλώσεις η Τουρκία εκπροσωπείται από τον Πρόεδρο της τουρκικής Εθνοσυνέλευσης Τζεμίλ Τσιτσέκ και τον αναπληρωτή Πρωθυπουργό Μπουλέντ Αρίντς. Στη Κύπρο βρίσκεται και ο στρατιωτικός διοικητής της στρατιάς Αιγαίου της Τουρκίας στρατηγός Γκαλίπ Μεντί.
Οι εκδηλώσεις φέτος, παρά τις προσπάθειες του καθεστώτος, είναι υποτονικές αφού ήδη πολλά τουρκοκυπριακά κόμματα εκφράζουν προβληματισμό για τους χειρισμούς που έχουν γίνει από την Άγκυρα με αποτέλεσμα να υπάρξει διακοπή των συνομιλιών και παγκόσμια αποδοκιμασία.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι το ψευδοκράτος έχει αναγνωριστεί μόνο από τη Τουρκία και το ΕΔΑΔ το έχει χαρακτηρίσει υποτελή στη Τουρκία διοίκηση των κατεχομένων εδαφών της Κύπρου. Οι προσπάθειες για αναγνώριση έχουν αποτύχει, καθώς υπάρχει απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ που καλεί όλα τα κράτη μέλη να μην προχωρήσουν είτε σε έμμεση είτε σε άμεση αναγνώριση. Το γεγονός αυτό χαρακτηρίζεται ως «εμπάργκο» από τη Τουρκία και το ψευδοκράτος αφού οι Τουρκοκύπριοι βρίσκονται σε διεθνή απομόνωση.
Από το 1983 έως και σήμερα η τεράστια πλειοψηφία των Τουρκοκυπρίων έχει εκδώσει διαβατήρια και ταυτότητες της Κυπριακής Δημοκρατίας, μεταξύ αυτών και τα μέλη της οικογένειας του Ραούφ Ντενκτάς.
Με ευλογίες της Άγκυρας
Η πορεία προς την ανακήρυξη του ψευδοκράτους το 1983 είχε προαποφασιστεί από τη Τουρκία η οποία διατηρούσε άριστες σχέσεις με τον Ντενκτάς ο οποίος λειτουργούσε ως «νομάρχης».
Στις 13 Μαΐου του 1983 η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, ενέκρινε το ψήφισμα 37/253 με το οποίο απαίτησε την απόσυρση όλων των κατοχικών στρατευμάτων και διακήρυξε το δικαίωμα του κυπριακού λαού και της Κυπριακής Δημοκρατίας για πλήρη κυριαρχία χαιρετίζοντας ταυτόχρονα την πρόταση του τότε Προέδρου Σπύρου Κυπριανού για πλήρη αποστρατικοποίηση του νησιού. Στο ίδιο ψήφισμα εκφραζόταν η υποστήριξη στις συμφωνίες Μακαρίου – Ντενκτάς (1977) και Κυπριανού – Ντενκτάς (1979) και καθοριζόταν η 31η Μαϊου 1983 ως ημερομηνία έναρξης νέων διακοινοτικών συνομιλιών.
Στις 17 Ιουνίου του 1983, η λεγόμενη «νομοθετική συνέλευση» των κατεχομένων κατέληξε σε απόφαση για «το αναπαλλοτρίωτο και μη δυνάμενο να καταργηθεί δικαίωμα της αυτοδιάθεσης του τουρκικού λαού της Κύπρο».
Ο τότε ΓΓ του ΟΗΕ Πέρζ Ντε Γκουεγιάρ για να εκτονώσει την ένταση κατέθεσε τους «δείκτες» για επίλυση του Κυπριακού και ανέμενε απαντήσεις από τις δύο πλευρές.
Ο τότε Πρόεδρος της Κύπρου Σπύρος Κυπριανού αφού διαβουλεύτηκε στην Αθήνα με τον Ανδρέα Παπανδρέου και τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, απάντησε με σημαντική καθυστέρηση στις 30 Σεπτεμβρίου 1983 στον ΓΓ του ΟΗΕ. Στο μεσοδιάστημα είχε παραιτηθεί ο Κύπριος υπουργός εξωτερικών Νίκος Ρολάνδης λόγω διαφωνίας με την καθυστέρηση απάντησης στον ΟΗΕ. Τα πράγματα όμως είχαν πάρει το δρόμο τους.
Το βράδυ της 14ης Νοεμβρίου 1983 ο Ραούφ Ντενκτάς κάλεσε όλα τα μέλη της λεγόμενης «νομοθετικής συνέλευσης» σε δείπνο και τους ενημέρωσε για την απόφαση του να ανακηρύξει την επόμενη μέρα το πρωί την «Τουρκική Δημοκρατία Βόρειας Κύπρου» (ψευδοκράτος). Θα πρέπει να σημειωθεί ότι στις 15 Νοεμβρίου 1983, για να αποφευχθούν αντιδράσεις στα κατεχόμενα ο Ντενκτάς διέκοψε όλες τις επικοινωνίες. Κάλεσε την λεγόμενη «νομοθετική συνέλευση» και κάτω από απειλές και εκβιασμούς από τη Τουρκία υποχρέωσε τα μέλη της να ψηφίσουν υπέρ της ανακήρυξης του ψευδοκράτους. Μάλιστα ο Ντενκτάς γνωρίζοντας την απροθυμία πολλών είχε δηλώσει ότι «κάποιοι σήμερα ψήφισαν με το χέρι τους αλλά όχι με την καρδιά τους».
Στις 18 Νοεμβρίου 1983, με το ψήφισμα 54,1 το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, καταδίκασε ως παράνομη την ανακήρυξη της «Τουρκικής Δημοκρατίας Βόρειας Κύπρου», και κάλεσε όλα τα κράτη – μέλη του Οργανισμού να μην την αναγνωρίσουν.