Όλοι χρησιμοποιούν τη λέξη «λαμόγιο» για να δείξουν ότι κάποιος είναι απατεώνας και «τρωκτικό» του δημοσίου χρήματος αλλά λίγοι είναι αυτοί που γνωρίζουν από πού προήλθε η συγκεκριμένη ιταλική λέξη. Οι Ιταλοί παπατζήδες που έστρωναν το χαλάκι για να ρίξουν τον παπά είχαν πάντοτε ένα τσιλιαδόρο που τους ειδοποιούσε όταν πλησίαζε η γυναίκα του λέγοντας τη λέξη «Λα μόγιο» που σημαίνει η γυναίκα σου. Έτσι επικράτησε η λέξη λαμόγιο.
Στην περίπτωση μας ο γνωστός ερωτύλος καραγκιόζης που παριστάνει τον αξιόπιστο πολίτη αυτού του τόπου μια βραδιά βρισκόταν σε παραθαλάσσιο μπαράκι του Φαναρίου με κάποιον γνώστη της ιταλικής γλώσσας και σαλιάριζε με μπάργουμαν όταν κάποια στιγμή με την εμφάνιση της γυναίκας του ο Ιταλός του είπε τη λέξη «λα μόγιο» προκειμένου να τον ενημερώσει για την άφιξη της γυναίκας του οπότε ο μεγάλος άνδρας της ιστορίας κρύφτηκε κάτω από τα τραπέζια του καταστήματος.
Το επεισόδιο έλαβε τέλος χωρίς συνέπειες αφού ο καραγκιόζης ερωτύλος παρέμεινε κρυμμένος κάτω από τα τραπέζια για περισσότερο από μια ώρα. Όμως δικαιωματικά μπορεί να φέρει τον τίτλο «λαμόγιο», χωρίς νομικές συνέπειες για όποιον τον αποκαλεί έτσι.