Στη διάρκεια της επιχείρησης για τη λήψη αίματος, όπως περιγράφουν αυτόπτες μάρτυρες, ο ιδιοκτήτης του κτήματος και ο γιος του, ο οποίος, κατά πληροφορίες, ήταν ο αρχικός ιδιοκτήτης των σκύλων που άφησε στη συνέχεια στο κτήμα του πατέρα του, άφησαν ελεύθερο ένα αστείρωτο αρσενικό, που ήταν ιδιαίτερα επιθετικό. Το ζώο επιτέθηκε σε αστυνομικό και στον κτηνίατρο δαγκώνοντάς τους. Χάρη, όμως, στον διασώστη αποφεύχθηκαν τα χειρότερα.
Τα δείγματα αίματος που ελήφθησαν από τα σκυλιά στο κτήμα του υπόπτου παραδόθηκαν στο Ιδρυμα Ιατροβιολογικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών (ΙΙΒΕΑΑ), και ειδικότερα στο Εργαστήριο Φύλαξης και Ανάλυσης Γενετικού Υλικού Ζώων Συντροφιάς (ΕΦΑΓΥΖΣ), μαζί με δείγματα βιολογικού υλικού των δύο νεκρών κουταβιών. Ο έλεγχος και ο επανέλεγχος που ακολούθησε απέδειξαν χωρίς αμφιβολία ότι μητέρα των δύο κουταβιών που πετάχτηκαν στον κάδο ήταν μία από τις σκυλίτσες στο συγκεκριμένο κτήμα. Μέσα στις επόμενες ημέρες, καθαρογραμμένο, το πόρισμα του ΕΦΑΓΥΖΣ αναμένεται να περιληφθεί στην κακουργηματικού χαρακτήρα δικογραφία.
Υποχρεωτική στείρωση ή DNA
Σύμφωνα με το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο, όπως λέει στο «ΘΕΜΑ» η κυρία Μάρσα Δημοπούλου, ειδική γραμματέας για την Προστασία των Ζώων Συντροφιάς του υπουργείου Εσωτερικών, οι κηδεμόνες κάθε σκύλου και γάτας έως τα τέλη του Ιουνίου έχουν το περιθώριο είτε να τα στειρώσουν, είτε να δώσουν δείγμα DNA στο ΕΦΑΓΥΖΣ, ώστε να μπορεί να γίνεται ταυτοποίηση εκείνων που θα βρεθούν στον δρόμο. Άλλωστε, αποτελεί βασική παραδοχή ότι το μεγαλύτερο μέρος των αδέσποτων ζώων προέρχεται από δεσποζόμενα. Όπως εκτιμάται, μάλιστα, ειδικά στην περιφέρεια, το 45% των αδέσποτων είναι τσοπανόσκυλα και το 35% κυνηγόσκυλα. Έως τώρα, στο Εθνικό Μητρώο Ζώων Συντροφιάς έχουν περιληφθεί περίπου 1 εκατομμύριο ζώα, δεσποζόμενα και αδέσποτα. Πόσα ζώα βρίσκονται πραγματικά στον δρόμο κανείς δεν μπορεί να πει σε ασφάλεια, εκτιμάται πάντως ότι είναι πάνω από 2 εκατομμύρια.
Η υποχρεωτική στείρωση σκυλιών και γατιών συνάντησε μεγάλες αντιδράσεις. Έτσι θεσμοθετήθηκε η επιλογή της τράπεζας DNA, που συναντά επίσης αντιδράσεις και μάλιστα από τους κτηνιάτρους. Έως τώρα αρνούνται τη λήψη δειγμάτων, ακόμη και από τα ζώα πολιτών που συναινούν και κάνουν αυτή την επιλογή έναντι της στείρωσης. Οι κτηνίατροι χαρακτηρίζουν εκβιαστικό το δίλημμα «στείρωση ή DNA» και προχωρούν σε απεργία στις 17 Απριλίου. Στις αρχές του προηγούμενου μήνα, μάλιστα, οι εκπρόσωποι των κτηνιάτρων επισκέφτηκαν τις εγκαταστάσεις του εργαστηρίου, ξεναγήθηκαν από τους υπευθύνους και έθεσαν σειρά ερωτημάτων στηρίζοντας την απόφασή τους να μην κάνουν λήψη δειγμάτων DNA, παρότι γνωμοδότηση που είναι αναρτημένη στο site των κτηνιάτρων επισημαίνει ότι ο εξοπλισμός του είναι άρτιος και οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται είναι οι ενδεδειγμένες.
Με δεδομένη την άρνηση, οι αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Εσωτερικών αναζητούν τρόπο για να μην κληθεί να πληρώσει τα (τσουχτερά) πρόστιμα ο πολίτης με τη λήξη της προθεσμίας τον Ιούνιο. Κι αν αυτές οι ρυθμίσεις είναι νέες και συναντούν αντιδράσεις, ακόμη και η παλιά υποχρέωση των κηδεμόνων ζώων συντροφιάς, αυτή της σήμανσής τους με τσιπ, 21 χρόνια μετά τη θεσμοθέτησή της, εξακολουθεί να συναντά άρνηση. «Το τσιπ είναι υποχρεωτικό για σκύλους και γάτες από το 2003», λέει η ειδική γραμματέας για την Προστασία των Ζώων Συντροφιάς και εξηγεί ότι πολλοί αρνούνται για να μη συνδέονται με το ζώο και κατ’ αυτόν τον τρόπο αποφεύγουν συνέπειες της συμπεριφοράς τους προς αυτά, ενώ άλλοι επικαλούνται ακόμη και θρησκευτικούς λόγους αρνούμενοι το τσιπάκι.
Τα πρόστιμα
Το πρόστιμο για τη μη στείρωση σκύλου ή γάτας ανέρχεται σε 1.000 ευρώ, ενώ όταν θα τεθεί σε ισχύ η υποχρέωση της αποστολής γενετικού υλικού στο ΕΦΑΓΥΖΣ η ανακριβής αποστολή υλικού από κτηνίατρο έχει συνέπεια πρόστιμο 2.000 ευρώ και, σε περίπτωση επανάληψης της παράβασης, αφαίρεση άδειας επαγγέλματος του κτηνιάτρου για έναν μήνα. Πρόστιμο 2.000 ευρώ προβλέπεται και στην περίπτωση της αναληθούς καταχώρησης κτηνιάτρου στο Εθνικό Μητρώο Ζώων Συντροφιάς περί στείρωσης ζώου ή αποστολής γενετικού υλικού.
Το γενετικό υλικό που θα λαμβάνεται από τα ζώα θα διατηρείται για τουλάχιστον 12 χρόνια και ο κηδεμόνας πρέπει να καταβάλει ηλεκτρονικό παράβολο 135 ευρώ, καθώς και 15 ευρώ στον κτηνίατρο για τη λήψη του υλικού. Από την πληρωμή του παραβόλου απαλλάσσονται οι βοσκοί για τα τσοπανόσκυλα που χρησιμοποιούνται ως φύλακες σε κοπάδια.
«Όλα πάντως ξεκινούν από τη νοοτροπία κι αυτό πρέπει να αλλάξει», λέει η κυρία Δημοπούλου, διαπιστώνοντας ωστόσο ότι πλέον αλλάζει η αντιμετώπιση του θέματος των αδέσποτων ζώων από τους δήμους. Ωστόσο, αυτή την ώρα οι δήμοι, λόγω της ροής χρηματοδότησης, αδυνατούν να παρέχουν περίθαλψη στα αδέσποτα ζώα συνεχώς επί 12 μήνες, κι αυτό είναι ένα ζήτημα προς επίλυση από το υπουργείο Εσωτερικών. «Οι δήμοι έχουν την υποχρέωση της περισυλλογής, περίθαλψης, στείρωσης και σήμανσης των ζώων», σημειώνει η ίδια και προσθέτει: «Τα ζώα φιλοξενούνται προσωρινά στις δομές των δήμων και στη συνέχεια επανέρχονται στα σημεία όπου έγινε η περισυλλογή τους, με εξαιρέσεις όπως σημεία κοντά σε παιδικές χαρές ή σε δρόμους ταχείας κυκλοφορίας, για να μην υπάρχει ο κίνδυνος ατυχημάτων».
Ο νόμος
Το παράδειγμα των Μεγάρων, πάντως, δείχνει και την αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο η Αστυνομία χειρίζεται και αντιμετωπίζει, σε μεγάλο βαθμό τουλάχιστον, τα αδικήματα που σχετίζονται με την προστασία των ζώων συντροφιάς. Οι αστυνομικοί μέσα από ειδικά τριήμερα σεμινάρια ενημερώνονται για τις διατάξεις του νόμου, ενώ στο αρχηγείο της ΕΛ.ΑΣ. υπάρχει ειδικό Τμήμα Προστασίας Ζώων.
Ο νόμος 4830/2021 προβλέπει συγκεκριμένες υποχρεώσεις του κηδεμόνα ζώου συντροφιάς:
- Να μην εγκαταλείπει το ζώο.
- Να στειρώνει το δεσποζόμενο ζώο συντροφιάς του.
- Να σημάνει και να καταγράφει το ζώο του στο Εθνικό Μητρώο Ζώων Συντροφιάς.
- Να μεριμνά για τον ετήσιο εμβολιασμό και την κτηνιατρική εξέταση του ζώου.
- Να τηρεί τους κανόνες ευζωίας του, να μεριμνά για την εξασφάλιση άνετου, υγιεινού καταλύματος, προσαρμοσμένου στον φυσικό τρόπο διαβίωσης του ζώου.
- Να εφοδιάζεται με το διαβατήριο του ζώου, εάν πρόκειται να ταξιδέψει μαζί του στο εξωτερικό.
Οι πολίτες που αντιλαμβάνονται αδικήματα σε βάρος ζώων μπορούν να καταγγείλουν τηλεφωνώντας στην Άμεση Δράση. Οι αστυνομικοί του τηλεφωνικού κέντρου οφείλουν να καταγράψουν τις απαιτούμενες πληροφορίες και να αποσταλεί βοήθεια. Παράλληλα, μπορούν να απευθύνονται σε οποιοδήποτε αστυνομικό τμήμα ή στη Διεύθυνση Γενικής Αστυνόμευσης του Αρχηγείου της Αστυνομίας, όπου λειτουργεί το Τμήμα Προστασίας Ζώων (τηλέφωνο επικοινωνίας 213 1520450 και e-mail [email protected]).
Πηγή: protothema.gr