Ο βήχας είναι ένα αντανακλαστικό του αναπνευστικού συστήματος που σκοπό έχει να προστατέψει τους πνεύμονες από ξένα σώματα ή ερεθιστικές ουσίες που προσπαθούν να εισέλθουν στην αναπνευστική οδό. Προκαλείται όταν οι παραπάνω ουσίες ερεθίσουν αισθητικά νεύρα που βρίσκονται στον λάρυγγα, την τραχεία, τους μεγάλους βρόγχους, τον πνεύμονα, αλλά και σε θέσεις εκτός των πνευμόνων όπως ο ρινοφάρυγγας, ο έξω ακουστικός πόρος του αυτιού, ο υπεζωκότας, το περικάρδιο, το διάφραγμα, ο οισοφάγος και ο στόμαχος.
«Τον βήχα, με βάση τη διάρκειά του τον χωρίζουμε σε οξύ, όταν διαρκεί από λίγα λεπτά έως λίγες ημέρες (πχ εισρόφηση τροφής, οξείες λοιμώξεις) και σε χρόνιο βήχα όταν διαρκεί πάνω από 8 εβδομάδες στους ενήλικες και πάνω από 4 εβδομάδες στα παιδιά», επισημαίνει ο κ. Δημήτριος Βάσσος Πνευμονολόγος – Φυματιολόγος, Επιστημονικός Συνεργάτης Metropolitan General.
Προσθέτει ότι «ο χρόνιος βήχας αποτελεί ένα παγκόσμιο πρόβλημα καθώς υπολογίζεται ότι εμφανίζεται στο 5-10% των ενηλίκων και είναι πιο συχνός σε άτομα άνω των 60 ετών, κυρίως σε γυναίκες. Ο χρόνιος βήχας έχει σοβαρές επιπτώσεις τόσο στον ίδιο τον ασθενή όσο και στον περίγυρό του. Ο ασθενής εμφανίζει δυσκολία στην ομιλία και την άσκηση, διαταραχή ύπνου και εξάντληση, ενώ λόγω έντονου βήχα μπορεί να προκληθεί εμετός και απώλεια ούρων. Ταυτόχρονα δημιουργεί ανησυχία στον περίγυρο του ασθενή, στην οικογένεια, στους φίλους και συνεργάτες του και σε συνδυασμό με το άγχος για κάποιο υποκείμενο σοβαρό νόσημα μπορεί να οδηγήσει σε κοινωνική απομόνωση και εμφάνιση κατάθλιψης».
Aίτια χρόνιου βήχα
Ο χρόνιος βήχας προκαλείται από πολλές καταστάσεις όπως:
- Χρήση καπνού
- Χρόνια βρογχίτιδα που προκαλεί το κάπνισμα
- Αδιάγνωστο ή αρρύθμιστο βρογχικό άσθμα
- Χρόνιες λοιμώξεις όπως η φυματίωση και η μυκητίαση
- Βρογχεκτασίες που δημιουργούνται από επαναλαμβανόμενες λοιμώξεις του αναπνευστικού
- Διάμεσα νοσήματα του αναπνευστικού όπως η πνευμονική ίνωση και η σαρκοείδωση
- Καρκίνο του πνεύμονα που τον σκεφτόμαστε κυρίως αν έχουμε αλλαγή στα χαρακτηριστικά του χρόνιου βήχα σε καπνιστές
Ο βήχας όμως μπορεί να οφείλεται και σε παθήσεις που δεν εντοπίζονται στους πνεύμονες. Από τις πιο συχνές είναι:
- Οι παθήσεις της μύτης, των ιγμορείων (αλλεργική ρινίτιδα, οπισθορρινική καταρροή), του φάρυγγα και του λάρυγγα
- Η γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση και η εισρόφηση περιεχομένου του στομάχου
- Οι παθήσεις του υπεζωκότα, όπως η πλευρίτιδα, μπορεί να ερεθίσουν τα νεύρα που βρίσκονται στον υπεζωκότα και να προκαλέσουν βήχα
- Επίσης οι παθήσεις της καρδιάς, όπως η καρδιακή ανεπάρκεια, κατά την οποία ο ασθενής εμφανίζει βήχα κατά την κατάκλιση και τον αναγκάζει να σηκωθεί σε καθιστή θέση
- Ενίοτε ο βήχας μπορεί να οφείλεται και σε φάρμακα που ο ασθενής λαμβάνει για άλλο λόγο, όπως κάποια φάρμακα για την αντιμετώπιση της αρτηριακής υπέρτασης. Εμφανίζεται σε ένα 15% περίπου αυτών των ασθενών και είναι ξηρός και επίμονος κυρίως κατά τις νυχτερινές ώρες
- Τέλος σε μια ομάδα ασθενών τα αίτια του βήχα θεωρούνται ψυχογενή
Διαγνωστική προσέγγιση
Το ιστορικό, η κλινική εξέταση και η ακτινογραφία θώρακος είναι βασικά στη διερεύνηση του χρόνιου βήχα. Ένα καλό ιστορικό θα οδηγήσει συνήθως προς τη σωστή κατεύθυνση για τη διερεύνηση της αιτίας που τον προκαλεί. «Σημεία που μας ενδιαφέρουν είναι ο χρόνος εμφάνισης του βήχα, αν επηρεάζεται από τις εποχές του έτους, αν υπάρχει κάτι που τον προκαλεί ή τον ανακουφίζει, αν ο ασθενής καπνίζει ή εργάζεται σε χώρους με ερεθιστικούς καπνούς σκόνες ή χημικά, εάν πνίγεται κατά την κατάποση, εάν βήχει κατά τη διάρκεια της νύχτας, αν ο βήχας υποχωρεί στην καθιστή ή όρθια θέση και αν υπάρχουν φλέματα, τι ποσότητας και ποιότητας.
Η ακτινογραφία θώρακος βοηθά να αποκλειστούν βασικές αιτίες βήχα και αποτελεί βασικό βήμα στη διερεύνηση. Η αξονική τομογραφία δεν θεωρείται πάντα απαραίτητη. Είναι όμως αναγκαία εάν έχουμε κάτι παθολογικό στην ακτινογραφία ή όταν υποψιαζόμαστε διάμεσο νόσημα, βρογχεκτασίες ή κακοήθεια.
Ένα άλλο χρήσιμο εργαλείο είναι η σπιρομέτρηση που βοηθά στην εντόπιση απόφραξης των αεραγωγών και στη διάκριση βρογχικού άσθματος και Χρόνιας Αποφρακτικής Πνευμονοπάθειας (ΧΑΠ). Εάν υπάρχει έντονη υποψία για αυξημένη βρογχική υπεραντιδραστικότητα που δεν έγινε εμφανής στη σπιρομέτρηση, ο ασθενής μπορεί να υποβληθεί σε τεστ πρόκλησης με ειδικό φάρμακο (μεταχολίνη ή ισταμίνη).
Η βρογχοσκόπηση μπορεί να βοηθήσει στη διάγνωση ή και θεραπεία σε περιπτώσεις που υπάρχει υποψία για εισρόφηση ξένου σώματος ή κακοήθειας. Έχει όμως κεντρικό ρόλο στη διάγνωση και άλλων παθήσεων όπως οι διάμεσες πνευμονοπάθειες, οι λοιμώξεις και η σαρκοείδωση που επίσης μπορούν να προκαλέσουν χρόνιο βήχα», τονίζει ο ειδικός ιατρός.
Σημαντικό βήμα είναι και η Ωτορινολαρυγγολογική εξέταση ώστε να αποκλειστούν παθήσεις του ανώτερου αναπνευστικού που μπορεί να εκδηλωθούν με χρόνιο βήχα ή και να εντοπιστούν καταστάσεις όπως η οπισθορρινική καταρροή ή η γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση. Για την τελευταία σε συγκεκριμένες περιπτώσεις εφαρμόζεται έλεγχος με μανομετρία οισοφάγου.
Θεραπεία
«Σε ασθενείς που ο βήχας φαίνεται να εμφανίζει ασθματικά στοιχεία συνιστάται η χρήση για 2-4 εβδομάδες εισπνεόμενων φαρμάκων (κορτικοειδή, μόνα ή σε συνδυασμό με βρογχοδιασταλτικά). Τα αντιόξινα φάρμακα (αναστολείς της αντλίας πρωτονίων, Η2 ανταγωνιστές) φαίνεται να ωφελούν τους ασθενείς με συμπτώματα ή ευρήματα γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης. Τα αντιβιοτικά αποτελούν λύση μόνο σε περίπτωση που εντοπιστεί ειδική φλεγμονή (πχ φυματίωση) ή επιμόλυνση βρογχεκτασιών από συγκεκριμένα μικρόβια. Σε χρόνιο βήχα που δεν ανταποκρίνεται στην αγωγή τα νευροτροποιητικά φάρμακα βοηθούν στο να μειώσουν την ένταση του βήχα και να βελτιώσουν την ποιότητα ζωής. Φάρμακα όπως η μορφίνη μειώνουν τη βρογχική υπεραντιδραστικότητα, τη συχνότητα και την ένταση του βήχα ενώ τελευταία νέοι παράγοντες δοκιμάζονται για ασθενείς με χρόνιο ανθεκτικό βήχα που δεν ανταποκρίνονται στα ανωτέρω σκευάσματα», καταλήγει ο κ.Δημήτριος Βάσσος.