Όταν εκείνη τη νύχτα μαθεύτηκε ότι μεταφέρονται οι λαθρομετανάστες στα κτίρια της Σχολής Αστυφυλάκων ξεσηκώθηκαν όλοι οι εκπρόσωποι των φορέων και αρκετοί πολίτες σε μια συγκέντρωση προκειμένου να διαμαρτυρηθούν έντονα για το απαράδεκτο φαινόμενο να καταργείται ένα σχολείο και να δημιουργείται μια φυλακή και γίναμε μάρτυρες μιας απερίγραπτης κατάστασης με τους πλέον έξαλλους να προαναγγέλλουν αγώνες για την αποκατάσταση της τάξης.
Τις επόμενες μέρες μάλιστα οι φανατικοί του είδους κυκλοφόρησαν και μια ανακοίνωση κατά της Πολιτείας και ειδικότερα κατά της Αστυνομίας που ανέθεσε χωρίς διαγωνισμό τάχα τη σίτιση των φυλακισμένων σε γνωστή εταιρεία catering. Το αποτέλεσμα της έντονης διαμαρτυρίας και της σχετικής καταγγελίας και προκειμένου να μειωθούν οι εντάσεις ηταν η ανάθεση σε μια ομάδα συμπολιτών μας να σιτίζουν και αυτοί μερίδα λαθρομεταναστών.
Και το θαύμα έγινε, αφού αμέσως έκλεισαν τα στόματα των διαμαρτυρομένων, ξεχαστήκαν οι αδιαφανείς διαδικασίες και αμέσως άρχισε η διακίνηση των τροφίμων χωρίς κανένα πρόβλημα. Η κατάσταση εκείνη όμως έδειξε και μια πτυχή της συναινετικής προσωπικότητας του τροφοδότη αφού δεν υπήρχε καμία απολύτως διαμαρτυρία από πλευράς του ενώ αντίθετα έδειξε μια απέραντη ευαισθησία για μερικές ευπαθείς ομάδες του τόπου μας.
Η εταιρεία «ΧΟΥΤΟΣ Catering» που προσφέρει τα φαγητά άρχισε να χορήγει σε καθημερινή βάση φαγητό σε 120 άπορους συμπολίτες μας αλλά και σε αρκετούς κατοίκους των ορεινών περιοχών, πρόσφατα δε, μετά την κατάργηση του διαγωνισμού για τη σίτιση των μαθητών του Μουσικού Σχολείου ανέλαβε την υποχρέωση να χορήγει φαγητό χωρίς αμοιβή σε εκατοντάδες μαθητές και μαθήτριες δείχνοντας έτσι την ευαισθησία του και την αλληλεγγύη του αυτές τις δύσκολες μέρες. Οι άλλοι, οι αγωνιστές για τα συμφέροντα του τόπου απλά σιωπούν εφαρμόζοντας το γνωστό λαϊκό «όταν τρώνε δεν μιλάνε». Έτσι απλά.