Μια από τις πιο κρίσιμες αποφάσεις της τελευταίας περιόδου στον Δήμο Κομοτηνής –η αύξηση 16% στα τιμολόγια νερού της ΔΕΥΑΚ– φαίνεται να βασίστηκε σε μια μελέτη βιωσιμότητας που στερείται νομικού ερείσματος. Το θέμα δεν είναι απλώς πολιτικό. Είναι θεσμικό, τεχνικό και ενδεχομένως νομικά ακυρώσιμο.
Σύμφωνα με τα όσα αποκαλύφθηκαν κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης του Δημοτικού Συμβουλίου, η επίμαχη μελέτη ανατέθηκε σε εξωτερικό συνεργάτη τον Φεβρουάριο του 2024 και παραδόθηκε τον Αύγουστο του ίδιου έτους. Το πρόβλημα; Κατά το διάστημα αυτό, δεν υπήρχε σε ισχύ καμία Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΚΥΑ) που να ορίζει νομικά δεσμευτικά τον τρόπο εκπόνησης τέτοιων μελετών.
Τι προβλέπει η νομοθεσία
Η πρώτη ΚΥΑ που καθόριζε το πλαίσιο τιμολόγησης υπηρεσιών ύδατος ήταν η ΚΥΑ 135275/2017 (ΦΕΚ Β’ 1751/22-05-2017), που ακυρώθηκε οριστικά από το Συμβούλιο της Επικρατείας το 2022, έπειτα από προσφυγές φορέων που υποστήριξαν ότι παραβίαζε βασικές συνταγματικές αρχές και δεν είχε επαρκή εξουσιοδότηση.
Η νέα ΚΥΑ που αντικατέστησε το ακυρωμένο πλαίσιο είναι η ΥΠΕΝ/ΓρΓΓΦΠΥ/103755/2994/2024 (ΦΕΚ Β’ 5438/27-09-2024), με τίτλο: «Καθορισμός γενικών κανόνων κοστολόγησης και τιμολόγησης υπηρεσιών ύδατος, μέτρα βελτίωσης αυτών. Διαδικασίες και μέθοδος ανάκτησης κόστους των υπηρεσιών ύδατος στις διάφορες χρήσεις του».
Τι απάντησαν οι μελετητές
Όταν τέθηκε το ζήτημα στη συνεδρίαση, οι μελετητές απάντησαν ότι «η μελέτη εκπονήθηκε βάσει της ΚΥΑ του 2017 αλλά και αυτής του 2024». Αυτή η τοποθέτηση, όμως, δεν μπορεί να ευσταθεί.
- Η ΚΥΑ του 2017 δεν ίσχυε το 2024, αφού είχε ήδη ακυρωθεί το 2022 από το ΣτΕ.
- Η ΚΥΑ του 2024 εκδόθηκε στις 27 Σεπτεμβρίου, δηλαδή μετά την παράδοση της μελέτης.
Άρα, το χρονικό διάστημα εκπόνησης και παράδοσης (Φεβρουάριος – Αύγουστος 2024), δεν υπήρχε σε ισχύ κανένα νομικό πλαίσιο για την τιμολόγηση, γεγονός που καθιστά τη μελέτη τυπικά και ουσιαστικά ελλιπή.
Ποιες είναι οι συνέπειες
Αν η μελέτη βασίστηκε σε κανονισμούς που δεν ήταν σε ισχύ, τότε:
- Η απόφαση για αύξηση των τιμολογίων στερείται νομικής θεμελίωσης.
- Η Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων, Ενέργειας και Ύδατος (ΡΑΑΕΥ) μπορεί να απορρίψει τη σχετική τιμολογιακή πρόταση.
- Κάθε πολίτης ή δημοτική παράταξη μπορεί να προσφύγει διοικητικά ή δικαστικά, με σοβαρές πιθανότητες επιτυχίας.
- Σε περίπτωση ελέγχου, η ΔΕΥΑΚ ενδέχεται να αντιμετωπίσει πρόστιμα, ιδίως αν κριθεί ότι δεν τηρήθηκε το θεσμικό πλαίσιο.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα δεν είναι ότι δεν υπήρχε ΚΥΑ την περίοδο εκπόνησης. Είναι ότι η μελέτη δεν αναθεωρήθηκε όταν εκδόθηκε η νέα ΚΥΑ.
Ο Δήμος Κομοτηνής όφειλε, τουλάχιστον, να ζητήσει επικαιροποίηση της ήδη παραδοθείσας μελέτης, βάσει της νέας ΚΥΑ του Σεπτεμβρίου 2024. Αντ’ αυτού, επέμεινε να τη φέρει προς ψήφιση ως έχει, χωρίς καμία αναφορά στο νέο θεσμικό πλαίσιο. Και αυτό συνιστά σοβαρή διοικητική αμέλεια.
Ορθώς, λοιπόν, όλα τα παραπάνω επισημάνθηκαν στο δημοτικό συμβούλιο τόσο από τον Δημήτρη Καρασταύρου όσο κυρίως από την Κλεοπάτρα Στογιαννίδου. Η ίδια, όντας έμπειρη και καταξιωμένη δικηγόρος, αντιλήφθηκε το θεσμικό κενό και προσπάθησε να προστατεύσει το δημοτικό συμβούλιο από τη λήψη μιας παράνομης απόφασης και ταυτόχρονα, να διαφυλάξει τα συμφέροντα του Δήμου Κομοτηνής με την αποφυγή ενδεχομένων κυρώσεων.
«Η μελέτη είναι πλημμελής νομικά, τεχνικά, από κάθε άποψη. Αν θέλουμε να διαφυλάξουμε το κύρος της απόφασης, πρέπει οι μελετητές να επαναφέρουν μία επικαιροποιημένη μελέτη με τη ΚΥΑ που οφείλουν, όχι με την καταργημένη. Με αυτές τις συνθήκες είμαστε υπόλογοι καθώς κινδυνεύουμε με επιβολή προστίμων. Έχουμε υποχρέωση να αναβάλλουμε τη λήψη απόφασης, η οποία έτσι κι αλλιώς ήρθε ετεροχρονισμένα. Καμία βιασύνη δεν πρέπει να μας διακρίνει όταν πάμε να επιβάλλουμε αυξήσεις. Πιθανολογώ ότι στον έλεγχο δεν θα περάσει και άρα δεν μπορούμε να αποκλείσουμε την επιβολή κυρώσεων», προειδοποίησε η ίδια.
Αντιθέτως, όλα τα παραπάνω δεν τα αντιλήφθηκε ο Δήμαρχος, ο οποίος αντί να δει τις σοβαρές αυτές νομικές παραλείψεις, έβλεπε συνωμοσίες και «φαντάσματα», μιλώντας για προσπάθεια κάποιων να «δημιουργήσουν πρόβλημα».
Το ερώτημα που μένει πλέον να απαντηθεί: Θα επικυρωθεί από τη ΡΑΑΕΥ μια τιμολόγηση που βασίζεται σε θεσμικό κενό; Και σε περίπτωση ακύρωσης και επιβολής προστίμων, ποιος θα αναλάβει την πολιτική και νομική ευθύνη και κυρίως, ποιος θα αναλάβει το οικονομικό κόστος, όπως τόνισε και η Αντιδήμαρχος;