Στα 1,12 δισ. ευρώ υπολογίζεται το μέγιστο ποσό του ΦΠΑ που θα μπορούσε να εισπράξει το κράτος εάν εφαρμοζόταν το μέτρο της άμεσης είσπραξης του ΦΠΑ. Αυτό υποστηρίζει μελέτη του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) και του Ινστιτούτου Οικονομικών και Φορολογικών Μελετών (Ι.Ο.Φο.Μ.) στην οποία στηρίζονται τα σχέδια του υπουργείου Οικονομικών για την αυθημερόν απόδοση του ΦΠΑ στο Δημόσιο.
Σύμφωνα με «Τα Νέα» το σχετικό σχέδιο -που έφερε στο προσκήνιο η εφημερίδα «Το Βήμα της Κυριακής» μέσω δηλώσεων του υφυπουργού Οικονομικών Γιώργου Μαυραγάνη- είχε προαναγγελθεί το 2011 από τον γενικό γραμματέα Δημοσίων Εσόδων Χ. Θεοχάρη (όταν ήταν επικεφαλής της γ.γ. Πληροφορικών Συστημάτων), είχε δε λάβει τη μορφή πρότασης νόμου και είχε κατατεθεί στη Βουλή τον Μάρτιο του 2012 (την οποία υπέγραφαν 70 βουλευτές του ΠΑΣΟΚ).
Η εν λόγω πρόταση νόμου προέβλεπε την εφαρμογή και στην Ελλάδα του ηλεκτρονικού συστήματος άμεσης και ταυτόχρονης με τις συναλλαγές είσπραξης του ΦΠΑ, με την καθιέρωση χωριστού λογαριασμού ΦΠΑ των εμπόρων, απ’ όπου το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους θα εισέπραττε άμεσα ποσοστό του ΦΠΑ μέσω λογισμικού προγράμματος που θα εφαρμόζουν οι τράπεζες για τον αυτόματο διαχωρισμό του ΦΠΑ από το υπόλοιπο ποσό εισπράξεων και την ανάλογη παρακράτηση του ποσοστού υπέρ του Δημοσίου.
Στη πρόταση νόμου που είχε επεξεργαστεί το Ινστιτούτο Οικονομικών και Φορολογικών Μελετών και το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ο πρόεδρος του ΚΕΠΕ κ. Παναγιώτης Κορλίρας έχει σήμερα συνεργασία με το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης) τονιζόταν ότι για να έχει επιτυχία το εγχείρημα της αυθημερόν απόδοση του ΦΠΑ στο Δημόσιο θα πρέπει να δοθούν κίνητρα για αύξηση της χρήσης πιστωτικών ή χρεωστικών καρτών, ενδεχομένως με την μορφή μειωμένου ΦΠΑ και να διασφαλισθεί ότι η ήδη ισχνή ρευστότητα των επιχειρήσεων δεν θα εξανεμισθεί, ενδεχομένως μέσω της θεσμοθέτησης συστήματος επιστροφής μέρους του φόρου στους εμπόρους.
Αναλυτικότερα, σύμφωνα με το ΚΕΠΕ και το ΙΟΦοΜ επειδή το ποσοστό των συναλλαγών μέσω πιστωτικών ή χρεωστικών καρτών (cash card) στην Ελλάδα είναι πολύ μικρό και δεν ξεπερνά το 9%, είναι αναγκαίο να εφαρμοστούν κίνητρα μείωσης του ΦΠΑ, όταν και μόνο η συναλλαγή θα γίνεται μέσω πιστωτικών ή χρεωστικών καρτών (να σημειωθεί ότι ο μέσος όρος του ποσοστού των αντίστοιχων συναλλαγών σε ΗΠΑ και Ευρώπη είναι από 50% έως και 70%).
Οι συντάκτες της πρότασης ξεκαθάριζαν ότι το κόστος δημιουργίας και λειτουργίας ενός τέτοιου συστήματος θα ήταν υψηλό και θα έπρεπε να συνεκτιμηθεί το γεγονός ότι η άμεση παρακράτηση του ΦΠΑ ίσως οδηγούσε πολλές μικρομεσαίες επιχειρήσεις σε προβλήματα ρευστότητας, διότι θα παρακρατούνταν κεφάλαιο που χρησιμοποιείται ως κεφάλαιο κίνησης. Για τον λόγο αυτό τόνιζαν πως το μέτρο αυτό θα έπρεπε να συνδυαστεί με επιστροφή ποσοστού του ΦΠΑ στους εμπόρους ώστε το πρόβλημα ρευστότητας να περιοριζόταν σε κάποιο βαθμό.
Η εκτίμηση του ΚΕΠΕ και του Ι.Ο.Φο.Μ. ήταν ότι το μέγιστο ποσό του ΦΠΑ που θα μπορούσε να εισπράξει το κράτος εάν εφαρμοζόταν το μέτρο της άμεσης είσπραξης του ΦΠΑ υπολογίζεται περίπου στα 1,12 δισ. ευρώ, εφόσον είχε επιτευχθεί η υποτιθέμενη αύξηση κατά 50% στον αριθμό των συναλλαγών μέσω πιστωτικών ή χρεωστικών καρτών χωρίς κανένα κοστοβόρο κίνητρο για το Ελληνικό Δημόσιο.