Από μικρό παιδί ήμουν φιλάσθενος. Κάθε χρόνο μια βδομάδα στο κρεβάτι ήταν υποχρεωτική. Τα χρόνια πέρασαν και ξέχασα σιγά σιγά τι θα πει γιατρός. Τζάμπα οι κρατήσεις που μου έκαναν για την υγεία έλεγα. Ξαφνικά φέτος, αφού με είχαν περικυκλώσει όλοι, έπεσα σε κακό χάλι με μια σακούλα φάρμακα αγκαλιά.
Περίεργο χειμώνα περνάμε. Βροχές και νοτιάδες με υγρασία και οι ιώσεις να θερίζουν. Τα τελευταία χρόνια οι παραδοσιακές τέσσερις εποχές του χρόνου τείνουν να συγχωνευτούν σε δύο, Καλοκαίρι και Χειμώνας. Κάποτε οι εποχές του χρόνου σηματοδοτούσαν την αρχή και το τέλος μιας κατάστασης. Τα πράγματα ήταν λίγο πολύ ξεκάθαρα. Το Καλοκαίρι είχε ζέστη, το Φθινόπωρο έβρεχε, το Χειμώνα είχε κρύο και την Άνοιξη άνθιζε η φύση. Παράλληλα με τον καιρό και οι άνθρωποι προσάρμοζαν τη ζωή τους, τις δουλειές, τις χαρές και τα πανηγύρια τους.
Όσο ήμουν άρρωστος και κλεισμένος μέσα στο σπίτι, περιπλανώμενος από διθέσιο σε τριθέσιο καναπέ με την κουβέρτα αγκαλιά, σκεπτόμουν αυτόν τον κύκλο ζωής των ανθρώπων που πάει και έρχεται μαζί με τις εποχές. Ειδικά στις αγροτικές περιοχές όπως αυτή που μεγάλωσα όλα φεύγουν για να ξανάρθουν πιστά για αιώνες στο ραντεβού τους. Θυμάμαι από παιδί το πανηγύρι στο χωριό. Σεπτέμβρης μήνας και ο καιρός διφορούμενος, θα βρέξει δε θα βρέξει. Αυτό το άρωμα που αναδυόταν κυρίως λίγες μέρες πριν, και η προσμονή για κάτι σημαντικό δημιουργούσαν μια πολύ όμορφη ατμόσφαιρα.
Πολλοί κατέβαιναν από τα γύρω χωριά για να παρακολουθήσουν τα χορευτικά συγκροτήματα της περιοχής αλλά και τα φιλοξενούμενα σχήματα. Οι πλαστικές καρέκλες είχαν την τιμητική τους, γινόταν ανάρπαστες και η τιμή τους στο χρηματιστήριο του χωριού έκανε το pick της χρονιάς.
Στις μεγάλες τους δόξες και οι διοργανωτές, έτρεχαν αριστερά δεξιά να προλάβουν τις τελευταίες λεπτομέρειες, μήπως και δε δουλεύει κανένα μικρόφωνο και σφυρίζει φάλτσα στο «Στέργιος πισμάνεψε». Ιδρωμένοι και γραβατομένοι με ένα μόνιμα καρφωμένο χαμόγελο αγωνιούσαν για τον πολιτισμό που προσέφεραν, για τη μοναδική ίσως μέρα που τους δινόταν ως ευκαιρία για να αποδείξουν ότι κάνουν καλά τη δουλειά τους.
Δήμαρχοι, Αντιδήμαρχοι, πρόεδροι πολιτιστικών συλλόγων, βουλευτές και λοιποί άρχοντες του τόπου, προλόγιζαν πριν από κάθε εκδήλωση χωρίς μάλλον να έχουν καταλάβει ότι αποτελούσαν τη χειρότερη αναμονή πριν την έναρξη. Η συμβολή της παράδοσης με τα ήθη και έθιμα της είναι ίσως ότι μας έχει απομείνει σαν λαό για να αντιπαραβάλλουμε απέναντι στον οδοστρωτήρα της παγκοσμιοποίησης που τα ισοπεδώνει όλα. Ψηφίζουμε λοιπόν ναι σε όλα της παράδοσης.
Αυτό που δεν μπορώ να καταλάβω και μ ‘ενοχλεί είναι γιατί ο πολιτισμός σταματά στην Μπαϊντούσκα. Γιατί η μοναδική μορφή έκφρασης πολιτισμού να γίνεται μέσω των παραδοσιακών χορευτικών συγκροτημάτων. Γιατί πολιτιστικός σύλλογος να σημαίνει αποκλειστικά χοροί, τραγούδια, συνεστιάσεις των μελών με κοπή της πίτας.
Μάλιστα το οξύμωρο είναι ότι ενώ έχουμε αφήσει πολύ πίσω άλλες μορφές έκφρασης πολιτισμού όπως η μουσική και το θέατρο και εκφραζόμαστε κυρίως μέσω πολιτιστικών συλλόγων και χορευτικών συγκροτημάτων, την ίδια στιγμή μπορεί να θεωρούμε στιλάτο ένα Σκωτσέζο με καρό φούστα και να υποτιμούμε και να κοροϊδεύουμε έναν τσολιά.
Όταν όλοι κοιτούν την επιφάνεια που δείχνει σουβλάκια, λουκάνικα και παραδοσιακούς χορούς κάνουν το χατίρι και τη δουλειά των αετονύχηδων πολιτικάντηδων της τοπικής αυτοδιοίκησης. Γέροι και γριές ψηφοφόροι ευχαριστημένοι από τον δωρεάν άρτο και τα θεάματα που τους προσφέρονται δίνουν τα εύσημα στα καλά παιδιά του πολιτισμού. Δεν είναι τυχαίο που οι περισσότεροι που θέλουν να αναλάβουν μελλοντικά διοικητικούς ρόλους στην τοπική αυτοδιοίκηση, προτιμούν την ενασχόληση τους με τα πολιτιστικά.
Λάζαρος Νικολάου
[email protected]