Με γεωμετρική πρόοδο αυξάνονται τα παράπονα των καταναλωτών ηλεκτρικού ρεύματος για τους παρόχους τους προς τη ΡΑΕ, όχι μόνο για τις ρήτρες αναπροσαρμογής, που προ κρίσης αγνοούσαν ότι υπήρχαν στις συμβάσεις τους, αλλά και για τις μονομερείς αλλαγές των σταθερών τιμολογίων. Οι προμηθευτές εδώ και μήνες αναθεωρούν μονομερώς τις συμβάσεις πελατών τους που επέλεξαν σταθερά τιμολόγια και τα οποία η ενεργειακή κρίση με τις υψηλές χονδρεμπορικές τιμές κατέστησε ζημιογόνα.
Στην πρακτική αυτή καταφεύγουν, αξιοποιώντας με αυθαίρετο πολλές φορές τρόπο τον κώδικα προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, που κατοχυρώνει το δικαίωμα αυτό των προμηθευτών υπό προϋποθέσεις, οι οποίες αφήνουν περιθώρια μιας αλλαγής ερμηνείας κατά το δοκούν. Για παράδειγμα, στο άρθρο 17.5 αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «ο προμηθευτής διατηρεί το δικαίωμα να προβεί σε τροποποίηση των όρων της παρούσης για σπουδαίο λόγο, όπως ενδεικτικά και όχι περιοριστικά, μεταβολή της κείμενης νομοθεσίας και αλλαγή των όρων λειτουργίας της αγοράς ηλεκτρισμού». Οι προμηθευτές αξιολογούν ως «σπουδαίο λόγο» την αύξηση του χονδρεμπορικού κόστους ενέργειας και προχωρούν σωρηδόν και μονομερώς σε αλλαγή των σταθερών τιμολογίων. Αυτό γίνεται με έναν… μαγικό τρόπο, με τον οποίο οι προμηθευτές καταφέρνουν αφενός τυπικά να μην παραβιάζουν τον κώδικα ως προς την ενημέρωση των πελατών τους και αφετέρου να μην τον ενημερώνουν με σαφήνεια για να αποσπάσουν τη σιωπηρή συναίνεσή του στη νέα τιμολογιακή τους πολιτική.
Ο κώδικας προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας θέτει ως προϋπόθεση για τη μονομερή τροποποίηση της σύμβασης για «σπουδαίο» πάντα λόγο, την ενημέρωση εγγράφως 60 ημερολογιακές ημέρες πριν από την εφαρμογή της τροποποίησης, με ειδοποίηση σε χωριστό έντυπο που θα συνοδεύει τον λογαριασμό ρεύματος ή σε ειδικό πεδίο εντός του λογαριασμού κατανάλωσης ή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.
Ο κώδικας προβλέπει μάλιστα ότι κατ’ εξαίρεσιν η ενημέρωση σχετικά με την τροποποίηση της χρέωσης προμήθειας μπορεί να γίνει με τον πρώτο λογαριασμό κατανάλωσης που ακολουθεί την τροποποίηση. Δηλαδή ο καταναλωτής θα πάρει τον αυξημένο λογαριασμό και θα ενημερωθεί ταυτόχρονα για να αποφασίσει αν θα αναζητήσει άλλο τιμολόγιο ή άλλον πάροχο. Οι ίδιες οι ρυθμίσεις του κώδικα είναι καταφανώς υπέρ των προμηθευτών, οι οποίοι άλλωστε και συμμετείχαν στις σχετικές διαβουλεύσεις της ΡΑΕ.
Το επιχείρημα των προμηθευτών που εισηγήθηκαν τις σχετικές ρυθμίσεις και αποδέχτηκε η ΡΑΕ ήταν ότι ο κώδικας δίνει τη δυνατότητα στον καταναλωτή να σπάσει όποτε θέλει το σταθερό του συμβόλαιο και να πάει σε άλλη εταιρεία, χωρίς κάποιο πέναλτι. Ως εκ τούτου, θα έπρεπε ο κώδικας να διασφαλίζει τον προμηθευτή έναντι αυτού του κινδύνου, αφού έχει δεσμεύσει ενέργεια για έναν χρόνο για τον «Χ» πελάτη σε συγκεκριμένη τιμή.
Με το επιχείρημα αυτό η ΡΑΕ προχώρησε στις ρυθμίσεις περί μονομερούς τροποποίησης στην τελευταία αναθεώρηση του κώδικα προμήθειας. Στην πράξη, ωστόσο, ο κίνδυνος αυτός από πλευράς των καταναλωτών, να σπάσουν δηλαδή μονομερώς τα συμβόλαια, δεν υφίσταται για δύο λόγους. Ο πρώτος είναι ότι συνήθως τα συμβόλαια αυτά έχουν διάρκεια ενός ή δύο ετών και πουθενά δεν αναγράφεται το δικαίωμα του καταναλωτή να το σπάσει, χωρίς αποζημίωση, οπότε οι καταναλωτές δεν το γνωρίζουν. Ο δεύτερος, ότι οι περισσότεροι προμηθευτές προκειμένου να είναι πλήρως κατοχυρωμένοι έναντι ενός πιθανού τέτοιου κινδύνου, πουλάνε συνήθως τα σταθερά τιμολόγια με προωθητικές ενέργειες, π.χ. επιταγές ενός ποσού ή συγκεκριμένη έκπτωση, με τη δέσμευση ότι θα επιστραφεί εάν σπάσεις το συμβόλαιο, κάτι που επίσης ο καταναλωτής ανακαλύπτει εκ των υστέρων, αφού δεν ορίζεται με σαφήνεια.
Προκειμένου και να αυξήσουν την τιμή και να μη χάσουν τον πελάτη, ο συνηθέστερος τρόπος ενημέρωσης του καταναλωτή είναι μέσω του έντυπου του λογαριασμού, προς το τέλος με ψιλά γράμματα, στα οποία δύσκολα θα εστιάσει κάποιος. Αλλες εταιρείες ενημερώνουν με sms, παραπέμποντας σε κάποιο άρθρο της σύμβασης και του κώδικα προμήθειας.
Το απογοητευτικό της υπόθεσης είναι ότι ενώ η ΡΑΕ έχει εντοπίσει το πρόβλημα της αδιαφανούς τιμολόγησης και της παραπλάνησης των καταναλωτών και πήρε πρωτοβουλία πριν από περίπου έναν χρόνο για την καθιέρωση νέων τύπων τιμολογίων, η εφαρμογή τους παρατείνεται συνεχώς. Επειτα από μια πρώτη αναβολή για τις αρχές Μαρτίου από την αρχική ημερομηνία της 1ης Ιανουαρίου, κατόπιν αποδοχής σχετικού αιτήματος των προμηθευτών, μετέφερε την εφαρμογή τους για τον Απρίλιο. Οι προμηθευτές ζήτησαν και νέα παράταση με το επιχείρημα ότι δεν προλαβαίνουν να ολοκληρώσουν τις απαιτούμενες αλλαγές στα πληροφοριακά τους συστήματα. Κάποιοι μάλιστα διατυπώνουν ήδη αιτήματα για νέα παράταση επικαλούμενοι τον φόρτο εργασίας που έχουν επωμιστεί με τις επιδοτήσεις ρεύματος. Εάν δεν υπάρξει νέα παράταση, τότε από 1ης Απριλίου οι προμηθευτές θα πρέπει να υιοθετήσουν τρεις κατηγορίες τιμολογίων: σταθερά, τιμολόγια με όριο αυξομείωσης στα οποία οι πάροχοι θα πρέπει να προσδιορίζουν εκ των προτέρων το όριο της αυξομείωσης της τιμής της κιλοβατώρας από την ενεργοποίηση της ρήτρας αναπροσαρμογής και τιμολόγια χωρίς όριο προσαύξησης, τα οποία θα περνούν το σύνολο των αυξομειώσεων από τη ρήτρα αναπροσαρμογής στην κατανάλωση, όπως συμβαίνει και σήμερα.