Επιστολή προς τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη και την Υπουργό Παιδείας Νίκη Κεραμέως με αίτημα το άνοιγμα των σχολείων απέστειλαν γονείς από τη Θράκη, οι οποίοι δημιούργησαν για το σκοπό αυτό και τη σχετική Κίνηση Γονέων «Ανοιχτά Σχολεία».
Στην επιστολή τους, οι γονείς μαθητών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης κάνουν λόγο για «παραβίαση θεμελιωδών διατάξεων του Συντάγματος» από την απόφαση για τη τηλεκπαίδευση καθώς, όπως ισχυρίζονται, η πρόσβαση σε αυτήν «αποτελεί προνόμιο μερικών μόνο μαθητών και μάλιστα με συνεχή προβλήματα και δυσλειτουργίες στην εφαρμογή της».
Η Κίνηση Γονέων Θράκης «Ανοιχτά Σχολεία» δημιούργησε επιπλέον σχετικό ψήφισμα στην πλατφόρμα change.org στο οποίο συγκεντρώνουν υπογραφές προκειμένου να στηρίξουν το αίτημα τους.
Ακολουθεί, η επιστολή προς τον Πρωθυπουργό και την Υπουργό Παιδείας:
«Αγαπητές Κυρίες και Κύριοι,
Λαμβάνοντας υπόψη τον πρωτόγνωρο περιορισμό του δικαιώματος των παιδιών μας και μαθητών στην εκπαίδευση, ως επιλογή μέτρου για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης από την πανδημία COVID -19, οφείλουμε να αντιδράσουμε.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το αρθ. 16 παρ. 2 του Συντάγματος: «H παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες», ενώ σύμφωνα με την παρ. 4 εδ. α’ αυτού: «Όλοι οι Έλληνες έχουν δικαίωμα δωρεάν παιδείας, σε όλες τις βαθμίδες της, στα κρατικά εκπαιδευτήρια. […]».
Η Απόφαση, εντούτοις, του Υπουργείου Παιδείας περί τηλεκπαίδευσης, ιδιαιτέρως στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, δηλαδή σε παιδιά ηλικίας έως 12 ετών, όπου είναι έτι περισσότερο αναγκαία όχι μόνο η πνευματική αλλά και η σωματική, ηθική και ψυχική εκπαίδευση και εξέλιξή τους, έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τις ανωτέρω θεμελιώδεις διατάξεις του Συντάγματος, χωρίς μάλιστα να θεσπίζεται από το Σύνταγμα κάποια -προσωρινή- εξαίρεσή τους για λόγους Δημόσιας Υγείας, πολλώ δε μάλλον εφόσον, όπως είναι γνωστό τοις πάσι από πλήθος ιατρικών ερευνών, ότι το ιικό φορτίο στις ηλικίες κάτω των 12 ετών είναι σχεδόν μηδενικό και άρα σχεδόν μηδενικός και ο κίνδυνος μετάδοσης του ιού.
Επιπλέον, η πρόσβαση στην εκπαίδευση αποτελεί καθολικό δικαίωμα όλων των μαθητών ανεξαιρέτως, ενώ η πρόσβαση στην τηλεκπαίδευση αποτελεί προνόμιο μερικών μόνο μαθητών και μάλιστα με συνεχή προβλήματα και δυσλειτουργίες στην εφαρμογή της!
Αποτελεί χρέος μας να διαφυλάξουμε με κάθε τρόπο τα παιδιά μας από τις επιπτώσεις αυτής της μακράς αποστασιοποίησής τους από το σχολικό περιβάλλον. Το πλήγμα στην ψυχοκοινωνική τους ανάπτυξη, στην σωματική τους ανάπλαση και στην μαθησιακή τους εξέλιξη καθώς και στην ομαλή λειτουργία της οικογένειας είναι δυσανάλογα μεγάλο σε σχέση με το επιδημιολογικό όφελος. Η εκπαιδευτική, ψυχολογική και συναισθηματική τους ανάπτυξη θα πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα για όλους μας.
Η κίνησή μας αυτή επιβάλλεται για τους ακόλουθους λόγους:
1. Ο κίνδυνος επιβάρυνσης του Εθνικού Συστήματος Υγείας είναι πολύ χαμηλός, γιατί τα κρούσματα στις σχολικές μονάδες είναι περιορισμένα, ενώ σπάνια έχουν αναφερθεί φαινόμενα υπερμετάδοσης, καθώς τα παιδιά της πρωτοβάθμιας βαθμίδας (ηλικιακή ομάδα 0-12) φέρουν χαμηλό ιικό φορτίο, αν εντοπιστεί κάποιο παιδί θετικό στον ιό αμέσως απομονώνεται και κλείνει το τμήμα του, τα μέτρα υγειονομικής προστασίας τηρούνται αυστηρά με την απόλυτη υπευθυνότητα των δασκάλων και την συνεργασία των γονέων (μάσκες, τακτικό πλύσιμο χεριών, χρήση αντισηπτικών, διαφορετικές ώρες προσέλευσης και αποχώρησης των μαθητών κ.τλ.). Πόσο δε μάλλον σε περιοχές όπου εμφανίζονται μηδενικά ή ελάχιστα θετικά κρούσματα αλλά παρ’αυτά η διακοπή λειτουργίας των σχολείων επιβάλλεται και εκεί.
2. Επιπτώσεις στη ψυχοσωματική υγεία των παιδιών μας λόγω απουσίας φυσικής επαφής-παρουσίας μαθητών-δασκάλων και περιορισμού στον οικιακό χώρο (δημιουργούνται συναισθήματα όπως θυμός, άγχος, απαισιοδοξία, μελαγχολία, στεναχώρια, κατάθλιψη, ενοχή) .
3. Επιπτώσεις στην υγιή ανάπτυξη της προσωπικότητας και των δεξιοτήτων των παιδιών λόγω του περιορισμού της αλληλεπίδρασης μεταξύ τους και της δυνατότητας ομαδικής έκφρασης και συνεργασίας (κοινωνικοποίηση).
4. Μη επαρκής κάλυψη της διδακτέας ύλης, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των δασκάλων, και δυσκολία παρακολούθησης των μαθημάτων με αντίκτυπο στις μελλοντικές σχολικές επιδόσεις.
5. Άδικος εκμηδενισμός της προσπάθειας των παιδιών, των γονέων και των εκπαιδευτικών που καταβάλλουν για την ομαλή λειτουργία των σχολικών μονάδων.
Με βάση τα παραπάνω υποστηρίζουμε πως κρίνεται απαραίτητο να λαμβάνονται υπ’ όψιν πιο ξεκάθαρα οι επιτακτικοί υγειονομικοί παράγοντες που βαραίνουν στην απόφαση κλεισίματος των σχολικών μονάδων σε αντιδιαστολή με τις επιπτώσεις που παραπάνω αναφέρουμε και αφού πρώτα εξεταστούν και λοιπά μέτρα προστασίας όπως: η μείωση των μαθητών ανά τάξη, η πρόσληψη μόνιμου προσωπικού καθαριότητας, η διεξαγωγή των μαθημάτων σε εξωτερικούς χώρους όπου αυτό είναι εφικτό, η διενέργεια δωρεάν covid test στους εκπαιδευτικούς κ.α.
Συνεπώς, η αναστολή της δια ζώσης εκπαίδευσης συνεπάγεται την αποτυχία της εκπαιδευτικής διαδικασίας στην παροχή των απαραίτητων εφοδίων για τη διαμόρφωση υγειών προσωπικοτήτων και μελλοντικά ώριμων πολιτών.
Αιτούμεθα, με βάση τα ανωτέρω, να επανεξεταστεί το ζήτημα του ανοίγματος των σχολείων και να εκκινήσει εκ νέου η δια ζώσης εκπαίδευση αναφορικά με την Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση».