Σας έχει συμβεί ποτέ να βλέπετε διπλά είδωλα ή να μην μπορείτε να εστιάσετε καλά το βλέμμα σας, δίχως προφανή λόγο; Μήπως έχετε φαγούρα στα μάτια σας και τα νιώθετε ξερά ή δακρύζετε υπερβολικά πολύ, χωρίς να υπάρχει κάποια εξήγηση γι’ αυτά τα συμπτώματα; Αν ναι, ίσως πρέπει να ελέγξετε τα φάρμακα που ενδεχομένως παίρνετε.
Η αλήθεια είναι ότι όλα τα φάρμακα, συνταγογραφούμενα και μη, έχουν ανεπιθύμητες ενέργειες. Αρκετά από αυτά, όμως, έχουν και οφθαλμολογικές επιπτώσεις, οι οποίες άλλοτε γίνονται αντιληπτές αμέσως μόλις αρχίσει ο ασθενής να τα λαμβάνει και άλλοτε μετά από εβδομάδες, μήνες ή ακόμα και χρόνια χρήσης.
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες των φαρμάκων στα μάτια και την όραση μπορεί να εκδηλώνονται συχνά, με μέτρια συχνότητα ή σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις, αναλόγως με το φάρμακο, τη δόση και τη διάρκεια λήψης.
«Όταν ένας ασθενής παρουσιάζει οφθαλμολογική διαταραχή δίχως εμφανή αιτία, είναι σημαντικό να εξετάζουμε εάν αυτή σχετίζεται με τη συστηματική λήψη κάποιου φαρμάκου», αναφέρει ο δρ Αναστάσιος-Ι. Κανελλόπουλος, MD, Χειρουργός – Οφθαλμίατρος, ιδρυτής και επιστημονικός διευθυντής του Ινστιτούτου Οφθαλμολογίας LaserVision, καθηγητής Οφθαλμολογίας του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης. «Οι ασθενείς συχνά αμελούν να ενημερώσουν τον οφθαλμίατρο για τα φάρμακα που λαμβάνουν για κάποιο οξύ ή χρόνιο πρόβλημα υγείας. Αυτό συμβαίνει ακόμα συχνότερα με τα μη συνταγογραφούμενα προϊόντα και τα συμπληρώματα».
Ωστόσο πολλά φάρμακα αναγράφουν στο φύλλο οδηγιών χρήσεως ότι έχουν ανεπιθύμητες ενέργειες στα μάτια, που κυμαίνονται από ήπια, παροδικά ενοχλήματα έως σοβαρές βλάβες.
Πολλά φάρμακα, π.χ., αναγράφουν ότι προκαλούν θόλωμα της όρασης ή ερυθρότητα των ματιών, ενώ άλλα προκαλούν ξηροφθαλμία. Υπάρχουν επίσης αρκετά που προειδοποιούν για αιφνίδια απώλεια όρασης ή ότι μπορεί να επιταχύνουν την ανάπτυξη σοβαρών οφθαλμοπαθειών όπως το γλαύκωμα.
«Οι οφθαλμολογικές ανεπιθύμητες ενέργειες των φαρμάκων μπορεί να είναι ήπιες και παροδικές ή σοβαρές και μη αναστρέψιμες.
Τα αντιισταμινικά, λ.χ., που πολλοί άνθρωποι παίρνουν για τις αλλεργίες, μπορεί να προκαλέσουν ξηροφθαλμία», εξηγεί ο κ. Κανελλόπουλος. Όταν κάποιος τα λαμβάνει όλο τον χρόνο ή χρειάζεται ισχυρά, συνταγογραφούμενα αντιισταμινικά, η ξηροφθαλμία μπορεί να είναι πιο έντονη. Σε τέτοια περίπτωση, ο οφθαλμίατρος μπορεί να συστήσει ενυδατικές οφθαλμικές σταγόνες για να καταπολεμήσει την ξηρότητα.
«Ορισμένα αντιισταμινικά, όμως, αυξάνουν και τον κίνδυνο για γλαύκωμα, γεγονός που πρέπει να γνωρίζουν όσοι διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να το εκδηλώσουν (π.χ. λόγω οικογενειακού ιστορικού). Ακόμα και ορισμένα εισπνεόμενα αντιισταμινικά μπορεί να προκαλέσουν αυτή την ανεπιθύμητη ενέργεια», τονίζει ο ειδικός.
Τα κορτικοστεροειδή, εξάλλου, που λαμβάνονται για ποικίλες παθήσεις (από το άσθμα και τις αλλεργίες έως αυτοάνοσα και δερματικά νοσήματα), μπορεί σε μακροχρόνια χρήση (συνήθως επί χρόνια) να επιταχύνουν την ανάπτυξη καταρράκτη και να αυξήσουν τον κίνδυνο αναπτύξεως γλαυκώματος.
Άλλα φάρμακα μπορεί να προκαλέσουν βλάβες στον αμφιβληστροειδή χιτώνα του ματιού που βρίσκει στο οπίσθιο τμήμα των ματιών, ιδίως όταν λαμβάνονται για πολύ καιρό. Τον κίνδυνο αυτό ενέχει, λ.χ., η υδροξυχλωροκίνη που χορηγείται για τη θεραπεία της ελονοσίας, του συστηματικού ερυθηματώδους λύκου, της ρευματοειδούς αρθρίτιδας και άλλων παθήσεων.
Η υδροξυχλωροκίνη και ορισμένα άλλα φάρμακα ενδέχεται επίσης να προκαλέσουν βλάβες στο οπτικό νεύρο (οπτική νευροπάθεια). Αυτό έχει π.χ. παρατηρηθεί σε σπάνιες περιπτώσεις με ορισμένους αναστολείς της φωσφοδιεστεράσης 5 (PDE5), όπως η σιλδεναφίλη, που χορηγούνται για τη στυτική δυσλειτουργία.
Τα μάτια μπορεί να επηρεάσουν και πολλά άλλα φάρμακα, όπως διουρητικά, αντικαταθλιπτικά, αντιψυχωσικά και αντισυλληπτικά. Το ίδιο ισχύει και για φάρμακα που μειώνουν τη χοληστερόλη και για τους βήτα-αποκλειστές που χορηγούνται για την υπέρταση.
Ακόμα και ορισμένα φάρμακα για την οστεοπόρωση, την ημικρανία, τη σοβαρή ακμή, την κολπική μαρμαρυγή, τη φυματίωση ή τον καρκίνο του μαστού μπορεί να έχουν οφθαλμολογικές ανεπιθύμητες ενέργειες. Και αυτές είναι μόνο μερικές από τις κατηγορίες των φαρμάκων που μπορεί να δημιουργήσουν πρόβλημα στα μάτια.
Όλ’ αυτά, όμως, «δεν σημαίνουν πως όποιος παίρνει κάποιο από τα προαναφερθέντα φάρμακα κινδυνεύει να υποστεί βλάβη στην όρασή του», επισημαίνει ο κ. Κανελλόπουλος. «Υπάρχει όμως ενδεχόμενο μερικοί ασθενείς να αναπτύξουν οφθαλμολογικές ανεπιθύμητες ενέργειες, αλλά είναι αδύνατο να το γνωρίζουν εκ των προτέρων. Επομένως η πρώτη κίνηση πριν από την έναρξη λήψης οποιουδήποτε νέου φαρμάκου είναι η συζήτηση με τον θεράποντα ιατρό για τις πιθανές παρενέργειές του».
Ιδιαίτερα προσεκτικοί, όταν λαμβάνουν φάρμακα, πρέπει να είναι οι πάσχοντες από διαβήτη ή γλαύκωμα, καθώς και όσοι διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο για γλαύκωμα λόγω της δομής των ματιών τους.
Οι διαβητικοί ασθενείς είναι επιρρεπείς στο θόλωμα της όρασης όταν λαμβάνουν κορτικοστεροειδή. Αντίστοιχα, υπάρχει κίνδυνος για οξεία κρίση γλαυκώματος στα άτομα υψηλού κινδύνου που λαμβάνουν ορισμένα αντιισταμινικά, αντιεπιληπτικά ή φάρμακα για την ακράτεια ούρων. Οι, δε, ασθενείς που ήδη έχουν γλαύκωμα, δεν πρέπει να λαμβάνουν καθόλου ορισμένα φάρμακα – γι’ αυτό και η νόσος τους αναφέρεται στις «αντενδείξεις» του φύλλου οδηγιών χρήσης.
Ανεξαρτήτως ιστορικού, όταν λαμβάνετε φάρμακα πρέπει να έχετε το νου σας για τυχόν πόνο στα μάτια, θόλωμα ή άλλη αλλαγή στην όρασή σας. «Σε τέτοια περίπτωση, επικοινωνήστε αμέσως με τον ιατρό που σας χορήγησε το φάρμακο», συνιστά ο κ. Κανελλόπουλος. «Μην διακόψετε τη λήψη του, εάν δεν σας το πει ο ίδιος. Μερικές φορές τα οφέλη που παρέχουν τα φάρμακα υπερκαλύπτουν τους δυνητικούς κινδύνους, ειδικά όταν αυτοί είναι παροδικοί. Ρωτήστε, όμως, τον ιατρό σας μήπως πρέπει να υποβληθείτε σε προληπτικό οφθαλμολογικό έλεγχο. Και πάντοτε να ενημερώνετε τον οφθαλμίατρό σας για τα φάρμακα που λαμβάνετε».