Tην έξοδο της Ελλάδας από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας αποφάσισε σήμερα Πέμπτη το Eurogroup, με τον Έλληνα υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα να κάνει λόγο για μία «ιστορική ημέρα» – «Κλείνει ένα δύσκολο κεφάλαιο για την Ελλάδα»
Ως ιστορική ημέρα χαρακτήρισε ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, τη σημερινή απόφαση του Eurogroup, σχετικά με την έξοδο της Ελλάδας από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας, τονίζοντας ότι πλέον επιτυγχάνεται ένας μεγάλος εθνικός στόχος. Κυβερνητικές πηγές αναφέρουν χαρακτηριστικά πως: «Βγαίνουμε από την ενισχυμένη εποπτεία. Τίτλοι τέλους στην εποχή της κρίσης μετά από 12 χρόνια. Όπως αναφέρεται στη σχετική απόφαση, “αποκαθίστανται συνθήκες κανονικότητας στην Ελλάδα για πρώτη φορά από το 2010″. Τώρα ξεμπερδέψαμε με τα μνημόνια λοιπόν».
«Δρομολογείται η έξοδος της χώρας από το καθεστώς της Ενισχυμένης Εποπτείας, αυτό το καλοκαίρι. Κλείνει, έτσι, μαζί με την άρση των κεφαλαιακών περιορισμών και την πρόωρη εξόφληση του ΔΝΤ, ένα δύσκολο κεφάλαιο για την Ελλάδα», ανέφερε από την πλευρά του ο κ. Σταϊκούρας και συνέχισε: «Η χώρα επιστρέφει, πλέον, στην ευρωπαϊκή κανονικότητα και παύει να τοποθετείται ως εξαίρεση στην Ευρωζώνη. Η σημερινή απόφαση του Eurogroup συνιστά αναγνώριση των πολύχρονων θυσιών της ελληνικής κοινωνίας και της υλοποίησης μιας υπεύθυνης μεταρρυθμιστικής οικονομικής πολιτικής από τη σημερινή Κυβέρνηση. Παρά τις διαδοχικές εξωγενείς κρίσεις, τις υψηλές αβεβαιότητες και τις μεγάλες προκλήσεις, παγκοσμίως, έχουμε αποδείξει, πολίτες και πολιτεία, ότι μπορούμε να τα καταφέρουμε. Η Ελλάδα αναπτύσσεται, αναβαθμίζεται, ισχυροποιείται! Προχωράμε μπροστά με δυναμισμό και αυτοπεποίθηση».
Τζεντιλόνι: «Σημαντικό βήμα για την Ελλάδα»
Νωρίτερα, προσερχόμενος στη συνεδρίαση του Eurogroup, ο επίτροπος Οικονομίας, Πάολο Τζεντιλόνι δήλωσε ότι «η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα προτείνει σήμερα τη λήξη της ενισχυμένης εποπτείας για την ελληνική οικονομία». «Αυτό είναι ένα σημαντικό βήμα για την Ελλάδα», τόνισε. Σημείωσε επίσης ότι «η οικονομία μας πλέει σε ταραγμένα νερά», προσθέτοντας ότι αυτό δε σημαίνει ότι δεν μπορεί να αποφευχθεί η οικονομική ύφεση, αλλά οι δημοσιονομικές πολιτικές θα πρέπει να επικεντρώσουν στις μεταρρυθμίσεις, στις επενδύσεις και σε μια “συνετή πολιτική”, ειδικά για τις χώρες με υψηλό επίπεδο δημόσιου χρέους. Ερωτηθείς αν ανησυχεί για τις αποδόσεις αρκετών κρατικών ομολόγων, ο Πάολο Τζεντιλόνι απάντησε ότι «είναι υπό παρακολούθηση».
Εξέφρασε ακόμα την πεποίθηση ότι η πρωτοβουλία που αναλαμβάνει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προκειμένου να αποτρέψει τον κατακερματισμό της αγοράς των ομολόγων, είναι καθησυχαστική για τις αγορές. Οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης θα ενημερωθούν σήμερα για της αποφάσεις της ΕΚΤ, από την πρόεδρο της, Κριστίν Λαγκάρντ. Τέλος, ο Πάολο Τζεντιλόνι ανέφερε σχετικά με τις συνθήκες στην αγορά ομολόγων, ότι η νομισματική πολιτική από μόνη της δεν μπορεί να αντιμετωπίσει αυτήν την κατάσταση. «Χρειαζόμαστε, επίσης, ισχυρή επίδειξη ενότητας, φιλοδοξίας από τις κυβερνήσεις και από τον συντονισμό της δημοσιονομικής μας πολιτικής. Αυτό θα το συζητήσουμε σήμερα», πρόσθεσε.
Τι σημαίνει η έξοδος από την εποπτεία
Η έξοδος από την εποπτεία δεν σημαίνει ότι θα σταματήσει η παρακολούθηση από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, αφού αυτή θα συνεχιστεί έως το 2059, δηλαδή έως ότου η χώρα εξοφλήσει το 75% των δανείων που έλαβε στο πλαίσιο των μνημονίων. Όμως, η οικονομία θα περάσει σε στάδιο απλής μεταπρογραμματικής παρακολούθησης, όμοιο με αυτό που ακολουθείται σήμερα σε Ιρλανδία, Ισπανία, Κύπρο και Πορτογαλία, ενώ θα πραγματοποιείται μία αξιολόγηση της πορείας της ανά εξάμηνο, αντί ανά τρίμηνο που ίσχυε έως σήμερα.
Η έγκριση από το Eurogroup για την έξοδο από την ενισχυμένη εποπτεία θα ενεργοποιήσει και την εκταμίευση μιας δόσης ύψους 748 εκατ. ευρώ. Παράλληλα, ωστόσο, θα οριστικοποιηθεί και ο «οδικός χάρτης» των προαπαιτούμενων, που θα πρέπει να υλοποιηθούν σε 2 φάσεις, μία έως τον Αύγουστο και μία έως το τέλος του Οκτωβρίου. Στην πρώτη φάση, βασικό θεωρείται η δέσμευση για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου προς τους ιδιώτες και θα υπάρξει καταγραφή της προόδου στο σκέλος των νοσοκομειακών δαπανών και στα κονδύλια που δεν έχουν εγγραφεί στον προϋπολογισμό και σχετίζονται με το αυξημένο κόστος της ενέργειας. Η δεύτερη φάση, η οποία συνδέεται επίσης με μια δόση ύψους περίπου 750 εκατ. ευρώ (εκκρεμεί από το α’ εξάμηνο του 2019 λόγω των εκλογών, και αναμένεται να αποδεσμευτεί από το Eurogroup του Δεκεμβρίου), θα αποτελεί και την πρώτη σε καθεστώς «μετά προγραμματικής εποπτείας», ήτοι στο καθεστώς που ισχύει στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου και σχετίζεται με όλα τα κράτη-μέλη που ήταν σε μνημόνια.
Για την αξιολόγηση του φθινοπώρου έχει καταρτιστεί κατάλογος με 22 σημεία, τα οποία αφορούν σε ό,τι έχει απομείνει από τις παλαιότερες δεσμεύσεις. Περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, το προσχέδιο του προϋπολογισμού του 2023, η πρόοδος στο clawback, το σύστημα πρωτοβάθμιας περίθαλψης, ο φορέας ακινήτων, το Κτηματολόγιο και οι δασικοί χάρτες, οκτώ κινήσεις στο «μέτωπο» των ιδιωτικοποιήσεων κ.ά.
Το 2023 έρχεται η απόκτηση της επενδυτικής βαθμίδας
Σύμφωνα με παράγοντες του οικονομικού επιτελείου, η έξοδος από την ενισχυμένη εποπτεία αναμένεται να λειτουργήσει θετικά και προς την κατεύθυνση της αναβάθμισης της πιστοληπτικής ικανότητας της οικονομίας από τους διεθνείς οίκους. Η χώρα βρίσκεται σε ανοδική τροχιά αξιολογήσεων από τους πιστοληπτικούς οίκους και χρειάζεται την επενδυτική βαθμίδα από έναν τουλάχιστον οίκο αξιολόγησης για να συμμετέχει στα προγράμματα χρηματοδότησης της ΕΚΤ. Στόχος είναι η απόκτηση της επενδυτικής βαθμίδας εντός του 2023, γεγονός ιδιαίτερα σημαντικό ειδικά σε μια περίοδο ανόδου του κόστους δανεισμού.
«Από τη στιγμή που δεν είμαστε σε επενδυτική βαθμίδα, η Ελλάδα επηρεάζεται περισσότερο από κρίσεις, οι οποίες υπάρχουν και έχουν επιπτώσεις στο κόστος δανεισμού αυτών. Άρα η Ελλάδα πέρα και πάνω από τους όποιους δημοσιονομικούς κανόνες, οφείλει να είναι πάρα πολύ προσεκτική στα δημόσια οικονομικά της, γιατί όσο αυξάνεται το κόστος δανεισμού τόσο αυτό μετακυλίεται σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις», έχει αναφέρει χαρακτηριστικά ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας.
Έτσι, ο υπουργός δίνει το «σήμα» μιας συνετούς δημοσιονομικής πολιτικής, που δεν θα θέτει σε κίνδυνο τόσο τη μείωση του χρέους, όσο και την επίτευξη του στόχου για επιστροφή σε πρωτογενές πλεόνασμα το 2023, όπως περιγράφεται και στο Πρόγραμμα Σταθερότητας. Αυτό, άλλωστε, σημειώνεται και στην έκθεση για το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο: τα κράτη-μέλη με υψηλό χρέος, όπως είναι η Ελλάδα, θα πρέπει να ακολουθήσουν μια συνετή δημοσιονομική πολιτική το 2023, ιδίως περιορίζοντας την αύξηση των εθνικών τρεχουσών δαπανών κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και λαμβάνοντας υπ’ όψη τη συνεχιζόμενη, προσωρινή και στοχευμένη στήριξη των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων που είναι πιο ευάλωτες στις αυξήσεις των τιμών της ενέργειας. Για την περίοδο μετά το 2023, οι χώρες με χρέος πάνω από 60% του ΑΕΠ θα πρέπει να ακολουθήσουν μια δημοσιονομική πολιτική με στόχο την επίτευξη της σταδιακής μείωσης του χρέους και της δημοσιονομικής βιωσιμότητας μεσοπρόθεσμα, μέσω της σταδιακής μείωσης των ελλειμμάτων, των επενδύσεων και των μεταρρυθμίσεων.