του Ευριπίδη Στυλιανίδη
Βουλευτή Ροδόπης Νέας Δημοκρατίας
Πρώην Υπουργού Παιδείας
Επικ. Καθηγητή Νομικής Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου
Η απόφαση σπουδών που στην Ελλάδα αρχίζει να διαμορφώνεται από την πρώτη Λυκείου είναι μια κρίσιμη απόφαση που προσδιορίζει στη συνέχεια μια ολόκληρη ζωή, τόσο για τον ίδιο το νέο όσο και για την οικογένεια του. Συχνά δε επηρεάζεται από παραμέτρους που μπορεί να οδηγήσουν το παιδί και την οικογένεια του σε πραγματικό αδιέξοδο. Συγκεκριμένα, όσοι αποφάσισαν σπουδές λόγω μόδας ή επειδή παρασύρθηκαν από την παρέα τους, όσοι αποφάσισαν με κριτήριο την πόλη της φοιτητικής ζωής ή την συμπάθεια ή την αντιπάθεια που έτρεφαν για κάποιο καθηγητή τους, συχνά απογοητεύτηκαν στη συνέχεια, γιατί διαπίστωσαν εκ των υστέρων, ότι πήραν ένα δρόμο που δεν τους αρέσει, δεν τους ταιριάζει ή οδηγεί σε ένα κορεσμένο επάγγελμα και άρα στην ετεροαπασχόληση ή την ανεργία.
Στις στρεβλώσεις αυτές της εφηβικής ηλικίας προστίθεται και η δυσκαμψία του εκπαιδευτικού συστήματος που δεν διευκολύνει τα παιδιά και τους γονείς τους να πάρουν τις σωστές αποφάσεις ζωής. Για παράδειγμα ο αριθμός εισακτέων ανά κλάδο, Σχολή και Πανεπιστήμιο δεν αποφασίζεται με βάση μελέτη για τα επαγγέλματα του μέλλοντος και τη ζήτηση που αυτά έχουν, αλλά με βάση τις αποφάσεις των Πανεπιστημίων και της Αρχής που συνυπολογίζουν στεγνά και μόνο χρηματοοικονομικά κριτήρια, κριτήρια υποδομών και συνήθως κλαδικά ή άλλα συμφέροντα των καθηγητών. Επί χρόνια στην Ελλάδα υπήρχαν Σχολές χωρίς αναγνωρισμένα επαγγελματικά δικαιώματα ή χωρίς το απαραίτητο προσωπικό ή τα μέσα για να ετοιμάσουν τους νέους επιστήμονες-επαγγελματίες.
Η απουσία ενός ολοκληρωμένου εθνικού σχεδιασμού είχε ως συνέπεια να εμφανίζεται υπερπληθωρισμός σε κάποιες ειδικότητες, πχ οι δικηγόροι της Αττικής είναι περισσότεροι από τους δικηγόρους ολόκληρης της Γαλλίας. Αντίθετα σε κλάδους αιχμής για την Εθνική Οικονομία που έχουν επαγγελματική ζήτηση εξειδικευμένου και εκπαιδευμένου προσωπικού , όπως ο Τουρισμός, η Ναυτιλία, η Αλιεία – Ιχθυοκαλλιέργεια κλπ υστερεί η Ελλάδα.
Η αδυναμία του Ελληνικού συστήματος να προετοιμάσει σωστά και να ενημερώσει για θέματα επαγγελματικού προσανατολισμού παιδιά, γονείς και εκπαιδευτικούς, να δώσει μια ευκαιρία σπουδών σε μεγαλύτερη ηλικία, όπως στο εξωτερικό ή ένα άλλο δρόμο μέσα από τα ιδιωτικά Πανεπιστήμια που απαγορεύει αναχρονιστικά ακόμα το άρθρο 16 του Συντάγματος, οδηγεί δεκάδες χιλιάδες νέους στο εξωτερικό ή σε απροσδιόριστα και ασαφή μονοπάτια σπουδών που κανείς δεν είναι σίγουρος σε τι επαγγέλματα θα οδηγήσουν. Αυτή δε η κατάσταση εξελίσσεται σε ένα Κράτος – Μέλος της ΕΕ που φιλοξενεί (sic)στη Θεσσαλονίκη τον αποκλειστικά αρμόδιο οργανισμό της ΕΕ για τα επαγγέλματα του μέλλοντος, το CEDEFOP.
Όσες μεταρρυθμίσεις κι αν κάνουμε στην Παιδεία για το σύστημα εισαγωγής στα Πανεπιστήμια και για το Νόμο λειτουργίας των ΑΕΙ δεν πρόκειται να επιτύχουμε τίποτε, αν δεν εστιάσουμε στην αναζήτησή του εφήβου για το μέλλον του και στην αγωνία των γονιών του. Η Πολιτεία έχει χρέος σε συνεργασία με την αγορά, τους φορείς της ΕΕ και την ακαδημαϊκή κοινότητα να καταγράψει τους κλάδους αιχμής, σπουδές που έχουν εθνική και διεθνή ζήτηση και να περιγράψει τα επαγγέλματα του μέλλοντος ενημερώνοντας σχετικά τη μαθητική κοινότητα, τους γονείς και τους εκπαιδευτικούς.
Το Υπουργείο Παιδείας οφείλει να εφαρμόσει από νωρίς στην 3η Γυμνασίου και στην 1η Λυκείου επιστημονικά τεστ αυτογνωσίας για να διευκολύνει τους νέους να συνειδητοποιήσουν εγκαίρως τα θέλω τους, τις κλίσεις και τις δεξιότητές τους.
Το εκπαιδευτικό σύστημα πρέπει να δώσει έμφαση στο μάθημα του σχολικού και επαγγελματικού προσανατολισμού, να ενημερώσει εγκαίρως για τα επαγγέλματα στα οποία οδηγεί η κάθε κατεύθυνση σπουδών και να αναδείξει ζωντανά πρότυπα επιτυχημένης καριέρας από το πεδίο.
Είναι χρέος της Πολιτείας ξεπερνώντας τις πιθανές εμμονές της εφηβείας και τις ξεπερασμένες προκαταλήψεις των γονέων να αποφασίζουν αυτοί για το παιδί τους, να διευκολύνει με όλα τα σύγχρονα μέσα μια ώριμη απόφαση. Δεν έχουμε ως κοινωνία πρωτίστως αλλά και ως οικονομία ή οικογένεια περιθώρια σε λανθασμένες επιλογές ζωής.
Τα παιδιά μας είναι ότι πολυτιμότερο έχουμε, γι’ αυτό οφείλουμε να επενδύσουμε σε αυτά με προσοχή, γνώση και ευθύνη. Επένδυση όμως δεν είναι να τα υποδείξουμε τι θα κάνουν, αλλά να τα ενημερώσουμε σωστά και να τα διευκολύνουμε για να αποφασίσουν μόνα τους και ευκολότερα για το τι θέλουν και μπορούν να κάνουν στη ζωή τους. Αυτό είναι το καθήκον της οικογένειας, είναι όμως πρωτίστως και το χρέος μια σύγχρονης παιδείας που οφείλει να δίνει φτερά και να ανοίγει ορίζοντες στη νέα γενιά.
*Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Kontranews (Κυριακή 12 Σεπτεμβρίου 2021)