Προβληματισμό για τις εξελίξεις στην Ευρώπη στο θέμα της αντιμετώπισης της κρίσης εκφράζει ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης με άρθρο του στο Βήμα της Κυριακής.
«Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο με τις αποφάσεις του επιβεβαίωσε την αδυναμία διαμόρφωσης μιας ουσιαστικής οικονομικής διακυβέρνησης. Χρειάζεται κοινή θέληση για αποτελέσματα σε μια επίπονη και συστηματική διαπραγμάτευση. Κοινή θέληση δεν υπάρχει. Η ευρωπαϊκή ηγεσία δεν θέλει να αναγνωρίσει το πρόβλημα» τονίζει χαρακτηριστικά.
Ο ίδιος συσχετίζει τις δυσκολίες με τη δομή της ΕΕ, διατυπώνοντας το ερώτημα αν θα διατηρηθεί ο σημερινός χαρακτήρας της Ένωσης ως μιας διακυβερνητικής συνεργασίας ή θα πάρει -ως προς τα θέματα οικονομικής πολιτικής- ομοσπονδιακό χαρακτήρα με ενιαίες πολιτικές.
«Στην πρώτη περίπτωση θα συνεχίσει να απαιτείται η συμφωνία όλων των μελών για τις αποφάσεις. Στη δεύτερη περίπτωση θα γίνει δυνατό να ανατεθεί η οικονομική διακυβέρνηση σε ένα κεντρικό όργανο. Αυτό θα σχεδιάζει και θα εφαρμόζει την ενιαία οικονομική πολιτική.
Η πλειοψηφία των μελών επιθυμεί τη διατήρηση του διακυβερνητικού χαρακτήρα. Βλέπει ταυτόχρονα την ανάγκη να επεκταθεί ο κύκλος των κοινών πολιτικών, ιδίως όσον αφορά την οικονομία και την ενίσχυση του κοινού νομίσματος του ευρώ. Το ζητούμενο κατά την άποψη της πλειοψηφίας είναι να προσδιορισθεί ένα αποδεκτό όριο όσον αφορά τη μεταβίβαση αρμοδιοτήτων από τα κράτη-μέλη προς την Ενωση.
Όμως οι απόψεις ως προς την έκταση των αναγκαίων νέων αρμοδιοτήτων της Ενωσης δεν συμπίπτουν. Θα υπάρξει μια κοινή φορολογική πολιτική; Θα μπορεί η Ενωση να διαμορφώσει οικονομική πολιτική με στόχο την εξισορρόπηση των ωφελειών και των επιβαρύνσεων από τη λειτουργία της κοινής αγοράς και του ευρώ; Θα είναι δυνατές μεταβιβάσεις πόρων από τις ισχυρότερες οικονομικά χώρες στις πιο αδύνατες.
Τα ερωτήματα, αυτά κατά τον κ. Σημίτη σχετίζονται με τον τρόπο λειτουργίας της ΟΝΕ. Ο ίδιος υπογραμμίζει ότι η διάλυση της ΟΝΕ θα επέφερε οικονομική αναταραχή, σημαντική ύφεση και θεαματική πτώση των προοπτικών και δυνατοτήτων όλων των χωρών-μελών.
«Η οικονομική διακυβέρνηση είναι μια αναγκαιότητα. Χωρίς αυτή, η ζώνη του ευρώ θα κλυδωνίζεται σε κάθε οικονομική αναταραχή και δεν θα μπορέσει να ανταγωνιστεί της Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα στις διεθνείς αγορές. Οι Συνθήκες σιωπούν όμως για τους στόχους και όρους άσκησης της οικονομικής διακυβέρνησης. Το κοινό πλαίσιο πρέπει λοιπόν να επαναπροσδιορισθεί».
Προβληματισμός και για την Ελλάδα
Ο Κ.Σημίτης εκφράζει προβληματισμό και για τις εσωτερικές οικονομικές εξελίξεις, σημειώνοντας ότι η Ελλάδα έχει εγκλωβιστεί στη συζήτηση περί τη χρεοκοπία και τους μηχανισμούς σωτηρίας της.
«Χρειάζεται να βελτιώσει την αξιοπιστία της και την εμπιστοσύνη των εταίρων της με άλλους τρόπους. Να συμβάλει σε σχέδια και πρωτοβουλίες για την αύξηση των ρυθμών ανάπτυξης σε όλη την Ένωση.»
Παράλληλα, τονίζει ότι οι προτάσεις της χώρας για την αντιμετώπιση της κρίσης πλην της έκδοσης του ευρωομολόγου δεν έγιναν γνωστές.
«Στο πόρισμα της Ειδικής Ομάδας που συστάθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και δημοσιεύθηκε τον Οκτώβρη του 2010 η Ελλάδα δεν αναφέρεται μεταξύ των χωρών που παρουσίασαν τις απόψεις τους. Όπως και δεν έχει παρουσιαστεί, από ό,τι είναι ως σήμερα γνωστό, η θέση της Ελλάδος για τις δημοσιονομικές προοπτικές της Ένωσης, ένα θέμα στο οποίο τα άλλα κράτη έχουν υποβάλει ήδη τις απόψεις τους».
Κατά τον ίδιο, η πρόοδος επιτυγχάνεται με προτάσεις, συνεννοήσεις, συνεχείς επαφές σε πολλά επίπεδα πριν από τις συνεδριάσεις του Συμβουλίου.
«Πρόοδος επιτυγχάνεται όταν δεν ενδιαφερόμαστε μόνο για την αντιμετώπιση της κρίσης στην Ελλάδα αλλά συνολικά για την ισχυροποίηση της Ενωσης. Οταν χτίζουμε τις αναγκαίες συμμαχίες ώστε αποφάσεις και θεσμοί να μην υπολείπονται των ευλόγων προσδοκιών μας.»