Ο πλανήτης μας αλλάζει συνεχώς, δεν είναι εύκολο όμως για τους επιστήμονες να παρακολουθήσουν με ποιον τρόπο και ποια ταχύτητα συμβαίνουν αυτές οι αλλαγές στο οικοσύστημα. Σήμερα έχουν τη δυνατότητα με το νέο ιπτάμενο παρατηρητήριο να παρατηρήσουν κάθε λεπτομέρεια που κρύβεται κάτω από τις φυλλωσιές των πανύψηλων δέντρων κι οι εκπλήξεις είναι πολλές – από τα τροπικά δάση της Μαδαγασκάρης μέχρι τα βουνά της Χαβάης.
Όταν κάποιος πετά πάνω από τροπικά δάση, γοητεύεται από τον καταπράσινο θόλο που σχηματίζουν οι κορυφές των υψηλών δέντρων. Χάρη στη νέα τεχνολογία, οι επιστήμονες έχουν σήμερα τη δυνατότητα να μελετήσουν τι κρύβει ο ίδιος ο θόλος αλλά και τα κατώτερα στρώματα. Το νέο εργαλείο ονομάζεται Carnegie Airborne Observatory.
Με τη βοήθεια των παρατηρήσεων που καταγράφονται, μπορούν να μετρηθούν το ποσοστό του διοξειδίου του άνθρακα σε περιοχές του δάσους, η σύνθεση της βλάστησης, καθώς και το ποσοστό των ξενικών ειδών που έχουν εισβάλει. Ο εξοπλισμός μπορεί να καταγράψει καταστάσεις και συνθήκες οι οποίες δεν είναι ορατές με γυμνό μάτι. Έχει όμως και άλλες χρήσεις, όπως είναι για παράδειγμα ο εντοπισμός ιχνών χαμένων πολιτισμών.
Το ιπτάμενο παρατηρητήριο είναι δημιούργημα του Πανεπιστημίου Stanford. Αποτελείται από το αεροσκάφος Dornier 228, το οποίο έχει τροποποιηθεί και εξοπλιστεί με τρία όργανα μετρήσεων: ένα ραντάρ και δύο φασματόμετρα, τα οποία συνδυάζονται με διάφορους τρόπους.
Ο ανιχνευτής ραντάρ με λέιζερ LIDAR (Light Detection And Ranging) λειτουργεί ως υπερευαίσθητο όργανο μέτρησης, καθώς στέλνει χιλιάδες φωτεινούς παλμούς, καταγράφει την ενέργεια που αντανακλάται και έτσι υπολογίζει τις διαφορές στο ύψος του επιφανειακού εδάφους με ακρίβεια μικρότερη του ενός μέτρου. Μπορεί επίσης να δώσει το ύψος και το πάχος του φυλλώματος. Με τη βοήθεια των υπολογιστών οι διάφορες μετρήσεις μετατρέπονται σε αναλυτικές τρισδιάστατες φωτογραφίες.
Συνδυάζοντας τις μετρήσεις με τα αποτελέσματα των δύο φασματόμετρων αποκτά κανείς ακόμη πιο λεπτομερή δεδομένα. Τα φασματόμετρα καλύπτουν μεγάλη γκάμα από μήκη κυμάτων. από το ορατό φως μέχρι το υπέρυθρο. Αναλύοντας το φως σχεδιάζεται τρισδιάστατος χάρτης όπου καθορίζεται το πάχος του φυλλώματος και της φυλλοστρωμνής στο επιφανειακό έδαφος, καθώς και η ποσότητα του νερού τόσο στα φυτά όσο και στο έδαφος. Οι επιστήμονες έχουν τη δυνατότητα να παρακολουθήσουν τις αλλαγές που είτε συμβαίνουν φυσιολογικά είτε οφείλονται στην ανθρώπινη παρέμβαση. Ερευνητές του Πανεπιστημίου Stanford μελέτησαν το πώς η μακρόχρονη ξηρασία του 2010 επηρέασε το τροπικό δάσος του Περού και της Κολομβίας.
Θεωρούσαν παλιότερα ότι το συγκεκριμένο τμήμα του Αμαζονίου ήταν πολύ ανθεκτικό στις κλιματικές αλλαγές, αποδείχτηκε όμως ότι η μακρά περίοδος ξηρασίας, σχεδόν χωρίς καθόλου βροχές, είχε ως αποτέλεσμα την αλλαγή της σύνθεσης της βλάστησης. Στα συμπεράσματα αυτά κατέληξαν ο Greg Asner και οι συνάδελφοί του του Τμήματος Πλανητικής Οικολογίας του Stanford, οι οποίοι κατέγραψαν επιτόπου πάνω από 5.000 είδη φυτών με τις χημικές και φασματικές τους ιδιότητες, επομένως είναι εύκολο να διαπιστωθεί σήμερα ποια είδη φυτών υπάρχουν σε συγκεκριμένες περιοχές.
Εξάλλου δεν είναι δύσκολο να μελετηθούν μεγάλες εκτάσεις, αφού το αεροσκάφος Dornier 228 μπορεί να καλύψει 160 χλμ. την ημέρα. Ζωολόγοι και οικολόγοι μπορούν να παρακολουθήσουν πώς τα ξενικά είδη που εισβάλλουν επηρεάζουν τα ντόπια. Τα ξενικά είδη παρουσιάζουν συνήθως πολύ υψηλότερη δραστηριότητα, η οποία καταγράφεται από τα φασματόμετρα, μετατρέπεται σε κώδικα χρωμάτων και διαπιστώνεται εύκολα πόση από την ντόπια βλάστηση εξακολουθεί να υπάρχει.
Με τα αποτελέσματα του CAO είναι πολύ πιο εύκολο σήμερα οι επιστήμονες να σχηματίσουν συνολική εικόνα για την κατάσταση της φύσης στις διάφορες περιοχές του κόσμου και να πιέσουν τους πολιτικά υπεύθυνους να πάρουν μέτρα για τη διάσωση του πλανήτη μας.