Κατά το Μεσαίωνα, και ειδικότερα μεταξύ 11ου και 13ου αιώνα, οι εγγράμματοι με αδύναμη όραση χρησιμοποιούσαν σφαίρες-μεγεθυντικούς φακούς που ονομάζονταν «αναγνωστικοί λίθοι». Τις κυλούσαν πάνω στις σελίδες των βιβλίων, έτσι ώστε τα γράμματα να δείχνουν μεγαλύτερα. Ο Roger Bacon (1220-1292), στο έργο του «Opus Majus» (1268), αναφέρει ότι μπορεί κανείς να διαβάζει καλύτερα όταν βλέπει μέσα από ένα γυαλί που είναι κατά τι μικρότερο από ημισφαίριο. Στα πειράματα του Bacon βασίστηκε και ο εφευρέτης των γυαλιών οράσεως, το όνομα του οποίου όμως παραμένει άγνωστο.
Ως πιθανοί εφευρέτες έχουν θεωρηθεί κατά καιρούς ο ίδιος ο Bacon, ο Ιταλός Salvino D’ Armato Degli Armati ή ο Alessandro di Spina. Ωστόσο, πρόκειται για εικασίες, καθώς το πρόσωπο του εφευρέτη δεν έχει πιστοποιηθεί.
Η πρώτη καταγεγραμμένη ύπαρξη γυαλιών σημειώνεται τις τελευταίες δεκαετίες του 13ου αιώνα στην Ιταλία. Οι αναφορές ως προς το χρόνο εμφάνισής τους κυμαίνονται από το 1260 μέχρι και το 1289. Ωστόσο, ο ακριβής χρονολογικός προσδιορισμός τους δεν είναι δυνατός. Εξίσου δύσκολη είναι και η καταγραφή του τόπου εμφάνισής τους, καθώς οι σχετικές αναφορές ποικίλλουν μεταξύ της Φλωρεντίας το 1280 και της Πίζας το 1286.
Το Μεσαίωνα, η Βενετία υπήρξε ένα από τα σημαντικότερα κέντρα παραγωγής γυαλιού, διαθέτοντας παράλληλα μια ισχυρή συντεχνία τεχνιτών κρυστάλλου. Ως εκ τούτου, συγκέντρωνε τις καλύτερες προϋποθέσεις προκειμένου να καταστεί επίσημα η πατρίδα της παραγωγής γυαλιών.
Όμως, η πόλη στην οποία άνθησε πραγματικά το εμπόριο γυαλιών στα μέσα του 15ου αιώνα ήταν η Φλωρεντία. Από το 16ο-17ο αιώνα το μονοπώλιο της ιταλικής πόλης έσπασε. Αυτή τη χρονική περίοδο άρχισαν να παράγουν γυαλιά η Γερμανία, η Γαλλία και η Ολλανδία. Σε κάθε περίπτωση, η ζήτηση των γυαλιών εκτινάσσεται ύστερα από την εφεύρεση της τυπογραφίας από τον Ιωάννη Γουτεμβέργιο το 1454, οπότε τα βιβλία έγιναν προσβάσιμα σε όλους. Άνοδος στο εμπόριο των γυαλιών σημειώθηκε και κατά το 17ο αιώνα, με την έκδοση των πρώτων εφημερίδων.
Η ζωή πριν
Από την αρχαιότητα ήταν ήδη γνωστό ότι το κυρτό γυαλί είχε την ιδιότητα να μεγεθύνει τα αντικείμενα. Ένας φακός που προσιδιάζει με μεγεθυντικό, κατασκευασμένος από ορυκτό κρύσταλλο, εντοπίστηκε από αρχαιολόγους κοντά στη Νινευή της Ασσυρίας. Πρόκειται για την παλαιότερη ανακάλυψη μιας τέτοιας εφεύρεσης. Σε ορισμένες πηγές γίνεται αναφορά στους μεγεθυντικούς φακούς, στην Αίγυπτο του 5ου π.Χ. αιώνα. Σύμφωνα με άλλες, αντίθετα, δεν έχει καταγραφεί κάποιου είδους βοήθημα όρασης την εποχή των Αιγυπτίων, των αρχαίων Ελλήνων και των Ρωμαίων.
Οι ιστορικές μαρτυρίες από την αρχαία Ελλάδα και τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία κάνουν λόγο για σκλάβους που διάβαζαν μεγαλόφωνα στους ευγενείς με αδύναμη όραση. Ο Σενέκας αναφέρει πώς κατάφερνε να διαβάζει χρησιμοποιώντας μια γυάλινη σφαίρα που τη γέμιζε νερό. Ο Νέρωνας είχε στη διάθεσή του ένα σμαράγδι, που τοποθετούσε κοντά στο μάτι του για να βλέπει σε μεγέθυνση τους μονομάχους στο Κολοσσαίο (σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, ο Νέρωνας το χρησιμοποιούσε για να φιλτράρει το φως του ήλιου).
Αναφορές υπάρχουν και για την Κίνα, σύμφωνα με τις οποίες οι Κινέζοι πριν από 2.000 χρόνια χρησιμοποιούσαν γυαλιά. Στην πραγματικότητα, είχαν δημιουργήσει ένα είδος «φυλαχτού» για να προστατεύουν τα μάτια τους από τις «κακές δυνάμεις».
Πριν από την εφεύρεση των γυαλιών, στη μεσαιωνική Ευρώπη, το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού συγκροτούσαν αγρότες, που διαβιούσαν εγκλωβισμένοι στον αναλφαβητισμό και τη δεισιδαιμονία. Συνηθέστατα, οι παθήσεις εκλαμβάνονταν ως θεία δίκη και τιμωρία για πράξεις του παρελθόντος που επιτέλεσαν οι ίδιοι οι πάσχοντες ή οι πρόγονοί τους. Επομένως, δεν έπρεπε να επιχειρηθεί η απαλλαγή από αυτές. Η θέσπιση των πανεπιστημίων συνέτεινε όχι μόνο στην αλλαγή του τρόπου σκέψης. Στην περίπτωση που εξετάζουμε ευνόησε το εμπόριο γυαλιών στους κύκλους των λογίων.
Η εξέλιξη
Κατά την πρώιμη περίοδο των γυαλιών οράσεως κατασκεύαζαν τους σκελετούς από ξύλο, κέρατο και κόκαλο. Μεταξύ 16ου – 18ου αιώνα κυκλοφόρησαν δερμάτινοι σκελετοί, που όμως εξαιτίας του ευαίσθητου υλικού τους η διάρκεια ζωής τους ήταν περιορισμένη. Τους επόμενους αιώνες καταγράφεται ποικιλία ως προς τα είδη των σκελετών, καθώς έκαναν την εμφάνισή τους σκελετοί από μπρούντζο, κέλυφος χελώνας, μπανέλα, ατσάλι, ασήμι και χρυσό.
Τη δεκαετία του 1780 ο Βενιαμίν Φραγκλίνος δημιούργησε τα διπλοεστιακά γυαλιά. Στις αρχές του 19ου αιώνα, στην Αγγλία, επικράτησε το μονόκλ, αλλιώς και «δαχτυλίδι του ματιού», το οποίο είχε χρησιμοποιήσει πρώτος ο Γερμανός βαρόνος Philipp Von Stosch γύρω στο 1720. Ο J. F. Voigtländer το λάνσαρε στην Αυστρία, έπειτα έγινε μόδα στη Γερμανία και εν τέλει απαξιώθηκε μετά τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο, καθώς συνδέθηκε αισθητικά με το γερμανικό στρατό. Τη δεκαετία του ’30 έγιναν πολύ δημοφιλή τα γυαλιά ηλίου.
Σήμερα μπορεί κανείς να βρει στην αγορά φακούς γυαλιών από γυάλινους μέχρι πλαστικούς. Διορθώσεις στην όραση επιτυγχάνονται πλέον και με τη χρήση φακών επαφής, ενώ η αποθεραπεία της μυωπίας πραγματοποιείται με επεμβάσεις laser.