Άρθρο του Ευριπίδη Στυλιανίδη
Βουλευτή Ροδόπης Νέας Δημοκρατίας,
Αν. Καθηγητή Νομικής Ευρωπαικού Πανεπιστημίου Κύπρου.
Η μετεκλογική δήλωση της προέδρου του DEB-ΚΙΕΦ στη Θράκη κ. Ασάφογλου ότι «Όποιος ψήφισε DEB στη Θράκη δήλωσε Τούρκος και γι’ αυτό η μειονότητα είναι Τουρκική» είναι ρηχή και αφελής. Με αυτό το σκεπτικό «τα δύο τρίτα της μειονότητας που καταψήφισαν ή συνειδητά δεν πήγαν να ψηφίσουν παρά τις πιέσεις των τουρκικών μηχανισμών είναι Έλληνες – Ευρωπαίοι πολίτες που αρνούνται την πολιτική, εκλογική και εντέλει εθνικιστική χειραγώγηση τους από ξένα κέντρα».
Επίσης οι 10.000 λιγότεροι μουσουλμάνοι που ψήφισαν σε Ροδόπη και Ξάνθη αντίστοιχα το συγκεκριμένο κόμμα σε σχέση με το 2019 επί της ουσίας δήλωσαν με τη στάση τους ότι προτάσσουν την ποιότητα της ζωής και την ελευθερία που τους προσφέρει η Ελληνική Δημοκρατία έναντι κάθε μορφής χειραγώγησης από την Τουρκία.
Είναι σαφές ότι το μοντέλο ανοιχτής δημοκρατικής κοινωνίας που χτίσαμε στη Θράκη όλοι μαζί, Χριστιανοί και Μουσουλμάνοι, αποδεικνύεται πιο ανθεκτικό από την παρεμβατικότητα της τουρκικής πολιτικής, διότι γίνεται αντιληπτό ότι αυτή δεν στοχεύει ευθέως στην προστασία των δικαιωμάτων της ίδιας της μουσουλμανικής μειονότητας, αλλά στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων της Τουρκικής εξωτερικής πολιτικής.
Επ’ ευκαιρία της εμμονής της Τουρκίας να χειραγωγεί εκλογικά τη μειονότητα με στόχο κόντρα στο Σύνταγμα και το διεθνές δίκαιο να την επαναπροσδιορίσει συλλογικά από «θρησκευτική -μουσουλμανική» κατά τη Συνθήκη της Λοζάνης σε «εθνική -Τουρκική» προκειμένου να αλλάξει τη νομική βάση της παρέμβασης της στη Θράκη και εντέλει να επιτύχει «συνδιοίκηση», παραβιάζει ευθέως το διεθνές δίκαιο που διαμορφώθηκε μετά το Β´ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι μειονότητες δεν είναι λαοί. Είναι αναπόσπαστο τμήμα μιας δημοκρατικής κοινωνίας που τα μέλη τους απολαμβάνουν ατομικά όλα τα δικαιώματα που απολαμβάνουν και οι υπόλοιποι πολίτες. Η αλλαγή αυτής της αντίληψης θα τις καθιστούσε ευάλωτες στην εργαλειοποίηση τους από τρίτα κράτη, κάτι που θα τίναζε στον αέρα την ειρήνη και τη σταθερότητα ακόμα και του ευρωπαϊκού χώρου.
Στις ευρωεκλογές του 2024 εμφανίσθηκε ένα νέο φαινόμενο δοκιμάζοντας τα αντανακλαστικά της Ελληνικής Πολιτείας. Εντάχθηκε στο κόμμα DEP μια Χριστιανή υποψήφια με αναφορές στο εξωτερικό, ισχυριζόμενη ότι εκπροσωπεί τάχα την ανύπαρκτη «Μακεδονική μειονότητα» στην Ελλάδα και η ανακοίνωση του ψηφοδελτίου τους έγινε παρουσία της εκπροσώπου της ευρωπαϊκής πολιτικής ομάδας FUEN που προωθεί ακτιβιστικά τα μειονοτικά κόμματα στην ΕΕ.
Οι προκλητικές προεκλογικές και μετεκλογικές δηλώσεις είναι σημείο προβληματισμού που πρέπει να αφυπνίσει τόσο την Ελληνική Πολιτεία όσο και την ηγεσία της ΕΕ.
Ως προς την Ελλάδα δεν αναφέρομαι μόνο στην εκάστοτε κυβέρνηση και τα κόμματα που οφείλουν να επιδείξουν συναίνεση και συνέχεια στην πολιτική δημογραφικής ενίσχυσης, ποιοτικής ανάπτυξης και εθνικής θωράκισης της Θράκης. Αναφέρομαι και στη δικαιοσύνη που οφείλει να προλαμβάνει και να αντιμετωπίζει εγκαίρως, όπως έκανε επιτυχώς σε άλλες περιπτώσεις, πολιτικές ρητορικές και στοχοθετήσεις ακραίων κομμάτων που έρχονται σε ευθεία αντιπαράθεση με το Σύνταγμα, το διεθνές δίκαιο και το εθνικό συμφέρον.
Σε Ευρωπαϊκό επίπεδο το πλαίσιο προστασίας των μειονοτήτων, όπως και ισχύει, δεν πρέπει να αφήνει περιθώρια εθνικιστικής εργαλειοποίησης τους από τρίτα κράτη, ούτε βέβαια να επιτρέπει την αφομοίωση των επιμέρους ταυτοτήτων τους πχ τουρκοποίηση των Ρομά και των Πομάκων, προστατεύοντας και τις μειονότητες εντός της μειονότητας. Για την Ελληνική Δημοκρατική Πολιτεία στόχος είναι η υπεράσπιση της πρότυπης ανοιχτής κοινωνίας που οικοδομήσαμε στη Θράκη και η μετεξέλιξη των μειονοτήτων σε γέφυρες συνεργασίας και φιλία με άλλες θρησκείες, διαφορετικούς πολιτισμούς, άλλα κράτη και άλλες αγορές.
* Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ στις 22 Ιουνίου 2024