Ο τοπικός σύμβουλος Κομοτηνής μιλά για την απόφαση του να γίνει αγρότης και να μην αναζητήσει την ελπίδα του σε κάποια χώρα στο εξωτερικό ως μετανάστης
Είναι 41 χρονών και ζει στους Υφαντές Κομοτηνής. Μεγαλώνει την οικογένεια του με αξιοπρέπεια που αντλεί από τη γη του. Ο Σταύρος Κοσουτζής μιλά στο Πινάκιο για την αγροτική ζωή, τις δυσκολίες της αλλά και τι αποκομίζει από την γη του.
Η ζωή του είναι και ένα μήνυμα προς του νέους. Να ασχοληθούν με τη γη και να κερδίσουν από αυτήν. Να μην ξενιτευτούν, να μη αφήσουν την περιουσία τους να ρημάξει. Πραγματικά ο Σταύρος Κοσουτζής είναι παράδειγμα νέου οικογενειάρχη προς μίμηση.
Σταύρο, τι καλλιεργείς;
«Σιτάρι, καλαμπόκι, βαμβάκι».
Γιατί αποφάσισες να ασχοληθείς με τη γη;
«Είμαι 41 ετών , από 16 ετών δουλεύω τουλάχιστον οκτώ και παραπάνω ώρες. Έχω αλλάξει 4 δουλειές, σε όλες ήμουν παράδειγμα και έδινα και τη ψυχή μου. Στην τελευταία μου εργασία δούλευα 14 ώρες την μέρα, κάποια στιγμή σάλταρα, δεν έβλεπα καν τα παιδιά μου. Τα έβαλα κάτω, παράλληλα ο πατέρας μου είχε λίγα χωράφια, και πλέον μεγάλωσε και κουραζόταν και έτσι αποφάσισα να αφήσω όλα τα άλλα και να ασχοληθώ με αυτά».
Οπότε η γη ήταν το καταφύγιο σου;
«Μετά την δουλειά πήγαινα και βοηθούσα τον πατέρα μου, οπότε τα βάλαμε κάτω και λέω ας ασχοληθώ μόνο με μια δουλειά, έκανα χαρτιά για νέος αγρότης και έτσι βρέθηκα εδώ.
Φέτος μάλιστα ρίσκαρα και πήρα πολλά χωράφια να δουλέψω. Τα λιπάσματα ανέβηκαν στο θεό και γενικά όλα τα έξοδα, πετρέλαιο, φάρμακα, αλλά δεν παραπονιέμαι τα βολεύω όλα με πολύ δουλειά βέβαια. Αυτή την στιγμή δουλεύω 80 στρέμματα σιτάρι, 200 βαμβάκι, 45 καλαμπόκι, 9 σπανάκι, 9 μπάμιες.
Και παράλληλα προσπαθώ να κάνω το χωριό στο οποίο μεγάλωσα και μεγαλώνουν τώρα τα παιδιά μου, χωριό».
Ποιο είναι το μήνυμα σου τους νέους, να αφήσουν το χωριό τους η να ασχοληθούν με τον πρωτογενή τομέα στον τόπο τους;
«Σαν το χωριό δεν έχει αν πιάνουν τα χέρια τους, αν έμαθαν από μικροί να δουλεύουν , εγώ από μικρό παιδί είμαι στους αγρούς, και ο γιος μου είναι οκτώ και άρχισα να τον παίρνω μαζί μου. Αν εμένα υπάλληλος κάπου , τα παιδιά μου δεν θα είχαν μέλλον στο χωριό και στη Ελλάδα Θα έφευγαν όταν μεγάλωναν εξωτερικό. Προσπαθώ να κάνω κάτι με τα χωράφια, να φτιάξω ένα εναλλακτικό εισόδημα για τα παιδιά μου για να μην αφήσουν τον τόπο τους. Ότι και να γίνει , να έχουν ένα εισόδημα, μπορεί να κοπιάσουν πολύ στα χωράφια, όπως και εγώ τώρα , αλλά θα είναι κύριοι του εαυτού τους. Χωρίς αφεντικά, μόνο ο Θεός. Χωρίς να χτυπάμε κάρτα , χωρίς ρουφιάνους στις δουλειές, χωρίς να πρέπει να γελάνε στο κάθε αφεντικό, να μπορούν να εκφράσουν την γνώμη τους ελεύθερα».